Περίπου το 20% των ιστοσελίδων στην Ελλάδα, δεν παρέχει σαφή ενημέρωση σχετικά με το δικαίωμα υπαναχώρησης στην περίπτωση των εξ αποστάσεως συμβάσεων που συνάπτουν με τους καταναλωτές, όπως προκύπτει από δειγματοληπτικό έλεγχο που πραγματοποιήθηκε σε ηλεκτρονικά καταστήματα πέντε διαδικτυακών τομέων (ένδυση, ηλεκτρονικά αγαθά, ψυχαγωγία, καταναλωτική πίστη και ταξιδιωτικά πακέτα) από το Δίκτυο Συνεργασίας όλων των δημόσιων εθνικών αρχών των κρατών μελών της ΕΕ, της Νορβηγίας, της Ισλανδίας και του Λιχτενστάιν, που είναι επιφορτισμένες με την εφαρμογή της καταναλωτικής νομοθεσίας.
Σκοπός του Δικτύου Συνεργασίας είναι να επιτυγχάνεται η αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση διασυνοριακών παραβάσεων, αλλά και η ανταλλαγή πληροφοριών και ο συντονισμός των δράσεων και των ενεργειών τους. Από πλευράς Ελλάδας συμμετέχει η γενική γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή. Το Δίκτυο πραγματοποιεί τακτικούς ελέγχους των ιστοσελίδων των ηλεκτρονικών καταστημάτων, έχοντας ελέγξει πάνω από 4.500 ιστοσελίδες σε όλη την Ευρώπη.
Αυτό αναφέρεται σε σημερινή ανάρτηση στην ηλεκτρονική σελίδα του Ευρωπαϊκού Κέντρου Καταναλωτή Ελλάδας με αφορμή την πρόταση τροποποίησης του Κανονισμού για τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών αρμόδιων για την εφαρμογή της καταναλωτικής νομοθεσίας και προστασία από αθέμιτες και επιθετικές εμπορικές πρακτικές.
«Το προτεινόμενο θεσμικό πλαίσιο στοχεύει στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στο ηλεκτρονικό εμπόριο, έτσι ώστε να δείχνουν την ίδια εμπιστοσύνη είτε συναλλάσσονται εντός είτε εκτός εμπορικού καταστήματος, είτε αγοράζουν στην Ελλάδα είτε σε άλλη χώρα της ΕΕ. Με δεδομένο ότι, αφενός, το ποσοστό των ηλεκτρονικών αγορών διπλασιάστηκε από το 2010 και, αφετέρου, ότι το 68% των παραπόνων των καταναλωτών που υποβλήθηκαν στα Ευρωπαϊκά Κέντρα Καταναλωτή αφορούσε το ηλεκτρονικό εμπόριο, είναι προφανές ότι η θέση σε ισχύ ενός σύγχρονου θεσμικού πλαισίου που να έχει λάβει υπόψη του τις νέες ψηφιακές εξελίξεις και να έχει θωρακίσει τον καταναλωτή απέναντι σε αυτές είναι προαπαιτούμενο. Όπως προαπαιτούμενο είναι, από την πλευρά του καταναλωτή, να γνωρίζει τα δικαιώματά του και πώς να τα διεκδικεί, μέσα από απλές, ταχείες και δωρεάν διαδικασίες, μέσω αμερόληπτων φορέων εξωδικαστικής επίλυσης, όπως είναι τα Ευρωπαϊκά Κέντρα Καταναλωτή», δήλωσε η Αθηνά Κοντογιάννη, διευθύντρια του Ευρωπαϊκού Κέντρου Καταναλωτή Ελλάδας.
Ένας από τους τρεις άξονες της Στρατηγικής της ΕΕ για την προώθηση του ηλεκτρονικού εμπορίου είναι η ενίσχυση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών μέσα από την καλύτερη προστασία τους και την αποτελεσματική επιβολή της νομοθεσίας στο πλαίσιο της ενιαίας ψηφιακής αγοράς. Ο καταναλωτής που προμηθεύεται ηλεκτρονικά προϊόντα και υπηρεσίες πρέπει να γνωρίζει ότι προστατεύεται επαρκώς από παράνομες και αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των ηλεκτρονικών καταστημάτων. Όπως ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κέντρο Καταναλωτή Ελλάδας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε Πρόταση τροποποίησης του Κανονισμού 2006/2004 (για τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την εφαρμογή της νομοθεσίας για την προστασία του καταναλωτή), με γνώμονα την πιο ολοκληρωμένη προστασία των καταναλωτών στον τομέα του διασυνοριακού ηλεκτρονικού εμπορίου.
