Τη χθεσινοβραδινή απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να άρει την εξαίρεση των ελληνικών ομολόγων από τα ελάχιστα όρια πιστοληπτικής αξιολόγησης, από τις 11 Φεβρουαρίου, προβάλλουν τα αμερικανικά Μέσα Ενημέρωσης.
Το ειδησεογραφικό πρακτορείο Bloomberg αναφέρει ότι με την απόφαση, που αποστάλθηκε ηλεκτρονικά «ασκείται πίεση στη νέα ελληνική κυβέρνηση, περιορίζοντας την πρόσβαση στην απευθείας γραμμή χρηματοδότησης».
Όπως σημειώνεται, η ανακοίνωση της ΕΚΤ επισημαίνει ότι «η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου βασίζεται στο γεγονός ότι αυτή τη στιγμή δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ως δεδομένη μια επιτυχημένη ολοκλήρωση της αξιολόγησης του προγράμματος και ότι θα είναι ευθυγραμμισμένη με τους υφιστάμενους κανόνες του ευρωσυστήματος».
Σύμφωνα με το δημοσίευμα «η απόφαση αυτή θα αναγκάσει τις ελληνικές τράπεζες που δεν θα μπορούν να χρηματοδοτηθούν από την ΕΚΤ να στραφούν στην Τράπεζα της Ελλάδος για χρηματοδότηση, η οποία θα γίνεται με λιγότερο ευνοϊκούς όρους.
Η απόφαση της ΕΚΤ ελήφθη μερικές ώρες μετά τη συνάντηση του Έλληνα υπουργού Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη, με τον πρόεδρο της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, στη Φρανκφούρτη» σημειώνοντας παράλληλα τη σχετική δήλωση του κ. Βαρουφάκη.
Σε δημοσίευμα της WSJ για το ίδιο θέμα αναφέρεται ότι «η ανακοίνωση της ΕΚΤ περί αναστολής, έγινε καθώς αξιωματούχοι αύξησαν την πίεση στη νέα ελληνική κυβέρνηση για να συμβιβαστεί με τους διεθνείς πιστωτές της επί του προγράμματος διάσωσης της χώρας. Ως συνέπεια της ανακοίνωσης αυτής έπεσε η ισοτιμία του ευρώ έναντι του δολαρίου κατά 0,8% στο 1,1387».
Όπως σημειώνεται, ο Krishna Guha, αντιπρόεδρος της Evercore ISI, δήλωσε ότι «η ανακοίνωση της ΕΚΤ συμφωνεί με την πρόβλεψή μας ότι η ΕΚΤ θα τηρήσει σκληρή γραμμή έναντι της Ελλάδας». Επίσης, ο Win Thin, της Brown Brothers Harriman, δήλωσε ότι «όπως φαίνεται, η ΕΚΤ παίζει σκληρό παιχνίδι. Πιθανότατα, θα καταλήξουν σε συμφωνία, αλλά μέχρι τότε θα υπάρξουν πολλά προβλήματα».