«Οι επίσημοι αλβανικοί φορείς δεν μπορούν να διατείνονται urbi et orbi ότι τα μειονοτικά δικαιώματα είναι σεβαστά σε όλη την αλβανική επικράτεια, την ίδια στιγμή που τα παραβιάζουν στην πράξη, ναρκοθετώντας την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας τους», τονίζει με ανακοίνωσή του το υπουργείο Εξωτερικών αναφορικά με το θέμα της κατεδάφισης των σπιτιών 19 ομογενών στη Χειμάρρα, επισημαίνοντας ότι «η αλβανική ηγεσία συγχέει την εσφαλμένη αντίληψη που έχει για την ιστορία με τις δεσμεύσεις της Αλβανίας, που απορρέουν από το Διεθνές Δίκαιο και το ευρωπαϊκό κεκτημένο, για την προστασία την Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας που είναι γηγενής με κατοχυρωμένα δικαιώματα».
Κάνει λόγο επίσης για «μία μεθόδευση που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι υπάρχει σχέδιο καταστρατήγησης των δικαιωμάτων της ελληνικής μειονότητας», τονίζοντας ότι «τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους», καθώς «τα ειδοποιητήρια για την κατεδάφιση κτιρίων, στο πλαίσιο του σχεδίου ανάπλασης της Χειμάρρας εστάλησαν σε άτομα, που ήταν όλα ελληνικής καταγωγής». Επισημαίνει δε ότι «οι χθεσινές δηλώσεις Αλβανών αξιωματούχων παραπέμπουν σε παρωχημένες συλλογιστικές, οι οποίες έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τα ισχύοντα πρότυπα προστασίας μειονοτικών δικαιωμάτων σε σύγχρονα, δημοκρατικά και ευρωπαϊκά κράτη».
Αυτή είναι η ελληνική απάντηση στη χθεσινοβραδινή ανακοίνωση του αλβανικού υπουργείου Εξωτερικών, η οποία ανέφερε ότι «η Αλβανία δεν κάνει διακρίσεις σε σχέση με τις αρχές του κράτους δικαίου», καθώς «οι νομικές διαδικασίες που ακολουθούνται από το Δήμο Χειμάρρας, οι οποίες επικεντρώνονται στην μεταμόρφωση της πόλης σε ένα ευρωπαϊκό τουριστικό προορισμό, είναι διαφανείς και σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία». Απάντηση της αλβανικής πλευράς που δόθηκε στην πρώτη ανακοίνωση που είχε εκδώσει το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών την περασμένη Κυριακή μέσω της οποίας καλούσε τις αλβανικές αρχές «να προβούν άμεσα αφενός στην ακύρωση της κατεδάφισης και αφετέρου σε ουσιαστικές διαβουλεύσεις με τους ιδιοκτήτες για τα σχέδια ανάπλασης της Χειμάρρας» και επισήμανε ότι «η προστασία των περιουσιακών δικαιωμάτων και δη των μειονοτικών δικαιωμάτων αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα των 5 προϋποθέσεων που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση», τονίζοντας ότι η Αλβανία, «εφόσον ειλικρινά επιθυμεί να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα πρέπει να αποδείξει στην πράξη ότι λειτουργεί ως κράτος Δικαίου προστατεύοντας από αυθαιρεσίες και παρανομίες τα δικαιώματα όλων των κατοίκων της ανεξαρτήτως εθνικής καταγωγής και προελεύσεως».