«Δεν υπάρχει περίπτωση να νομοθετήσουμε ούτε ένα ευρώ επιπλέον μέτρα!» Την κατηγορηματική αυτή διαβεβαίωση δίνει ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, στην αποκλειστική συνέντευξη που δίνει στην «Εφημερίδα των Συντακτών», στο φύλλο της Τετάρτης. Με τη φράση αυτή ο πρωθυπουργός απαντά στις πιέσεις μερίδας των εταίρων μας, κλείνοντας έτσι και τη σχετική φημολογία.
«Προτιμά να ασκεί αντιπολίτευση μέσω Instagram», είναι η πιο χαρακτηριστική φράση του πρωθυπουργού για τον αντίπαλό του, τον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκο Μητσοτάκη, αφού, όπως σημειώνει, δεν έχει κάνει ούτε μία ερώτηση για την «Ώρα του πρωθυπουργού». Ενώ για το «μέτωπο» της κυβέρνησης με μερίδα των μέσων μαζικής ενημέρωσης αναφέρει κατά λέξη: «’Αλλο η ελευθερία του Τύπου και άλλο η ασυδοσία της διαπλοκής».
Ερωτηθείς για τα σενάρια πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, ο πρωθυπουργός εμφανίζεται αντίθετος, όχι γιατί τις φοβάται, όπως διευκρινίζει, αλλά γιατί «τώρα δεν έχουν κανένα νόημα». ‘Αλλωστε, «πάντα ήμασταν πίσω στις δημοσκοπήσεις, αλλά τις εκλογές τις κερδίζαμε».
Αναλυτικά, ο πρωθυπουργός, στη συνέντευξή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών», απαντά επί λέξει για το ενδεχόμενο νομοθέτησης νέων μέτρων ως εξής: «Έχουμε δηλώσει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι δεν υπάρχει περίπτωση να νομοθετήσουμε ούτε ένα ευρώ επιπλέον μέτρα από όσα προβλέπει η συμφωνία και, πολύ περισσότερο, για την περίοδο μετά το τέλος του προγράμματος». Εξάλλου, «το αίτημα νομοθέτησης επιπλέον μέτρων και μάλιστα, υπό αίρεση, δεν είναι μόνο ξένο προς το ελληνικό Σύνταγμα. Είναι ξένο και προς τους κανόνες της δημοκρατίας, είναι ξένο προς το ευρωπαϊκό κεκτημένο». Εν τέλει, «δεν είναι θέμα μιας κυβέρνησης, είναι θέμα αξιοπρέπειας και αυτοσεβασμού ενός λαού και μιας χώρας».
Καλεί μάλιστα το ΔΝΤ να αναλάβει με παρρησία την ευθύνη της άποψής του για το πρόγραμμα, αλλά και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης να πάρει θέση έναντι των παράλογων, όπως τα χαρακτηρίζει, αιτημάτων του Ταμείου. «Επιρρίπτοντας την ευθύνη στην ελληνική κυβέρνηση για τις καθυστερήσεις, ο κ. Μητσοτάκης προφανώς θεωρεί ότι έχει δίκιο το ΔΝΤ και ότι πρέπει να κάνουμε ό,τι μας ζητάει. Εμείς έχουμε σαφή θέση πως δεν πρέπει. Και δεν θα το κάνουμε» σημειώνει. Στο σημείο αυτό μάλιστα, ο πρωθυπουργός λέει πως δεν είναι βέβαιος ότι η ΝΔ εννοεί τα περί εκλογών. Εναλλακτικό σχέδιο δεν έχει και το μόνο που υπόσχεται, είναι ότι θα δεχθεί όλα, και ακόμη περισσότερα, από όσα ζητούν οι πιο ακραίοι από τους δανειστές. Συμπερασματικά, «οι εκλογές θα γίνουν στην ώρα τους και αφού η χώρα θα έχει βγει οριστικά από την κρίση».
Παράλληλα, περιγράφει το σχέδιο του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για μια «πυρηνική Ευρώπη», δηλαδή Ευρωζώνη ισχυρά οικονομικών κρατών και πώς οι κ.κ. Σαμαράς και Βενιζέλος είχαν φροντίσει από πριν να εξωθηθεί σε παραίτηση η πρώτη κυβέρνηση της Αριστεράς, υπό τον εκβιασμό της εξόδου από το ευρώ. Ωστόσο, «αυτό που δεν λογάριασαν, ήταν ο λαϊκός παράγοντας: η ζωή απέδειξε ότι τις κυβερνήσεις τις ανεβάζει ή τις ρίχνει ο λαός».
Ο πρωθυπουργός, που ασκεί επίσης κριτική στον Γιώργο Παπανδρέου γιατί δεν προστάτεψε τον εθνικό πλούτο, υπεραμύνεται εξάλλου της συμφωνίας του καλοκαιριού του 2015, αφού ήταν μια «ασύγκριτα ηπιότερη δημοσιονομική προσαρμογή». Και μάλιστα, όπως λέει, «με όρους που για πρώτη φορά δίνουν ρεαλιστική προοπτική ανάκαμψης της οικονομίας και εξόδου από την κρίση, με λιγότερες δυνατές απώλειες για την κοινωνία».
