Παυλόπουλος: Δείκτης πορείας «με λογισμό και μ’ όνειρο» η μνήμη του Ιωάννη Καποδίστρια

Σε δηλώσεις με νόημα και αρκετά υπονοούμενα προχώρησε ακόμα μια φορά ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος μετά την κατάθεση στεφάνου στον ανδριάντα του Ι. Καποδίστρια στην Αίγινα.  

Η δήλωση του προέδρου της Δημοκρατίας 

«Αφήνοντας πίσω του μια λαμπρή κι ακόμη περισσότερα υποσχόμενη, άνετη, σταδιοδρομία διπλωμάτη στην τσαρική ρωσική αυλή, ο Ιωάννης Καποδίστριας έφθανε στην Αίγινα και ορκιζόταν Πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδας, στις 26 Ιανουαρίου 1828, ανταποκρινόμενος στο κάλεσμα της ελεύθερης, μα μικρής και ρημαγμένης Πατρίδας, για την ανόρθωση και ανασύνταξή της.  Αφιέρωσε, κυριολεκτικώς, τον εαυτό του στον ιερό αυτό σκοπό βάζοντας, πάνω από τα ερείπια, τις βάσεις για μια Ελλάδα αντάξια του παρελθόντος της αλλά και της προοπτικής της.  Ακαταπόνητος και αποφασιστικός, εργάσθηκε «με λογισμό και μ’ όνειρο», για να θυμηθούμε το στίχο του Διονυσίου Σολωμού στους «Ελεύθερους Πολιορκημένους».  Μόλις τριάμισι χρόνια αργότερα, στις 27 Σεπτεμβρίου 1831, η δολοφονία του στο Ναύπλιο έβαλε θλιβερό τέλος στο μεγαλόπνοο έργο του.  Υπό τις συνθήκες αυτές η μνήμη του Ιωάννη Καποδίστρια, ιδίως κατά την σημερινή πολλαπλώς κρίσιμη συγκυρία, δεν ανήκει μόνο στην ιστορία.  Αποτελεί, για όλους μας, δείκτη πορείας, προκειμένου ν’ αντιληφθούμε, καθένας στο μέτρο που του αναλογεί, για την Ελλάδα μας αυτό που συμπυκνώνει καιρίως ένας άλλος ποιητικός στίχος, του Ιωάννη Πολέμη: «Τι έχασε, τι έχει, τι της πρέπει».


Σημεία αντιφώνησης

Του πρόεδρου της δημοκρατίας κ. Προκόπη  Παυλόπουλου κατά την ανακήρυξη του ως επιτίμου δημότη

Του δήμου Αίγινας


Αποδεχόμενος, ασμένως, την μεγάλη τιμή που μου περιποιείτε ανακηρύσσοντάς με Επίτιμο Δημότη του Δήμου Αίγινας και με την διευκρίνιση ότι συναισθάνομαι πλήρως πως η τιμή αυτή δεν αφορά το πρόσωπό μου, αλλά τον Πολιτειακό Θεσμό τον οποίον, προσκαίρως, εκπροσωπώ, σας διαβεβαιώνω ότι αναλαμβάνω, στο ακέραιο, την ευθύνη να ενεργώ εφεξής και ως θεματοφύλακας της αενάως λάμπουσας ιστορικής μνήμης, η οποία αναβλύζει πλουσίως από την Αίγινα.  Στην οποία, με βάση το παρελθόν της αλλά και το μέλλον που της ανήκει, ταιριάζει ο στίχος του Οδυσσέα Ελύτη από το «Άξιον Εστί»: «Αυτός ο τόπος ο μικρός, ο μέγας».  Υπό τις συνθήκες αυτές μου είναι αδύνατο να διατρέξω εκτενώς την ιστορική διαδρομή της Αίγινας.  Και γι’ αυτό ας μου επιτραπεί να μείνω, μ’ όλο τον κίνδυνο της υποκειμενικής αυθαιρεσίας, σ’ ορισμένους, ευάριθμους, ιστορικούς σταθμούς:

  1. Η ιστορία της Αίγινας χάνεται στα βάθη των αιώνων.  Ένα πρώτο αποτύπωμά της βρίσκεται στο ναό της Αφαίας, που πήρε τ’ όνομά του από την Άφα, κατά την μυθολογία θεότητα κρητικής καταγωγής, η οποία εμφανίσθηκε ως Βριτόμαρτις ή Δίκτυννα, κόρη του Δία και της Κάρμης, σύντροφος της Αρτέμιδος.  Για να ξεφύγει από την καταδίωξη του Μίνωα, μπήκε σε δίχτυα ψαράδων κι έφθασε στην Αίγινα, όπου κρύφθηκε στο ιερό άλσος προκειμένου να μείνει άφαντη.  Εξ ου και Αφαία.  Ο ναός της, χτισμένος στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ., έγινε «δεύτερο σπίτι» της θεάς Αθηνάς, μετά τον Παρθενώνα, ώσπου ν’ αποκαλυφθεί η αρχική του αφιέρωση.

  2. Μνημειώδης παραμένει η οικονομική και, ειδικότερα, εμπορική δραστηριότητα των κατοίκων της Αίγινας, σε ξηρά και θάλασσα.  Κάτι που δείχνει ότι οι Έλληνες, γενικώς, δεν είχαν τίποτε να ζηλέψουν από την αντίστοιχη δραστηριότητα των Φοινίκων.  Δείγμα γραφής, διόλου ευκαταφρόνητο, αυτού του εμπορικού δαιμονίου συνιστά το γεγονός ότι στην Αίγινα κόπηκε και κυκλοφόρησε το πρώτο νόμισμα επί ευρωπαϊκού εδάφους –ο στατήρας με το σχήμα χελώνας- κι ένα από τα πρώτα στον κόσμο, μετά τους Λυδούς, κατά τον 7ο αιώνα π.Χ.

