Σβίγκου: Θα υπάρξει συμφωνία με τους πιστωτές

Συνέντευξη της εκπροσώπου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Ράνιας Σβίγκου, φιλοξενεί σήμερα η ιταλική εφημερίδα Ιl Manifesto. Στη συνέντευξη, με τίτλο «Θα υπάρξει συμφωνία με τους πιστωτές, αγωνιζόμαστε για τους εξαθλιωμένους ανθρώπους», γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στην ανάγκη να λειτουργήσουν τα αντίμετρα υπέρ της αύξησης των θέσεων εργασίας, κρίνεται αρνητικά η τοποθέτηση της καγκελάριου Μέρκελ για μια «Ευρώπη πολλαπλών ταχυτήτων», ενώ η Ράνια Σβίγκου δηλώνει βέβαιη ότι κίνδυνος για Grexit δεν υφίσταται.

Πιο αναλυτικά στην ερώτηση της Il Manifesto σχετικά με το τελευταίο θέμα, η εκπρόσωπος τύπου του ΣΥΡΙΖΑ απαντά:

«Κίνδυνος Grexit δεν υπάρχει. Αυτό δεν σημαίνει ότι κάποιοι, ειδικά στη Γερμανία, έχουν σταματήσει να μας απειλούν με Grexit, αλλά ότι οι απειλές τους δεν έχουν βάση και δεν έχουν πια πέραση.

Εδώ, όμως, θα πρέπει να συμπληρώσω και κάτι άλλο. Κάποιοι απειλούν την Ελλάδα με έξοδο από το ευρώ, για να την εξαναγκάσουν να αποδεχθεί σκληρά νεοφιλελεύθερα μέτρα λιτότητας. Κάποιοι άλλοι, από ένα ευρύ ιδεολογικό φάσμα, θεωρούν ότι μπορούν να ξεπεράσουν τα τεράστια, δομικά προβλήματα της νομισματικής ένωσης, με ένα “άλμα στο κενό”, με μια επιστροφή στα εθνικά νομίσματα, την οποία παρουσιάζουν ως επιστροφή σε μια μυθική κατάσταση ευημερίας, η οποία δήθεν υπήρχε πριν το ευρώ. Η άποψή μας είναι ότι μια επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, για την Ελλάδα, στις παρούσες συνθήκες, θα σήμαινε μεγαλύτερη λιτότητα, μεγαλύτερη εξαθλίωση της εργατικής τάξης, μεγαλύτερη φτώχεια. Για εμάς η Ευρώπη είναι το πεδίο της κοινωνικής, πολιτικής και ταξικής πάλης, μέσα στο οποίο αγωνιζόμαστε με όλες μας τις δυνάμεις».

Πώς απαντά η Ελλάδα, και ένα αριστερό κόμμα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, στο αίτημα των πιστωτών για πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,5% για σειρά ετών, μετά το 2018, ρωτά η ιταλική εφημερίδα την κ. Σβίγκου, η οποία εξηγεί:

«Σύμφωνα με αδιαμφισβήτητα στοιχεία, η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε τροχιά ανάκαμψης. Μάλιστα, εξαιτίας της υπεραπόδοσης των εσόδων, το 2016 θα ξεπεράσουμε τους στόχους της συμφωνίας που υπογράψαμε το καλοκαίρι του 2015, και θα έχουμε πρωτογενές πλεόνασμα τουλάχιστον 2%. Αυτό, βέβαια, είναι αποτέλεσμα των θυσιών του ελληνικού λαού. Το αίτημα για 10 χρόνια πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 3,5% είναι παράλογο και αντικοινωνικό.

Ο ελληνικός λαός έχασε, από το 2010, το 25% του ΑΕΠ. Η ανεργία έφτασε μέχρι το 27%, τώρα έχει μειωθεί 4 μονάδες, αλλά το ποσοστό είναι ακόμα πάρα πολύ υψηλό. Σύμφωνα με κάποιες μελέτες, περίπου 300 χιλιάδες νέοι επιστήμονες αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν. Τα εργασιακά δικαιώματα, που κατακτήθηκαν με αγώνες και θυσίες, συρρικνώθηκαν. Το ΔΝΤ ζητά μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα, για πολλά χρόνια, διότι γνωρίζει ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο, χωρίς κάποια απομείωσή του. Αντί όμως να πιέσει την ευρωπαϊκή πλευρά να πάρει αποφάσεις για το χρέος, ζητά από τον εξαθλιωμένο ελληνικό λαό να κάνει ακόμα περισσότερες θυσίες, μόνο και μόνο για να διασφαλίσει ότι τηρούνται οι όροι του Καταστατικού του σχετικά με την βιωσιμότητα του χρέους της Ελλάδας, και να μπορέσει έτσι να συμμετάσχει το ελληνικό πρόγραμμα. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να διασφαλίσει τα συμφέροντα των υποτελών τάξεων, και αγωνίζεται για μια όσο το δυνατόν καλύτερη συμφωνία, με μικρότερα πρωτογενή πλεονάσματα για όσο το δυνατόν συντομότερη περίοδο».