Σύμφωνα με την Έκθεση Συνεπειών που συνοδεύει την πρόταση τροποποίησης του Κανονισμού, αλλά και τη σχετική ανακοίνωση της ΕΕ, βάσει αντιπροσωπευτικού δείγματος πέντε διαδικτυακών τομέων (ένδυση, ηλεκτρονικά αγαθά, ψυχαγωγία, καταναλωτική πίστη και ταξιδιωτικά πακέτα) προκύπτει:
– το 37% των ευρωπαϊκών ηλεκτρονικών καταστημάτων και εταιρειών ηλεκτρονικών κρατήσεων δεν τηρούν βασικά δικαιώματα των καταναλωτών.
– Το 68% των 37.000 διασυνοριακών αναφορών που υποβλήθηκαν στα Ευρωπαϊκά Κέντρα Καταναλωτή το 2015 αφορούσαν διασυνοριακές αγορές που πραγματοποιήθηκαν ηλεκτρονικά.
– Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, βάσει δειγματοληπτικού ελέγχου που πραγματοποιήθηκε σε ηλεκτρονικά καταστήματα που δραστηριοποιούνται στους πέντε ανωτέρω τομείς, προέκυψε ότι περίπου 20% των ιστοσελίδων δεν παρείχε σαφή ενημέρωση σχετικά με το δικαίωμα υπαναχώρησης στην περίπτωση των εξ αποστάσεως συμβάσεων που συνάπτουν με τους καταναλωτές.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπολογίζει στην ίδια έκθεση ότι η μη αποτελεσματική εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου για την προστασία του καταναλωτή, μεταφράζεται σε απώλεια για τους καταναλωτές που αγοράζουν ηλεκτρονικά σε διασυνοριακές συναλλαγές ύψους 770 εκατ. ευρώ περίπου, ετησίως. Εκτιμάται, ότι, με την προωθούμενη τροποποίηση και την αποτελεσματικότερη εφαρμογή της νομοθεσίας, η ετήσια απώλεια για τους καταναλωτές από τα 770 εκατ. ευρώ, θα μειωθεί κατά 30%, και θα ανέρχεται σε 539 εκατ. ευρώ περίπου ετησίως.
Οι βασικές αλλαγές που επιφέρει ο νέος Κανονισμός:
– Ευρωπαϊκός συντονισμός και ενιαία διαδικασία επέμβασης των εθνικών αρχών εφαρμογής
Με την Πρόταση Κανονισμού ισχυροποιείται ο υφιστάμενος μηχανισμός, ώστε να επιτρέπει τη συντονισμένη δράση, με μια ενιαία διαδικασία, όλων των εμπλεκόμενων εθνικών αρχών για την αντιμετώπιση παραβιάσεων της καταναλωτικής νομοθεσίας στις on line διασυνοριακές συναλλαγές. Στο πλαίσιο αυτό παρέχεται η δυνατότητα απευθείας διαπραγμάτευσης των επιχειρήσεων που εφαρμόζουν τις βλαπτικές πρακτικές με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και, εφόσον, η διαπραγμάτευση αυτή δεν ευοδωθεί, οι εθνικές αρχές συνεννοούνται για το ποιά από αυτές θα επιληφθεί, με γνώμονα την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη παρέμβασης και την εξοικονόμηση πόρων.
– Αναβάθμιση του ρόλου των Ευρωπαϊκών Κέντρων Καταναλωτή και των ενώσεων καταναλωτών και προμηθευτών
Υπό το νέο σύστημα εποπτείας, προειδοποιήσεις προς τις εθνικές αρχές εφαρμογής και προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τον έγκαιρο εντοπισμό εκτεταμένων παραβιάσεων εκ μέρους προμηθευτή μπορούν να γίνονται, τόσο από τα Ευρωπαϊκά Κέντρα Καταναλωτή, όσο και από τις ενώσεις των καταναλωτών και των προμηθευτών, με τήρηση της απαιτούμενης εμπιστευτικότητας.