  3. Κι έρχομαι σε πολύ νεώτερους χρόνους, τότε που το Ελληνικό Κράτος έκανε τα πρώτα του βήματα διαρκούντος ακόμη, ουσιαστικώς, του Αγώνα της Εθνεγερσίας, ο οποίος είχε ως αφετηρία το 1821.  Και μιλώ, φυσικά, για την άφιξη στην Αίγινα του πρώτου Κυβερνήτη του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους.  Ειδικότερα: Αφήνοντας  πίσω του μια λαμπρή και ακόμη περισσότερα υποσχόμενη, άνετη, σταδιοδρομία διπλωμάτη στην τσαρική ρωσική αυλή –ας μην ξεχνάμε ότι δεν δέχθηκε ούτε την τιμητική σύνταξη που του χορηγήθηκε- ο Ιωάννης Καποδίστριας, εκλεγμένος από την Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, έφθανε στην Αίγινα και ορκιζόταν Πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδας, στις 26 Ιανουαρίου 1828, ανταποκρινόμενος στο κάλεσμα της ελεύθερης, μα μικρής και ρημαγμένης Πατρίδας, για την ανόρθωση και ανασύνταξή της.  Αφιέρωσε, κυριολεκτικώς, τον εαυτό του στον ιερό αυτό σκοπό βάζοντας, πάνω από τα ερείπια, τις βάσεις για μιαν Ελλάδα αντάξια του παρελθόντος της αλλά και της προοπτικής της.  Ακαταπόνητος και αποφασιστικός, εργάσθηκε «με λογισμό και μ’ όνειρο», για να θυμηθούμε τον στίχο του Διονυσίου Σολωμού στους «Ελεύθερους Πολιορκημένους».  Μόλις τριάμισι χρόνια αργότερα, στις 27 Σεπτεμβρίου 1831, η δολοφονία του στο Ναύπλιο –καθαρώς πολιτική δολοφονία- έβαλε θλιβερό τέλος στο μεγαλόπνοο έργο του.  Υπό τις συνθήκες αυτές η μνήμη του Ιωάννη Καποδίστρια, ιδίως κατά την σημερινή πολλαπλώς κρίσιμη συγκυρία, δεν ανήκει μόνο στην ιστορία.  Αποτελεί, για όλους μας, δείκτη πορείας, προκειμένου ν’ αντιληφθούμε, καθένας στο μέτρο που του αναλογεί, για την Ελλάδα μας αυτό που συμπυκνώνει καιρίως ένας άλλος ποιητικός στίχος, του Ιωάννη Πολέμη: «Τι έχασε, τι έχει, τι της πρέπει».

  4. Δεν θα μπορούσε να φαντασθεί κάποιος την σύγχρονη Αίγινα δίχως τον θρησκευτικό της «βιγλάτορα», τον Άγιο Νεκτάριο, κατά κόσμον Νεκτάριο Κεφαλά, του οποίου ο σύγχρονος επιβλητικός Ναός δεσπόζει πνευματικώς, και όχι μόνον.  Μετά το τέλος της θητείας του ως Διευθυντή της Ριζαρείου, ο Άγιος Νεκτάριος μόνασε στην Αίγινα, από το 1908 ως το 1920 όταν και «εκοιμήθη», στο εγκαταλελειμμένο Μοναστήρι της Ζωοδόχου Πηγής, το οποίο αναστήλωσε ως Μονή της Αγίας Τριάδας.  Στις 20 Απριλίου του 1961 ο τότε Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας, εκτιμώντας εκκλησιαστικώς, μεταξύ άλλων φυσικά, τα θεία σημάδια των λειψάνων του, τον ανακήρυξε Άγιο, τον νεότερο Άγιο της Πίστης μας.

  5. Ακόμη πιο σύγχρονο σημάδι μνήμης της Αίγινας «ακτινοβολεί» το Καποδιστριακό Ορφανοτροφείο, που μετά την δολοφονία του Κυβερνήτη έχασε τον αρχικό του προορισμό, κι ακόμη χειρότερα, μεταξύ 1880 και 1984, λειτούργησε ως φυλακή.  Μια φυλακή που, στα χρόνια της στυγνής δικτατορίας 1967-1974, έκλεισε μέσα της ορισμένες από τις πιο εμβληματικές πολιτικές μορφές της Μεταπολιτευτικής μας ζωής.  Και μ’ αυτόν τον τρόπο σηματοδοτεί για πάντα τις ανεξίτηλες αξίες της Αντίστασης και της Δημοκρατίας.

Σήμερα η Αίγινα φαίνεται να ζει στην σκιά του αφύσικα «μεγαλιθικού» Λεκανοπεδίου και της ιστορικής και πολεοδομικής «καρδιάς» του, της Αθήνας.  Όμως, με βάση την ιστορία της και την προοπτική της, οφείλουμε να φανταζόμαστε την Αίγινα ως ένα «κανάτι», το οποίο όχι μόνο φυλάσσει στοργικά μέσα του ανεκτίμητο νερό Ιστορίας αλλά κι εξακολουθεί πάντα να ποτίζει τη γη του Τόπου μας, προκειμένου να βλαστήσει ο σπόρος της δικής μας ιστορικής αποστολής.  Ακριβώς μ’ αυτές τις «αποσκευές» χρέους φεύγω σήμερα από την Αίγινα.

Exit mobile version