Σχετικά με τη δυνατότητα να επιτευχθεί συμφωνία με τους θεσμούς και με την δυνατότητα επιστροφής στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, η εκπρόσωπος τύπου του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς τονίζει:

«Συμφωνία θα υπάρξει, και μάλιστα άμεσα. Κανέναν δεν συμφέρει, αυτή τη στιγμή, μια κατάσταση αβεβαιότητας στην Ευρώπη, ειδικά αυτή την περίοδο, όπου σε πολλές και σημαντικές χώρες γίνονται εκλογές. Όσο για το χρέος και τις συλλογικές συμβάσεις, θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι εμείς δεν δίνουμε μια μάχη μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για την Ευρώπη, ιδίως για τον ευρωπαϊκό Νότο. Η προηγούμενη ελληνική κυβέρνηση, του κ. Σαμαρά, ήταν υπέρ της αποδιάρθρωσης των εργασιακών δικαιωμάτων, ενώ ισχυριζόταν ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο. Ήταν μια κυβέρνηση υποτελής στους δανειστές, η οποία δεν διαπραγματευόταν καν. Αυτό που καταφέραμε εμείς, είναι να συμφωνηθεί ότι θα παρθούν βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα για την απομείωση του χρέους.

Τα βραχυπρόθεσμα μέτρα θα παρθούν άμεσα, τώρα αγωνιζόμαστε για τη συγκεκριμενοποίηση των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος. Αυτό που έχει σημασία να ειπωθεί, είναι ότι πρόβλημα χρέους, έχουν όλες οι χώρες του Νότου. Χρειάζεται, λοιπόν, κι άλλες φωνές να ενωθούν μαζί με τη δική μας, ώστε να διεκδικήσουμε μια συνολική λύση του ζητήματος, γιατί η υπερχρέωση είναι ένα κατεξοχήν ευρωπαϊκό πρόβλημα. Όπως, ευρωπαϊκό είναι και το ζήτημα των εργασιακών δικαιωμάτων. Εμείς αγωνιζόμαστε για την επιστροφή του καθεστώτος των συλλογικών διαπραγματεύσεων, για την τήρηση της εργασιακής νομοθεσίας, για την επαναφορά της κανονικότητας στις εργασιακές σχέσεις σύμφωνα με το ευρωπαϊκό κεκτημένο».

Σχετικά με την πραγματική ή όχι βούληση της Ευρώπης να απομακρυνθεί από την λιτότητα, η Ράνια Σβίγκου δηλώνει στην Il Manifesto:

«Νομίζω ότι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν αντιληφθεί τη λαϊκή δυσαρέσκεια, το αυξανόμενο κύμα ευρωσκεπτικισμού και αντιευρωπαϊσμού, την άνοδο του ρατσισμού, της ξενοφοβίας, την τάση για μια επιστροφή στην εθνική απομόνωση των εθνών-κρατών. Από το 2008, που ξέσπασε η παγκόσμια κρίση, μέχρι πρόσφατα, όχι μόνο δεν έκαναν τίποτα για να αντιμετωπίσουν αυτή τη λαϊκή δυσφορία, αλλά μάλλον αδιαφόρησαν και για τις επιπτώσεις που θα μπορούσαν να έχουν, μεσοπρόθεσμα, αυτές οι τάσεις, ακόμα και στις ίδιες τους τις εκλογικές βάσεις. Αυτό που διαφαίνεται, σήμερα, είναι μια μετακίνηση, της Κεντροδεξιάς σε πιο εθνικιστικές θέσεις και, ταυτόχρονα, της Σοσιαλδημοκρατίας σε θέσεις που είχαν εγκαταλειφθεί μετά τη δεκαετία του 1990. Η απαγκίστρωση τμημάτων της Σοσιαλδημοκρατίας από τον νεοφιλελευθερισμό, και τις λογικές Τρίτου Δρόμου, είναι μια θετική εξέλιξη, που θα μπορούσε να στρέψει την Ευρώπη σε μια προοδευτική κατεύθυνση. Αν δεν ολοκληρωθεί, κι αν η ευρωπαϊκή Αριστερά δεν ενδυναμωθεί, δεν ξαναβρεί την επαφή της με τα λαϊκά στρώματα, τις ευρύτερες εργατικές διεκδικήσεις, η σημερινή Ευρώπη δύσκολα θα έχει μέλλον».

Αναφερόμενη στα αντίμετρα για την ανάπτυξη, η εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ υπογραμμίζει ότι απαιτείται να βοηθηθούν όσοι πολίτες υπέφεραν και υποφέρουν περισσότερο λόγω της κρίσης.

