Τα πρώτα – διόλου ευκαταφρόνητα – πρόστιμα για περιπτώσεις φοροαποφυγής μεγάλων πολυεθνικών, μέσα από συμφωνίες τύπου “tax ruling”, που μειώνουν τεχνητά τη φορολογική επιβάρυνση των εταιρειών, επιβάλλει η Ε.Ε. Η Επιτροπή ανακοίνωσε, χθες, μετά από έρευνα, που ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2014, ότι τα επιλεκτικά φορολογικά πλεονεκτήματα υπέρ της Fiat στο Λουξεμβούργο και της Starbucks στην Ολλανδία είναι παράνομα, βάσει των κανόνων της Ε.Ε. περί κρατικών ενισχύσεων.
Ως εκ τούτου, ζητά από το Λουξεμβούργο και την Ολλανδία να ανακτήσουν τους μη καταβληθέντες φόρους από τη Fiat και τη Starbucks, αντίστοιχα, προκειμένου να εξαλειφθεί το αθέμιτο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, που αυτές απολάμβαναν. Τα προς ανάκτηση ποσά ανέρχονται σε τουλάχιστον €20 εκατ. έως €30 εκατ. για κάθε επιχείρηση. Επίσης, οι δύο αυτές επιχειρήσεις δεν θα μπορούν, πλέον, να επωφελούνται από την ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση που παρέχουν οι εν λόγω φορολογικές αποφάσεις.
Το θέμα των – υπό διερεύνηση – κρυφών συμφωνιών, που δίνουν προνομιακή φορολογική μεταχείριση σε πολυεθνικές επιχειρήσεις άνοιξε, αρχικά, για το Λουξεμβούργο (για τις πολυεθνικές Amazon και Fiat Finance and Trade), την Ιρλανδία (ερευνάται η σχέση με την Apple) και την Ολλανδία (υπό διερεύνηση έχουν τεθεί αντίστοιχες συμφωνίες με την Starbucks). Στη συνέχεια, επεκτάθηκε, προκειμένου να καλύψει όλα τα κράτη – μέλη.
Πλέον, η Επιτροπή δεν αποκλείει την έναρξη και άλλων επίσημων ερευνών σχετικά με φορολογικές αποφάσεις αυτού του τύπου, εάν διαπιστώσει ότι δεν τηρούνται οι κανόνες της Ε.Ε. περί κρατικών ενισχύσεων.
Επί του παρόντος, συνεχίζονται οι επίσημες έρευνες σχετικά με φορολογικές αποφάσεις στο Βέλγιο, την Ιρλανδία και το Λουξεμβούργο. Κάθε υπόθεση εξετάζεται με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της και οι σημερινές αποφάσεις δεν προδικάζουν το αποτέλεσμα των εν εξελίξει ερευνών της Επιτροπής.
Η απόφαση
Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το Λουξεμβούργο χορήγησε επιλεκτικά φορολογικά πλεονεκτήματα στη χρηματοδοτική εταιρεία της FIAT και η Ολλανδία στην εταιρεία φρύξης καφέ της Starbucks. Και στις δύο υποθέσεις, οι αντίστοιχες φορολογικές αρχές εξέδωσαν φορολογικές αποφάσεις, με τις οποίες μειώθηκε τεχνητά ο φόρος, που έπρεπε να καταβάλουν οι επιχειρήσεις.
Στην περίπτωση της Fiat Finance and Trade, κρίθηκε ότι μια φορολογική απόφαση (ruling), που εκδόθηκε από τις αρχές του Λουξεμβούργου το 2012, παρείχε επιλεκτικό πλεονέκτημα στην εταιρεία, με αποτέλεσμα να μειωθεί αδικαιολόγητα η φορολογική της επιβάρυνση από το 2012 κατά €20 εκατ. – €30 εκατ.
Στην περίπτωση της Starbucks Manufacturing EMEA – μοναδική εταιρεία φρύξης καφέ στον όμιλο Starbucks στην Ευρώπη – η έρευνα έδειξε ότι μια φορολογική απόφαση, που εκδόθηκε από τις αρχές του Λουξεμβούργου το 2008, παρείχε επιλεκτικό πλεονέκτημα, με αποτέλεσμα να μειωθεί αδικαιολόγητα η φορολογική της επιβάρυνση από το 2008 κατά €20 εκατ. – €30 εκατ.
Tax ruling
Οι φορολογικές αποφάσεις αυτές καθαυτές, σύμφωνα με τα ισχύοντα στην Ε.Ε., είναι απολύτως νόμιμες, καθώς αποτελούν δηλώσεις προθέσεων, που εκδίδονται από τις φορολογικές Αρχές, για να αποσαφηνίσουν στις επιχειρήσεις τον τρόπο υπολογισμού των εταιρικών φόρων ή την εφαρμογή ειδικών φορολογικών διατάξεων. Ωστόσο, οι δύο συγκεκριμένες φορολογικές αποφάσεις κρίθηκε ότι βασίστηκαν σε τεχνητές και περίπλοκες μεθόδους καθορισμού των φορολογητέων κερδών των επιχειρήσεων, οι οποίες δεν λαμβάνουν υπόψη την οικονομική πραγματικότητα.
Ειδικότερα, οι τιμές που καθορίστηκαν για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που πωλούνται μεταξύ, αφενός, των εταιρειών του ομίλου της Fiat και αφετέρου, των εταιρειών του ομίλου της Starbucks, δεν ανταποκρίνονται στις συνθήκες της αγοράς.
Ως αποτέλεσμα, το μεγαλύτερο μέρος των κερδών της εταιρείας φρύξης καφέ της Starbucks μεταφέρθηκε στο εξωτερικό, όπου δεν φορολογείται και η χρηματοδοτική εταιρεία της Fiat κατέβαλε φόρους μόνο για ένα μικρό μέρος των πραγματικών κερδών της.