Για πολιτικές παρεμβάσεις κατά τη διάρκεια της θητείας της, ως επικεφαλής της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, κάνει λόγο η Κατερίνα Σαββαΐδου.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στην Καθημερινή της Κυριακής, τόνισε ότι δεν είναι ξεκάθαροι οι ρόλοι, υπάρχουν περιθώρια παρεμβάσεων σημειώνει χαρακτηριστικά, ενώ εκτιμά ότι οι υποψήφιοι για τη θέση σίγουρα θα έχουν στην άκρη του μυαλού τους τον τρόπο με τον οποίο αποχώρησαν οι δύο προηγούμενοι γενικοί γραμματείς.
Είναι ιδιαίτερα επικριτική για τη φορολογική πολιτική της κυβέρνησης, κυρίως ως προς το θέμα του ΦΠΑ στην εκπαίδευση, υποστηρίζοντας ότι η κυβέρνηση έθεσε ένα ψεύτικο δίλημμα.
Σε ερώτηση γιατί έβγαλε απόφαση για παράταση ή για αναστολή της πληρωμής του φόρου επί των τηλεοπτικών διαφημίσεων, τονίζει:
“Κατ’ αρχάς με την απόφαση δεν δόθηκε αναστολή πληρωμής του φόρου. Στην πραγματικότητα έπειτα από συνεχείς αναβολές, εφαρμόστηκε για πρώτη φορά φέτος. Στην πράξη απλά προβλέφθηκε η καταβολή του ειδικού φόρου τηλεοπτικών διαφημίσεων σε μία δόση και όχι σε δώδεκα. Αυτό έγινε διότι όλοι οι πραγματικά βαρυνόμενοι με τον φόρο, δηλαδή οι επιχειρήσεις που διαφημίζουν τα προϊόντα τους και καλύπτουν το σύνολο σχεδόν της ελληνικής αγοράς, θα αντιμετώπιζαν σοβαρότατα προβλήματα ρευστότητας με δυσμενείς συνέπειες στη λειτουργία τους.
Αυτό άλλωστε μου έγινε γνωστό και μετά από έγγραφο αίτημά τους.
Δεν ήταν άλλωστε η πρώτη φορά που το υπουργείο Οικονομικών έλαβε παρόμοιες αποφάσεις, προκειμένου να διευκολύνει, ακόμα και αν το θέλετε, να εξασφαλίσει, την πληρωμή φόρων. Να θυμίσω την πρόσφατη παράταση για τον χρόνο απόδοσης του ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση και βέβαια τις συνεχείς παρατάσεις για τον φόρο εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων, ΕΝΦΙΑ, ΦΠΑ γενικά, συγκεντρωτικές καταστάσεις κ.λπ. Τον τελευταίο καιρό έγινε προσπάθεια να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι από την απόφαση αυτή ευνοήθηκαν τα κανάλια, κάτι που βεβαίως δεν ισχύει, καθώς οι βαρυνόμενοι είναι οι διαφημιζόμενες επιχειρήσεις, οι οποίες δραστηριοποιούνται σε κλάδους, όπως τρόφιμα, φάρμακα, τουρισμός, τηλεφωνία κ.λπ.
Αλλωστε στην απόφασή μου αυτή βάρυνε ιδιαίτερα το γεγονός ότι δεν θα υπήρχε καμία απώλεια στα δημόσια έσοδα, αφού ο φόρος, είτε σε μία είτε σε δώδεκα δόσεις, θα αποτελούσε έσοδο του 2015″, τονίζει.