Η επιβολή περιοριστικών ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων από το καλοκαίρι του 2015 μπορεί να έθεσε «φραγή» στην κυκλοφορία των χαρτονομισμάτων, ωστόσο αύξησε σημαντικά τη χρήση του «πλαστικού χρήματος» από τη συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων.
Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησαν το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΙΝΕΜΥ ΕΣΕΕ) και η εταιρεία Public Issue -στο διάστημα 6-13 Μαρτίου σε πανελλαδικό δείγμα 1.002 ατόμων- επτά στους δέκα Ελληνες (68%) δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν «πλαστικό χρήμα» για τις συναλλαγές τους.
Πιο δημοφιλής είναι η χρεωστική κάρτα -η οποία χρησιμοποιείται από το 61% των Ελλήνων-, ακολουθεί με μεγάλη διαφορά η πιστωτική (21%), ενώ σχεδόν άγνωστη στους Ελληνες είναι η προπληρωμένη κάρτα καθώς τη χρησιμοποιεί μόλις το 6% των ερωτηθέντων.
Από τους χρήστες χρεωστικών καρτών, το 65% αυτών τη χρησιμοποιεί πολύ συχνά και πιο συγκεκριμένα το 25% σε καθημερινή βάση και το 40% μία με τρεις φορές την εβδομάδα. Αναφορικά με τους χρήστες πιστωτικών καρτών, μόλις το 14% τη χρησιμοποιεί καθημερινά, το 28% μία έως τρεις φορές εβδομαδιαίως και το 29% μία με τρεις φορές σε μηνιαία βάση.
Σχετικά με τα βασικά μειονεκτήματα από τη χρήση «πλαστικού χρήματος», το 46% αναφέρεται στον κίνδυνο που έχουν τα προσωπικά τους δεδομένα και το 40% στο γεγονός ότι «όταν πληρώνει κανείς με κάρτα, δεν ξέρει τι ξοδεύει».
Η μεγαλύτερη χρήση του «πλαστικού χρήματος» έχει βοηθήσει πολύ και στην πάταξη της φοροδιαφυγής, κάτι το οποίο φαίνεται και στην έρευνα.
Συνολικά το 66% εκτιμά ότι οι πληρωμές με κάρτα βοηθούν προς αυτή την κατεύθυνση, ενώ το 56% στέκεται στο γεγονός ότι «με την κάρτα έχεις πάντα χρήματα επάνω σου».
Σημειώνεται δε ότι μόλις το 20% δήλωσαν ότι δεν τους δόθηκε απόδειξη σε κάποια αγορά τους, ενώ το 22% ανέφεραν ότι ήθελαν να πληρώσουν με κάρτα αλλά δεν υπήρχε τερματικό αποδοχής καρτών, το γνωστό σε όλους POS.
Από τους επαγγελματίες που δεν διέθεταν μηχάνημα POS, το 27% αφορούσε καταστήματα τροφίμων-ποτών, περίπτερα, ζαχαροπλαστεία, λαϊκές αγορές κ.λπ. και το 25% καταστήματα εστίασης και καφέ.
Πιο κάτω ακολουθούν υπηρεσίες υγείας (πληρωμή γιατρών, κλινικών και κέντρων υγείας) με ποσοστό 9%, τα καταστήματα ειδών ένδυσης/υπόδησης με 8% και τα κομμωτήρια/κέντρα αισθητικής με ποσοστό 6%.
Τέλος, από τα υπόλοιπα ευρήματα της μελέτης ξεχωρίζει το γεγονός ότι οι περισσότεροι καταναλωτές (6 στους 10) ψωνίζουν όποτε υπάρχει ανάγκη και μόλις το 23% όταν υπάρχει περίοδος εκπτώσεων. Είναι δε διχασμένοι για το αν εμπιστεύονται τις τιμές στις εκπτώσεις αφού το ποσοστό των… δύσπιστων φθάνει το 45%.
Πηγή: Έθνος