«Τήρηση του προγράμματος ή νέος πρωθυπουργός» είναι ο τίτλος σχολίου στη Süddeutsche Zeitung αναφορικά με τα διλήμματα ενώπιον των οποίων βρίσκεται και πάλι η Ελλάδα, επτά χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης.
«Στην Ελλάδα εδώ και τόσο καιρό οι μεταρρυθμίσεις προχωρούν με μικρή επιτυχία, με αποτέλεσμα να προκαλούν εύκολα το εξής ερώτημα: Μπορεί εν τέλει η χώρα να σωθεί; Οι ευρωπαίοι δανειστές ρίχνουν σε κάθε περίπτωση χρήματα στον ελληνικό κορβανά, αλλά ο λαός γίνεται όλο και πιο φτωχός. Η οικονομία έχει συρρικνωθεί κατά ένα τέταρτο. Όσοι έχουν λάβει καλή εκπαίδευση αναζητούν την τύχη τους στο εξωτερικό.
Η τρέχουσα αξιολόγηση των μεταρρυθμιστικών βημάτων έχει εξελιχθεί σε τεράστιο δράμα. Εδώ και καιρό οι πολίτες διερωτώνται αν κάποιος άλλος πέρα από τον Αλέξη Τσίπρα μπορεί να υποσχεθεί έναν λιγότερο επώδυνο τρόπο για έξοδο από την κρίση. Πρόσφατα ο Κυριάκος Μητσοτάκης παρουσίασε τις θέσεις του στην καγκελάριο Μέρκελ. Στις δημοσκοπήσεις προηγείται με διαφορά.
Αυτό βέβαια υποδηλώνει περισσότερο την απογοήτευση του κόσμου από τον Τσίπρα παρά την επιδοκιμασία προς τον Μητσοτάκη. Ο τελευταίος προέρχεται από το πολιτικό κατεστημένο της χώρας, το οποίο στο παρελθόν την οδήγησε στην κρίση. Ο Μητσοτάκης έστειλε στη Μέρκελ το μήνυμα ότι με αυτόν στην πρωθυπουργία το έργο των δανειστών θα γίνει πιο εύκολο: με συνεργασία και όχι αντιπαράθεση. Μια δελεαστική προσφορά».
Στη συνέχεια όμως τίθεται το ερώτημα: «Αλλά χρειάζεται η χώρα μόνο μια άλλη κυβέρνηση, προκειμένου η πολιτική διάσωσης να στεφθεί τελικά με επιτυχία; Αυτή την ψευδαίσθηση δεν πρέπει να έχει κανείς στο Βερολίνο.» Η εφημερίδα σημειώνει ότι στην πραγματικότητα όλα τα πακέτα διάσωσης προς την Ελλάδα είχαν την ίδια τύχη ανεξαρτήτως κυβέρνησης. «Το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του Τσίπρα, ήταν ότι επί πρωθυπουργίας του αποφεύχθηκε η κοινωνική αναταραχή». Ο Μητσοτάκης, τον οποίο ο σχολιογράφος περιγράφει ως «εξίσου νέου και έξυπνο με τον Τσίπρα», διατείνεται ότι θα ακολουθήσει μια άλλη πολιτική, όμως εν τέλει «διαθέτει το ίδιο περιθώριο χειρισμών με τον Τσίπρα.
To πρωτογενές πλεόνασμα στον δημόσιο προϋπολογισμό πρέπει να παραμείνει διαρκώς στο 3,5%. Τόσο ο Τσίπρας όσο και ο Μητσοτάκης θεωρούν αυτόν τον στόχο εντελώς μη ρεαλιστικό. Και οι δύο εξαρτώνται από τη συγκατάθεση των Βρυξελλών». Η βασική θέση του σχολίου μπορεί με λίγα λόγια, να συνοψισθεί στο ότι μια κυβερνητική αλλαγή δεν είναι αυτή που θα λύσει το πρόβλημα της Ελλάδας.