Όμως ο πρωθυπουργός αντιδρά όταν ακούει ότι θα προτιμούσε να υπερισχύσει το «ναι» στο δημοψήφισμα, όπως διατείνονται κάποιοι… «Έχω ακούσει πολλές φορές αυτήν την ανοησία» απαντά, για να προσθέσει: «αν είχε επικρατήσει το “ναι”, δεν θα ήταν εύκολο να με συναντήσετε», υπό την έννοια ότι στην περίπτωση αυτή, «το σύστημα εξουσίας που λεηλάτησε και χρεοκόπησε τη χώρα, θα έπαιρνε την εκδίκησή του με μανία και μίσος». ‘Αλλωστε, «ακόμη και τώρα μιλάνε για ειδικά δικαστήρια…» συμπληρώνει.
Ενώ στο ερώτημα αν σκέφτηκε να βάλει θέμα εξόδου της χώρας από την Ευρωζώνη, ο πρωθυπουργός είναι κατηγορηματικός: «Με ρωτάτε αν σκέφτηκα ποτέ να θέσω εγώ το θέμα που έθετε ο πιο σκληρός εκπρόσωπος της άλλης πλευράς; Μα αυτό θα ήταν ανοησία ή πραγματική προδοσία» υποστηρίζει, προσκομίζοντας τα επιχειρήματα της κατάρρευσης του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, αλλά και της εθνικής οικονομίας ευρύτερα. «Ούτε πιστεύω ότι αποτελεί λύση το να φύγει (σ.σ. η Ελλάδα) από το ευρώ, αλλά να μείνει το ΔΝΤ» σημειώνει, επίσης.
Υποστηρίζει ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν είναι πια μόνη στη διαπραγμάτευση, και υπογραμμίζοντας τη μετατόπιση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας και, επικαλούμενος, την, σε λίγες ημέρες, 2η Σύνοδο της Διάσκεψης του Ευρωπαϊκού Νότου, λέει: «Αυτό είναι μια δική μας επιτυχία, που αλλάζει η γεωγραφία των συσχετισμών δύναμης στην Ευρώπη».
Ερωτηθείς όμως για την κριτική που δέχεται από πρώην συντρόφους του, ο πρωθυπουργός παραδέχεται πως η ιστορία της Αριστεράς είναι γεμάτη από «εμφυλίους», στη συγκεκριμένη περίπτωση ωστόσο «είχαμε έναν αναίμακτο εμφύλιο και ένα παραμύθι χωρίς δράκο». Και, όπως επισημαίνει, «στις επιλογές μου βάρυνε περισσότερο η ιστορική ευθύνη απέναντι στον λαό και τις κοινωνικές τάξεις, που η Αριστερά εκπροσωπεί. Όχι ο φόβος απέναντι στην ευθύνη».
Στην καταστροφολογία των πολιτικών του αντιπάλων αντιτείνει τη βελτίωση των οικονομικών δεικτών, με την πρόσθετη επισήμανση: «μας κατηγορούν ότι χρεώσαμε την Ελλάδα 80 δισεκατομμύρια και αναφέρονται στο δάνειο που πήραμε για να αποπληρώνουμε τα δικά τους σπασμένα. Κρύβουν όμως τεχνηέντως ότι η αναχρηματοδότηση του χρέους δεν συνιστά επιπλέον χρέος».
Στην ίδια συνέντευξη, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας κάνει αναλυτικό απολογισμό της κυβερνητικής διετίας, τονίζοντας: «για όλα αυτά είμαστε περήφανοι αλλά και αποφασισμένοι να συνεχίσουμε τον καθημερινό αγώνα».
Για το «μέτωπο» της κυβέρνησης κατά της διαπλοκής, με αφορμή και το πέρας των εργασιών της εξεταστικής επιτροπής, ο πρωθυπουργός υπογραμμίζει τις πολιτικές ευθύνες που αναδείχθηκαν (σε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ), για να καταλήξει ότι «η μάχη τώρα συνεχίζεται και τον λόγο έχει τώρα η Δικαιοσύνη».
Τέλος, για το Κυπριακό, ο πρωθυπουργός εκτιμά, επικαλούμενος τα αποτελέσματα των πρόσφατων επαφών, ότι «δεν υπάρχει σήμερα έδαφος για λύση». Δηλώνει, ωστόσο, έτοιμος να καθίσει στο τραπέζι των συνομιλιών «εάν διαφανεί ότι υπάρχει έδαφος». Και μάλιστα, όπως επισημαίνει, «χωρίς εκπτώσεις στις αρχές μας, αλλά και χωρίς φοβικότητα και υπεκφυγές».