Του Τάσου Δασόπουλου
Μεγάλο εμπόδιο στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας το δεύτερο εξάμηνο του έτους θα αποτελέσει ο λογαριασμός των νέων μέτρων ο οποίος όλο και μεγαλώνει κατά την διαπραγμάτευση για το δημοσιονομικό κενό της τριετίας 2016 -2018.
Ως γνωστό από το 2015 έχουν υιοθετηθεί μόνιμου χαρακτήρα μέτρα ύψους 1,5 δισ. ευρώ ενώ για το 2016 έχουν προγραμματιστεί νέα μέτρα ύψους 4,2 δισ. ευρώ πολλά από τα οποία (φορολογικό, ασφαλιστικό, περικοπές δαπανών) βρίσκονται ήδη σε διαπραγμάτευση στο πλαίσιο της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος.
Προχθές ο Γενικός Γραμματέας δημοσιονομικής πολιτικής κ. Φραγκίσκος Κουτεντάκης παραδέχθηκε ότι η συζήτηση για το δημοσιονομικό κενό μέχρι και το 2018 αφορά μέτρα που φτάνουν το 3% του ΑΕΠ δηλαδή περίπου 5,2 – 5,3 δισ ευρώ φτάνοντας τον μέχρι τώρα συνολικό λογαριασμό των μέτρων του τρίτου μνημονίου στα 11 δισ ευρώ.
Με δεδομένο ότι περίπου το 70-75% το μέτρων που συζητούνται είναι φορολογικά και άμεσα εφαρμόσιμα είναι δεδομένο ότι θα επηρεάσουν σημαντικά και άμεσα την ιδιωτική κατανάλωση που αποτελεί την ατμομηχανή για την αύξηση του ΑΕΠ. Με βάση τις μέχρι τώρα συζητήσεις τα μέτρα ύψους 4,2 δισ. ευρώ που είχαν προγραμματιστεί από το τέλος του 2015 αναμένεται να ξεπεράσουν τα 6 δισ. ευρώ αφού έμεση επίδραση θα έχουν μέτρα όπως:
– Το νέο φορολογικό που θα έχει αναδρομική ισχύ για τα εισοδήματα που αποκτήθηκαν από την αρχή του χρόνου.
– Η αναμενόμενη αύξηση του ΕΦΚ στα υγρά καύσιμα.
– Τα τέλη που ετοιμάζονται να επιβληθούν στις τραπεζικές συναλλαγές ή εναλλακτικά την κινητή τηλεφωνία και την συνδρομητική τηλεόραση.
Εδώ ξεκινάει ο φαύλος κύκλος της αυτοτροφοδοτούμενης κρίσης: Η αναμενόμενη ανάκαμψη για το 2016 τοποθετείται στο δεύτερο μισό του χρόνου παρά το γεγονός ότι για το σύνολο του χρόνου προβλέπεται ανάπτυξη 0,7% του ΑΕΠ. Με τα νέα μέτρα η ύφεση για το σύνολο του έτους θα «βαθύνει» και θα φτάσει ή ξεπεράσει το 1 -1,5% του ΑΕΠ. Ακολούθως η βαθύτερη ύφεση για το 206 θα έχει αντίστοιχη επίπτωση και στο ρυθμό ανάπτυξης του 2017 ο οποίος προβλέπεται σήμερα να φτάσει το 2,7% του ΑΕΠ.
Μεγαλύτερη ύφεση για φέτος και χαμηλότερη ανάπτυξη του χρόνου θα έχει ως αποτέλεσμα μερική αστοχία των μέτρων και -μοιραία – την ανάγκη λήψης νέων μέτρων αφού θα πρέπει να επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι του προγράμματος.
Μια πτυχή της κόντρας της Κυβέρνησης με το ΔΝΤ είναι η εμμονή που έχουν οι άνθρωποι του ταμείου να υιοθετούν το χειρότερο δυνατό σενάριο ακόμη και αν δεν έχουν τα στοιχεία για το στηρίξουν. Ειδικότερα η εκτίμηση ότι το 2015 έκλεισε με πρωτογενές έλλειμμα 0,6% του ΑΕΠ ενώ το οικονομικό επιτελείο παρουσιάζει στοιχεία με βάση ο περασμένος χρόνος έκλεισε με πρωτογενές πλεόνασμα τουλάχιστον 0,2% του ΑΕΠ.
Εκτός όμως από την αριθμητική διαφορά η οποία δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητη αφού φτάνει το 0,8% του ΑΕΠ ή 1,4 δισ. ευρώ αν υιοθετηθεί η εκτίμηση του ΔΝΤ, η πρόβλεψη για την ύφεση για το 2016 αναθεωρείται από τώρα κοντά στο 1% αυξάνοντας ακόμη περισσότερο το δημοσιονομικό που θα πρέπει να καλυφθεί με νέα μέτρα.