Στις μεγάλες και σημαντικές αλλαγές που θα συντελεστούν τα επόμενα χρόνια στην ελληνική γεωργία μέσα από την αναθεώρηση της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) αναφέρθηκε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Μάκης Βορίδης, στο πλαίσιο του διεθνούς συνεδρίου «AGRIBUSINESS FORUM», με θέμα την αγροτεχνολογία, την αγροτική επιχειρηματικότητα και τον ψηφιακό μετασχηματισμό που πραγματοποιήθηκε στις Σέρρες.
Ο κ. Βορίδης θέλοντας να δείξει το μέγεθος των μεγάλων αλλαγών που θα συντελεστούν τόνισε ότι αυτές «αποτελούν το κέντρο της πολιτικής στη νέα ΚΑΠ» συμπληρώνοντας χαρακτηριστικά ότι «δεν είναι απλή θεωρία, είναι το άμεσο μέλλον».
Ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων υπογράμμισε ότι στις μέρες μας ο πρωτογενής τομέας της χώρας, το αγροτικό εισόδημα, δέχεται σημαντικές και μεγάλες πιέσεις που προέρχονται από τον ανταγωνισμό και την κλιματική αλλαγή με τους συνεχώς διογκούμενους κινδύνους. Μάλιστα, επισήμανε με έμφαση, ότι ο ΕΛΓΑ τα προηγούμενα επτά χρόνια πλήρωνε στους αγρότες αποζημίωση ύψους 150 εκατομμυρίων ευρώ το χρόνο και σήμερα οι αποζημιώσεις αυτές αγγίζουν τα 210 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο, λόγω της κλιματικής αλλαγής και των ανατροπών που έχει επιφέρει στην αγροτική καλλιέργεια.
Αναφερόμενος στην εφαρμογή της ΚΑΠ ο υπουργός επισήμανε ότι οι εθνικές πολιτικές των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από αυτήν, την οποία όπως σημείωσε κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει και να αμφισβητήσει. Διασκέδασε τη φημολογία ότι οι Έλληνες αγρότες δεν παράγουν αρκούμενοι μόνοι στις οικονομικές ενισχύσεις, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι σε πολλές περιπτώσεις ο στόχος των ενισχύσεων είναι η εξασφάλιση της διατροφικής ασφάλειας για να συμπληρώσει αμέσως μετά, «στόχος των ενισχύσεων είναι ο αγρότης να παραμείνει στο χωράφι, εξασφαλίζοντας ένα ελάχιστο εισόδημα, γιατί ο αγρότης παράγει τρόφιμα και το τρόφιμο είναι σημαντικό για την ανθρώπινη ζωή άρα απαιτείται μια πρόσθετη ασφάλεια».
Ο κ. Βορίδης τόνισε ακόμα ότι θα πρέπει σταδιακά η πρωτογενής παραγωγή να συμβάλλει στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής μέσα από καλές καλλιεργητικές πρακτικές που σέβονται το περιβάλλον και συμβάλλουν στην καλύτερη διαχείριση και εκμετάλλευση της γης και των αποθεμάτων του νερού. Στο πλαίσιο αυτό, όπως σημείωσε, απαιτούνται νέες επενδύσεις που στοχεύουν στην φυτοπροστασία και την ταυτόχρονη παραγωγή εξελιγμένων διατροφικών προϊόντων. Μάλιστα, όπως τόνισε ο υπουργός, θα πρέπει η παραγωγή να βρίσκεται σε επικοινωνία με την τελική ζήτηση της αγοράς των προϊόντων που παράγονται με σύγχρονες μεθόδους φυτοπροστασίας και προς αυτή την κατεύθυνση θα βοηθήσει σημαντικά η επιστήμη και η τεχνολογία.
Επισήμανε ακόμα ότι τα τελευταία χρόνια διαμορφώνεται μια νέα ανταγωνιστική αγορά προϊόντων που δεν εστιάζεται τόσο στην τιμή όσο στην ποιότητα, καθώς διαμορφώνεται ένα νέο καταναλωτικό ρεύμα από ανθρώπους που δεν θα είχαν πρόβλημα να πληρώνουν κάτι παραπάνω αρκεί τα προϊόντα που προμηθεύονται να παράγονται με τις καλύτερες δυνατές συνθήκες μέσα από την υιοθέτηση συγχρόνων μεθόδων φυτοπροστασίας.
Τέλος, ο υπουργός, τάχθηκε υπέρ των συμφωνιών του ελεύθερου εμπορίου με χώρες εκτός Ε.Ε. ώστε τα προϊόντα που εισάγονται να απαλλάσσονται από δασμούς αλλά να μην απαλλάσσονται από τις ποιοτικές προδιαγραφές που εφαρμόζουν και τηρούν πιστά οι Έλληνες αγρότες, για την τήρηση των οποίων (προδιαγραφών) επιβάλλονται να γίνουν σημαντικές επενδύσεις που ανεβάζουν το κόστος και επιβαρύνουν τους αγρότες.