Τις επιλογές που έχει τώρα μπροστά της η Ελλάδα εξετάζει σε άρθρο του στη βρετανική Independent ο πρώην τραπεζίτης και νυν συγγραφέας Satyajit Das, υποστηρίζοντας πως καμμία από αυτές δεν είναι καλή.
Στην πρώτη επιλογή η Ευρωπαϊκή Ένωση κάνει υπαναχωρήσεις: στην ωριμότητα των δανείων, ιδιαίτερα των βραχυπρόθεσμων επεκτείνοντας τον χρόνο αποπληρωμής τους, κάνει παραχωρήσεις στα επιτόκια, το χρέος μπορεί να αντικατασταθεί από ομόλογα και ένα κουπόνι που συνδέεται με την ανάπτυξη.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα συνεχίζει να υποστηρίζει τις ανάγκες ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών και η μισητή Τρόικα μετονομάζεται, για να απομακρυνθεί η απεχθής σχέση με το παρελθόν.Παρά την μείωση της αξίας του χρέους, η ΕΕ και οι δανειστές αποφεύγουν μια πολιτικά δύσκολη υποτίμηση της αξίας του χρέους. Ο ΣΥΡΙΖΑ ισχυρίζεται ότι έχει εκπληρώσει την εντολή του λαού να σταθεί απέναντι στην ΕΕ και τη Γερμανία και ανακτάται ξανά η Ελληνική κυριαρχία και υπερηφάνεια.
Στην πραγματικότητα, έχουν σημειωθεί μικρές αλλαγές. Υπό αυτό το σενάριο, η Ελλάδα και η ΕΕ θα βρεθούν ξανά στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων μέσα σε 6-12 μήνες, αντιμετωπίζοντας τα ίδια θέματα.
Στη δεύτερη επιλογή, η Ελλάδα χρεοκοπεί αλλά παραμένει στη ζώνη του ευρώ: Οι ελληνικές τράπεζες καταρρέουν εάν η ΕΚΤ αποφασίσει την απόσυρση της χρηματοδότησης. Η φυγή κεφαλαίων επιταχύνεται, απαιτώντας έλεγχο των κεφαλαίων. Η ελληνική κυβέρνηση μένει χωρίς προφανή πηγή χρηματοδότησης, εκτός από ένα παράλληλο νόμισμα. Η ανταγωνιστική θέση της Ελλάδας παραμένει αμετάβλητη δεδομένου ότι χρησιμοποιεί το ευρώ. Η ΕΕ και οι δανειστές σημειώνουν σημαντικές απώλειες στα δάνειά τους.
Στην τρίτη επιλογή, η Ελλάδα χρεοκοπεί και εγκαταλείπει το ευρώ, επιστρέφοντας στη νέα δραχμή: Υπάρχει βραχυπρόθεσμο χάος. Η δραστηριότητα στην Ελλάδα καταρρέει. Η ΕΕ και οι δανειστές αντιμετωπίζουν το ίδιο πρόβλημα όπως και στην δεύτερη επιλογή. Επιπλέον, το ευρώ αποσταθεροποιείται.Η τρίτη επιλογή επιτρέπει στην Ελλάδα να ανακτήσει τον έλεγχο του νομίσματος και των επιτοκίων της.
Η απότομη υποτίμηση της νέας δραχμής βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα, για παράδειγμα στον τομέα του τουρισμού. Η ικανότητα της κεντρικής τράπεζας για τη δημιουργία και τον έλεγχο της προσφοράς χρήματος βοηθά στην αποκατάσταση της ρευστότητας των τραπεζών της.Μια φτηνή νέα δραχμή, εφόσον λάβει την κατάλληλη διαχείριση, μπορεί να αναστρέψει την φυγή κεφαλαίων, όπως η απειλή της απώλειας της αγοραστικής δύναμης.
Το υποτιμημένο νόμισμα μπορεί να προσελκύσει επενδύσεις και με τον καιρό η Ελλάδα ανακτά την πρόσβαση στις αγορές, όπως έκανε η Ρωσία το 1998. Το κόστος, βέβαια, είναι το βιοτικό επίπεδο. Αρχικά θα υπάρξει εξάρθρωση, αλλά ενδέχεται να επακολουθήσει ισχυρή ανάκαμψη.
Η τέταρτη επιλογή συνεπάγεται ότι η Ελλάδα θα υποκύψει στις απαιτήσεις της ΕΕ συνεχίζοντας την λιτότητα: Ο ΣΥΡΙΖΑ αρχικά θα προσπαθήσει να διαχειριστεί τις αντιδράσεις, αλλά πολύ σύντομα η κυβερνητική συμμαχία δεν θα καταφέρει να κρατηθεί στις γραμμές της. Σε αυτή την περίπτωση είτε επιστρέφει ο ΣΥΡΙΖΑ με εντολή τη χρεοκοπία και την έξοδο από το ευρώ, είτε έρχεται στα πράγματα το φασιστικό κόμμα της Χρυσής Αυγής. Η πιθανότητα επιβολής ακόμη και στρατιωτικού νόμου δεν μπορεί να αποκλειστεί. Φυσικά, τα οικονομικά προβλήματα μένουν.Τα προβλήματα, όμως, θα υπάρχουν και στην Ευρώπη. Ένα Grexit θα προκαλέσει αναταραχές.
Το κόστος δανεισμού θα ανέβει, θα υπάρξει φυγή κεφαλαίων, το ευρώ θα είναι ασταθές και αν ισχύσει αυτό που λέγεται πως θα εξελιχθεί σε γερμανικό μάρκο, τότε η Γερμανία θα χάσει μεγάλο μέρος της ανταγωνιστικότητάς της.
Στο μεταξύ κόμματα με λαϊκιστικό πρόθεμα να αναδειχθούν ακόμη περισσότερο σε όλη την Ευρώπη.Από τη στιγμή που η Ελλάδα κηρύξει πτώχευση ή/και αφήσει το ευρώ, θα ήταν πολύ δύσκολο να αποφευχθεί η παραφιλολογία και για τα άλλα περιφερειακά κράτη, κάτι που θα οδηγούσε σε κρούσματα κερδοσκοπίας και τελικά εκ βάθρων υπονόμευση του ευρώ.Ακόμη και χωρίς πλήρες Grexit, οι όποιες παραχωρήσεις στην Ελλάδα, θα είχαν ως αποτέλεσμα και οι υπόλοιποι με παρόμοια προβλήματα να ζητήσουν ανάλογες ελαφρύνσεις, τόσο σε δημοσιονομικό όσο και σε μεταρρυθμιστικό επίπεδο.Άρα και πάλι η βιωσιμότητα της Ευρωζώνης θα γινόταν ανέφικτη.«Δεν έχουν μείνει επωφελείς επιλογές στην επίλυση της ελληνικής κρίσης», καταλήγει ο αρθογράφος.