«Το βάρος θα πρέπει να δοθεί στη δημιουργία θέσεων εργασίας. Δεν μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη χωρίς μείωση του ποσοστού ανεργίας. Γενικότερα, τα αντίμετρα θα πρέπει να κατευθυνθούν στην προστασία των πιο αδύναμων, όσων επλήγησαν περισσότερο από την κρίση. Να μας επιτρέψουν να συνεχίσουμε και να ολοκληρώσουμε την προσπάθειά μας για αναβαθμισμένη δωρεάν υγεία και παιδεία για όλους τους πολίτες και ενδυνάμωση του δικτύου κοινωνικής πρόνοιας», λέει η κυρία Σβίγκου.

Απορρίπτει, δε, την αναφορά της Άγγελας Μέρκελ υπέρ μιας Ευρώπης πολλαπλών ταχυτήτων, και καθιστά σαφές ότι θα σήμαινε τέλος της Ένωσης:

«Δεν είναι ένα σχέδιο ενίσχυσης της ολοκλήρωσης, αλλά πρόκειται για το τέλος της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Απέναντι στην ξενοφοβία, την εθνική περιχαράκωση και την έξαρση των εθνικών ανταγωνισμών, που όλοι γνωρίζουμε πού οδήγησαν την ήπειρό μας κατά τον 20ο αιώνα, η μόνη λύση είναι η συνεργασία και η αλληλεγγύη. Αν δεν υπάρξουν κατευθύνσεις για την ενίσχυση της αλληλεγγύης, το μόνο που θα καταφέρουμε, με τέτοιες κινήσεις, είναι να οδηγήσουμε τον κόσμο της εργασίας με ακόμα πιο μεγάλη ταχύτητα, στην αγκαλιά των εθνικιστών και των αντιευρωπαϊστών».

Πώς προσδιορίζει ο ΣΥΡΙΖΑ την ταυτότητά του ως κόμμα της Αριστεράς, μετά από δύο χρόνια στην κυβέρνηση; Τι είναι αυτό που έπρεπε να γίνει πιο γρήγορα και αποτελεσματικά, και για τι είναι η ίδια υπερήφανη και ικανοποιημένη, ρωτά, τέλος, η Il Manifesto την εκπρόσωπο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία απαντά:

«Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν και παραμένει ένα κόμμα της Αριστεράς, ένα κόμμα που έχει τις ρίζες του στην παράδοση της κομμουνιστικής ανανέωσης, αντλεί από τις σκέψεις και τη στάση ζωής του Γκράμσι και του Ινγκράο, του ευρωκομουνισμού, των κοινωνικών κινημάτων. Δεν απεμπολήσαμε το παρελθόν μας στα δύσκολα χρόνια της δεκαετίας του 1990, όταν πολλοί μιλούσαν για το «τέλος της Ιστορίας», και τον παγκόσμιο θρίαμβο του νεοφιλελευθερισμού. Πήραμε μέρος στους αγώνες των κινημάτων κατά της παγκοσμιοποίησης, όπως στη Γένοβα, στο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Φόρουμ στη Φλωρεντία. Βρεθήκαμε στην εξουσία για να προασπίσουμε τα δικαιώματα και τις κατακτήσεις των εργαζομένων, των υποτελών τάξεων, σε μια πολύ δύσκολη περίοδο, με πολύ αρνητικούς διεθνείς συσχετισμούς.

Αυτό που μας έδωσε και μας δίνει δύναμη και κουράγιο στα δύσκολα, είναι ότι δεν έχουμε δικαίωμα ούτε να προδώσουμε τις ελπίδες του λαού, ούτε να παραδώσουμε την εξουσία στους εκπροσώπους τού πιο απάνθρωπου καπιταλισμού, μόνο και μόνο για χάρη ενός στενά κομματικού ή εκλογικού οφέλους, ή για να έχουμε δήθεν ήσυχη τη συνείδησή μας, σαν άλλοι Πόντιοι Πιλάτοι. Αυτό που θα έπρεπε να κάνουμε, είναι να κινηθούμε πιο γρήγορα, διότι ο κόσμος δεν έχει αντοχές, μετά από τόσα χρόνια σκληρής λιτότητας. Νομίζω ότι οι άνθρωποι που ανήκουν στην Αριστερά αντλούν την ικανοποίησή τους από τη βελτίωση της ζωής των συνανθρώπων τους.

Είμαι υπερήφανη που οι ανασφάλιστοι έχουν δικαίωμα πρόσβασης στην ιατροφαρμακευτική φροντίδα, που τα παιδιά των μεταναστών που γεννήθηκαν στην Ελλάδα μπορούν να πάρουν την ελληνική ιθαγένεια, που για πρώτη φορά δίνονται μάχες απέναντι σε ισχυρά επιχειρηματικά συμφέροντα που μέχρι πρότινος απολάμβαναν ενός καθεστώτος ασυλίας και ασυδοσίας. Δεν μπορώ να είμαι ικανοποιημένη, από τη στιγμή που στην Ελλάδα οι μισοί συνομήλικοί μου είναι άνεργοι, υπάρχουν άστεγοι και εξαθλιωμένοι άνθρωποι. Γι’ αυτούς αγωνιζόμαστε, αυτή είναι μια μάχη που είμαστε υποχρεωμένοι να την κερδίσουμε».


Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Exit mobile version