Σταθερά ανοδικά κινούνται την τελευταία διετία τα ενοίκια κατοικιών, πλην λιγοστών περιπτώσεων κυρίως ακινήτων μεγάλης ηλικίας, μικρής επιφάνειας σε υποβαθμισμένες περιοχές.
Η στροφή του κοινού προς την ενοικίαση κατοικίας, προκειμένου να καλυφθούν ανάγκες στέγασης, έχει γίνει εμφανής ήδη από την περίοδο 2013-2014.
Ταυτόχρονα όμως, η άνοδος αυτή της ζήτησης έχει συμπέσει χρονικά με τον περιορισμό της διαθεσιμότητας κατοικιών προς ενοικίαση, ιδίως από το τέλος του 2015 και μέχρι σήμερα, ως αποτέλεσμα της εκτίναξης του φαινομένου των βραχυχρόνιων ενοικιάσεων. Το αποτέλεσμα είναι οι τιμές να αυξάνονται σταθερά στις περισσότερες περιοχές του Λεκανοπεδίου της Αττικής.
Σύμφωνα με τον κ. Κοσμά Θεοδωρίδη, επικεφαλής του μεσιτικού δικτύου Ακίνητα Πόλις, στην περιοχή της Κηφισιάς, μεζονέτες που στο παρελθόν μισθώνονταν αντί 700-800 ευρώ μηνιαίως, πλέον έχουν «πιάσει» τα 1.000 ευρώ, άνοδος της τάξεως του 25%. Ταυτόχρονα, σε διαμερίσματα που βρίσκονται σε περιοχές υψηλής ζήτησης για βραχυχρόνιες μισθώσεις, όπως π.χ. το Κουκάκι, έχουν καταγραφεί ακόμα και περιπτώσεις διπλασιασμού της τιμής του ενοικίου σε σχέση με το 2013.
«Ενα από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα αφορά διαμέρισμα που μισθωνόταν αντί 200-250 ευρώ πριν από λίγα χρόνια και σήμερα, το ελάχιστο που μπορεί να προσδοκά ο ιδιοκτήτης του είναι ένα ποσό της τάξεως των 500 ευρώ», σημειώνει ο κ. Θεοδωρίδης. Κατά τον ίδιο, ένας ακόμα λόγος που οι τιμές των ενοικίων, ακόμα και σε νεόδμητα ακίνητα μεγάλης επιφάνειας, κινούνται ανοδικά, είναι η αυξημένη ρευστότητα που διαθέτουν ορισμένοι υποψήφιοι ενοικιαστές, κυρίως όσοι έχουν κατορθώσει να ενισχύσουν το εισόδημά τους, αξιοποιώντας το παλιό και μικρό τους ακίνητο, μέσω της αγοράς των βραχυχρόνιων μισθώσεων.
Από την άλλη πλευρά, είναι προφανές από τα στοιχεία ότι η φοροδιαφυγή των ιδιοκτητών που εκμεταλλεύονται τα ακίνητά τους έχει εκτοξευτεί.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΑΑΔΕ (Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων), το 2016 το ποσό των εισοδημάτων από ενοίκια που δηλώθηκε στην εφορία διαμορφώθηκε σε 5,96 δισ. ευρώ, υποχωρώντας ελαφρώς από τα 6,08 δισ. ευρώ που είχαν δηλωθεί το 2015.
Η εξέλιξη αυτή έρχεται σε πλήρη αντίφαση με τα όσα εκτυλίσσονται στην αγορά ενοικιάσεων, καθώς τόσο οι τιμές ενοικίασης όσο και οι νέες συμβάσεις έχουν αυξηθεί. Αντιλαμβάνεται λοιπόν κανείς ότι η φοροδιαφυγή, ιδίως στην περίπτωση των βραχυχρόνιων μισθώσεων, είναι εκτεταμένη καθώς οι ιδιοκτήτες «ποντάρουν» στο γεγονός ότι η πολιτεία αδυνατεί να προβεί σε διασταυρώσεις, λόγω του ότι οι ενοικιαστές είναι πολίτες άλλων χωρών.
Πηγή Πληροφοριών: Καθημερινή