– Ενίσχυση των αρμοδιοτήτων των εθνικών αρχών εφαρμογής της καταναλωτικής νομοθεσίας
Με τους νέους κανόνες εποπτείας, οι αρμόδιες εθνικές αρχές (στην Ελλάδα η γενική γραμματεία Εμπορίου και προστασίας Καταναλωτή) θα είναι έχουν ενιαίες αρμοδιότητες που καλύπτουν με επάρκεια και τον τομέα των ηλεκτρονικών συναλλαγών και ιδίως θα μπορούν, μεταξύ άλλων:
* Να ελέγχουν, εάν οι ιστότοποι εφαρμόζουν γεωγραφικό αποκλεισμό καταναλωτών ή προσφέρουν όρους μετά την πώληση, οι οποίοι δεν συμβαδίζουν με τους κανόνες της ΕΕ (π.χ. μη διασφάλιση του δικαιώματος της αναιτιολόγητης υπαναχώρησης εντός 14 ημερών).
* Να ζητούν την άμεση απόσυρση των ιστότοπων που εμπλέκονται σε απάτες και κλείσιμο σχετικών λογαριασμών σε κοινωνικά δίκτυα.
* Να προχωρούν σε άμεση διακοπή λειτουργίας των ηλεκτρονικών καταστημάτων, ώστε να μην εξαπατηθούν και άλλοι καταναλωτές.
* Να ζητούν πληροφορίες από υπηρεσίες καταχώρισης ιστοτόπων, παρόχους υπηρεσιών internet και τράπεζες, ώστε, σε περίπτωση απάτης, να μπορούν να εντοπίσουν άμεσα την ταυτότητα του υπεύθυνου επιχειρηματία της ιστοσελίδας.
*Να επιβάλλουν πρόστιμα και να διασφαλίζουν την καταβολή αποζημίωσης για καταναλωτές των οποίων παραβιάζονται τα δικαιώματα σε διασυνοριακό επίπεδο.
* Να πραγματοποιούν ελέγχους με τη μορφή των “δοκιμαστικών αγορών”, καθώς και να διεξάγουν “μυστικές αγορές” (mystery shopping), προκειμένου να διαπιστώσουν απευθείας τυχόν παραβιάσεις της καταναλωτικής νομοθεσίας.
Κατευθυντήριες γραμμές για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσιεύει, επίσης, κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, μεταξύ άλλων, για να ανταποκριθεί στις προκλήσεις που θέτει ο ψηφιακός κόσμος, αποσαφηνίζοντας θέματα που ανακύπτουν από την εφαρμογή της οδηγίας για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές στον τομέα των ηλεκτρονικών συναλλαγών.
Στο πλαίσιο αυτό ορίζεται ότι:
* Οποιαδήποτε διαδικτυακή πλατφόρμα που μπορεί να χαρακτηριστεί «εμπορική» και προωθεί ή πωλεί αγαθά, υπηρεσίες ή ψηφιακό περιεχόμενο στους καταναλωτές πρέπει να εξασφαλίζει ότι οι εμπορικές πρακτικές που εφαρμόζει συμμορφώνονται πλήρως με το δίκαιο προστασίας του καταναλωτή της ΕΕ.
*Οι πλατφόρμες πρέπει να αναφέρουν σαφώς ότι οι κανόνες για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων δεν ισχύουν για ιδιώτες που πωλούν προϊόντα, ενώ οι μηχανές αναζήτησης θα πρέπει να κάνουν σαφή διάκριση μεταξύ πληρωμένων καταχωρίσεων και πραγματικών αποτελεσμάτων φυσικής αναζήτησης.
* Ενδιάμεσοι (π.χ. πρακτορεία) που δραστηριοποιούνται ηλεκτρονικά (on line) δεν επιτρέπεται να προβαίνουν σε παραπλανητικές δηλώσεις ή καταχωρήσεις σχετικά με την περιορισμένη διαθεσιμότητα προϊόντος ή υπηρεσίας, π.χ. “ένα τελευταίο δωμάτιο διαθέσιμο”, τη στιγμή που αυτό αφορά, π.χ., την κράτηση μέσω της συγκεκριμένης πλατφόρμας και όχι μέσω του δικτύου κράτησης του ίδιου του ξενοδοχείου όπου υπάρχουν και άλλα διαθέσιμα δωμάτια.
Να σημειωθεί τέλος ότι οι αθέμιτες εμπορικές πρακτικές είναι σταθερά ένας από τους 5 βασικούς λόγους για τους οποίους προσφεύγουν οι ευρωπαίοι καταναλωτές στα Ευρωπαϊκά Κέντρα Καταναλωτή.
Περισσότερες πληροφορίες την ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Κέντρου Καταναλωτή Ελλάδας: www.eccgreece.gr