Το μείζον πρόβλημα που αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι η Οικονομία αλλά το Προσφυγικό, γιατί η επίλυσή του με όρους Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας και Ευρωπαϊκού Πολιτισμού είναι κυριολεκτικώς υπαρξιακό για την Ευρώπη, τόνισε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Προκόπης Παυλόπουλος κατά την συνάντησή του με τον Γερμανό Υπουργό Εσωτερικών Τόμας Ντε Μεζιέ στο Προεδρικό Μέγαρο.
Παράλληλα, ο κ. Παυλόπουλος εξήρε την στάση της Γερμανίδας Καγκελαρίου ‘Ανγκελας Μέρκελ στο θέμα του Προσφυγικού, υπογραμμίζοντας το πολιτικό κόστος για εκείνη και επισήμανε, ότι οι πραγματικοί ηγέτες διαλέγονται με την ιστορία και όχι με την συγκυρία, και όπως είπε, η κα Μέρκελ το γνωρίζει πολύ καλά αυτό.
Συνεχίζοντας, διαβεβαίωσε τον Γερμανό υπουργό Εσωτερικών ότι η Ελλάδα σε ό, τι αφορά στο Προσφυγικό θα εκπληρώσει στο ακέραιο τις υποχρεώσεις της, πάρα πολύ σύντομα. «Ό,τι έχουμε αναλάβει θα το εκπληρώσουμε χωρίς καθυστέρηση και χωρίς εκπτώσεις».
Από εκεί και πέρα, σημείωσε, η Ελλάδα έχει το δικαίωμα αλλά και το χρέος απέναντι στον λαό της-που πολλά έχει υποστεί- να ζητάει την αλληλεγγύη της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την επίλυση του προβλήματος αυτού.
Μια αλληλεγγύη, που πρέπει να φανεί κυρίως από το γεγονός ότι συμμεριζόμαστε κοινές αρχές και αξίες. Είναι αδιανόητο να υπάρχουν εταίροι-ευτυχώς λίγοι- που αντιμετωπίζουν το προσφυγικό ζήτημα υπό όρους φοβικούς, που δεν συνάδουν με τον ευρωπαϊκό πολιτισμό.
Και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η μεγάλη πλειοψηφία των αρμόδιων Υπουργών γνωρίζουν ότι ούτε τίθεται, ούτε μπορεί να τεθεί θέμα εξόδου της Ελλάδας από την ζώνη Σένγκεν και αυτό όχι μόνο για λόγους πολιτικούς αλλά και για λόγους θεσμικούς, σημείωσε ο Πρόεδρος.
Αναφερόμενος στη φύλαξη των ελληνικών συνόρων, τόνισε ότι κάνουν λάθος εκείνοι που θεωρούν ότι η Ελλάδα δεν εκπληρώνει υποχρεώσεις σχετικά με την φύλαξη των συνόρων της. Αντιθέτως η Ελλάδα εκπληρώνει στο ακέραιο αυτή την υποχρέωσή της και μάλιστα με όρους που αφορούν τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και την ευρωπαϊκή δημοκρατία.
H Ελλάδα θα κάνει τα πάντα για να καταπολεμήσουμε την μάστιγα της τρομοκρατίας αλλά θα φυλάξει τα σύνορά της, που είναι και ευρωπαϊκά σύνορα με όρους ανθρωπισμού απέναντι στους πρόσφυγες.
Σχετικά με την στάση της Τουρκίας, ο κ. Παυλόπουλος τόνισε ότι πρέπει να εκπληρώσει και τις δικές της υποχρεώσεις με τρόπο που ταιριάζει στις αρχές και τις αξίες της ίδιας της Ευρώπης και χαρακτήρισε αδιανόητο ορισμένες τουρκικές αρχές να συνεργάζονται με διακινητές, να εκμεταλλεύονται τον άνθρωπο. Και αυτό δεν είναι ένας απλός ισχυρισμός, ανέφερε, υπάρχουν στοιχεία, και ορισμένα από αυτά έχουν δει το φως από σημαντικά Μέσα του Γερμανικού Τύπου.
Σχετικά με τη φύλαξη των ελληνικών συνόρων, ο κ. Παυλόπουλος, τόνισε ότι τα σύνορα αυτά είναι και σύνορα της ΕΕ. Η Ελλάδα φυλάσσει τα σύνορα αυτά και δεν είναι νοητές, όπως κάποιοι θέλησαν να πουν, κοινές περιπολίες με την Τουρκία. Αντιθέτως, σημείωσε, έχουμε ανάγκη από την κοινή προσπάθεια όλων των κρατών της ΕΕ και κυρίως από τον FRONTEX, ο οποίος πιστεύουμε ότι πρέπει να εξελιχθεί το ταχύτερο δυνατό, σε Ευρωπαϊκή Ακτοφυλακή.
Καταλήγοντας, ο κ. Παυλόπουλος επανέλαβε ότι η Ελλάδα θα τηρήσει στο ακέραιο τις υποχρεώσεις της.
Αρκεί, βεβαίως, και από την πλευρά των Εταίρων μας να μην υπάρχουν παρανοήσεις και, κυρίως, να μην υπάρχουν εσφαλμένες πληροφορίες. Γιατί αυτές πλήττουν την αλληλεγγύη που πρέπει να υπάρχει αυτή την στιγμή.
Από την πλευρά του, ο Γερμανός υπουργός Εσωτερικών Τόμας Ντε Μεζιέ υπογράμμισε την ανάγκη για μείωση του αριθμού των προσφύγων, γιατί όπως είπε, αν παραμείνουν στο περυσινό επίπεδο, θα τεθεί σε κίνδυνο και η Σένγκεν και η Ευρώπη και χαιρέτισε το γεγονός ότι η Ελλάδα “έχει μια πραγματολογική προσέγγιση στο θέμα”, μετά και τη χθεσινή σύσκεψη στο Λονδίνο σχετικά με τους Δωρητές.
Παράλληλα, ανέφερε ότι ήρθε με τον Γάλλο ομόλογό του για να προσφέρει βοήθεια στην Ελλάδα, ώστε να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της σχετικά με τα Hot Spots και την καταγραφή.
Συμφώνησε, επίσης, με τον Πρόεδρο στην ανάγκη δημιουργίας Ευρωπαϊκής Ακτοφυλακής και σημείωσε “ότι πρέπει κάπως να συμφιλιώσουμε εθνικά συμφέροντα και την ευρωπαϊκή εντολή σχετικά με την Ακτοφυλακή”, και κατέληξε λέγοντας “Όσο είναι δυνατόν, εμείς θα προσπαθήσουμε για μια κοινή ευρωπαϊκή προσέγγιση του θέματος”.