Υπερφορολόγηση της αγοράς εργασίας, καταδεικνύουν στοιχεία που περιλαμβάνονται στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων του ΣΕΒ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει ο Σύνδεσμος, όταν ένας μισθωτός αμείβεται λίγο καλύτερα από 1000 ευρώ ο μήνα, πολύ σύντομα το κράτος φτάνει να εισπράττει κοντά στο ήμισυ του συνολικού κόστους του εργοδότη.
Αντίστοιχα, για υψηλόμισθο στέλεχος εταιρείας το κράτος εισπράττει πάνω από 55% του συνολικού κόστους που καταβάλλει η επιχείρηση.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που προέρχονται από λογιστήριο επιχείρησης – μέλους του ΣΕΒ :
-Εργαζόμενος με μικτές μηνιαίες αποδοχές 1100 ευρώ, εισπράττει καθαρά 869 ευρώ ενώ κοστίζει στην επιχείρηση 1370 ευρώ (ως μικτές αποδοχές ορίζεται ο μισθός με τις ασφαλιστικές εισφορές του εργαζόμενου αλλά όχι του εργοδότη). Το κράτος (ΙΚΑ εργαζόμενου και εργοδότη, ΦΜΥ και έκτακτη εισφορά) εισπράττει 501 ευρώ, δηλαδή το 36,6 % του συνολικού κόστους.
-Αντίστοιχα για εργαζόμενο με μικτές αποδοχές 2500 ευρώ, το κόστος για τον εργοδότη είναι 3114 ευρώ, ο εργαζόμενος εισπράττει 1680 ευρώ καθαρά και το κράτος 1434 ή το 46 %. Για μικτές αποδοχές 3500 ευρώ, το μερίδιο του κράτους ανεβαίνει στο 509,8% και για 5000 στο 55,4%.
Ο ΣΕΒ παραθέτει επίσης το παράδειγμα μηχανικού ασφαλισμένου στο ΤΣΜΕΔΕ, με μικτό μισθό 2.500 ευρώ, στον οποίο ο εργοδότης αποφάσισε να δώσει αύξηση 1000 ευρώ.
Η αύξηση αυτή κοστίζει 1.246 ευρώ στον εργοδότη από τα οποία ο εργαζόμενος εισπράττει καθαρά 396 ευρώ, ενώ το κράτος άλλη εξασφαλίζει για τον εαυτό του επιπλέον έσοδο 850 ευρώ. Δηλαδή το 68,2% της αύξησης πηγαίνει στο κράτος.
«