«Τροχοπέδη» στην ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας αποτελεί το κανονιστικό-νομικό πλαίσιο στην Ελλάδα καθιστώντας τη χώρα μας ουραγό μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών του ΟΟΣΑ που συγκαταλέγονται στην κατηγορία υψηλού εισοδήματος.
Σύμφωνα με μελέτη του ΚΕΠΕ που αναλύει την έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας (Doing Business 2017), η Ελλάδα, παρά την πρόοδο που έχει σημειώσει σε συγκεκριμένους τομείς, συνεχίζει να υστερεί σημαντικά ως προς την ευκολία του επιχειρείν σε σχέση με άλλες χώρες.
Κατάταξη
Η βαθμολογία της στην τελευταία έκθεση διαμορφώθηκε στο 68,7, παραμένοντας αμετάβλητη σε σχέση με την προηγούμενη (Doing Business 2016), και την τοποθετεί στην 61η θέση μεταξύ των 190 χωρών που συμπεριλαμβάνονται στην έκθεση του 2017. Συγκριτικά με τις χώρες του ΟΟΣΑ, όχι απλώς παρουσιάζει τη χειρότερη επίδοση, αλλά υστερεί και κατά 9 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τον μέσο όρο. Σημειώνεται ότι είχε σημειωθεί σημαντική άνοδος την περίοδο 2009-2014, όταν από την 109η (μεταξύ 183 χωρών) το 2009, η ελληνική οικονομία ανέβηκε στην 60ή θέση (μεταξύ 189 χωρών) το 2013, στην οποία παρέμεινε και το 2014.
Βαθμολογία
Η εξέταση των επιμέρους δεικτών που απαρτίζουν το συνολικό μέτρο δείχνει σε ποιους τομείς άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας το ρυθμιστικό περιβάλλον δυσχεραίνει το ελληνικό επιχειρείν και σε ποιους το διευκολύνει. Τα σημαντικότερα εμπόδια, λοιπόν, για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις αφορούν κυρίως στην καταχώριση της ακίνητης περιουσίας και στην εφαρμογή των συμβάσεων μέσω της δικαστικής οδού.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ελλάδα απαιτούνται 10 συνολικά διαδικασίες για τη μεταβίβαση ακίνητης περιουσίας (π.χ. κατάρτιση τοπογραφικού σχεδίου και έκδοση συναφών πιστοποιητικών από μηχανικούς, προετοιμασία της συμφωνίας μεταβίβασης από δικηγόρο κ.λπ.), ενώ στις χώρες του ΟΟΣΑ υψηλού εισοδήματος απαιτούνται, κατά μέσο όρο, μόλις 5 διαδικασίες.
Αντίστοιχα, για την καταχώριση/μεταβίβαση ακινήτων στην Ελλάδα απαιτούνται κατά μέσο όρο 20 ημέρες, ενώ στην Πορτογαλία μόνο 1 και στην Ολλανδία 2,5 ημέρες. Επιπλέον, ο μέσος χρόνος εκδίκασης μιας εμπορικής διαφοράς σε δικαστήριο της Αθήνας είναι 1.580 ημέρες, όταν ο αντίστοιχος χρόνος σε μια μέση χώρα του ΟΟΣΑ είναι μόνο 575 ημέρες.
Ετσι, στους τομείς καταχώρισης ακίνητης περιουσίας και εφαρμογής συμβάσεων η χώρα μας βρίσκεται στον… πάτο σε σχέση με τις άλλες χώρες, κατέχοντας την 141η και την 133η θέση αντίστοιχα.
Σε καλό επίπεδο
Στον αντίποδα, το κανονιστικό πλαίσιο στην Ελλάδα είναι αρκετά ευνοϊκό όσον αφορά στο διασυνοριακό εμπόριο και κυρίως τις εισαγωγές προϊόντων, με το κόστος εκτελωνισμού και ελέγχων σε μια τυπική περίπτωση εισαγόμενων εμπορευμάτων να είναι μηδενικό έναντι 115 δολαρίων στη μέση χώρα του ΟΟΣΑ υψηλού εισοδήματος, όπως αναφέρει η μελέτη του ΚΕΠΕ.
Σχετικά καλή παρουσιάζεται η επίδοση της Ελλάδας και στον δείκτη έναρξης επιχείρησης, όπου κατέχει την 56η θέσηστην παγκόσμια κατάταξη έναντι της 114ης θέσης της Γερμανίας και της 111ης θέσης της Αυστρίας. Κι αυτό γιατί στη χώρα μας μπορεί πλέον να ιδρυθεί μια επιχείρηση χωρίς να απαιτείται ελάχιστο αρχικό κεφάλαιο, ενώ το αντίστοιχο κόστος για μια επιχείρηση στη Γερμανία ανέρχεται στο 33% περίπου του κατά κεφαλήν εισοδήματος. Επιπρόσθετα, ο συνολικός απαιτούμενος χρόνος για την ολοκλήρωση των διαδικασιών έναρξης της επιχείρησης είναι 13 ημέρες στην Ελλάδα, όταν στην Αυστρία ανέρχεται στις 21 ημέρες.
Σύμφωνα με το ΚΕΠΕ, η μεγαλύτερη πρόοδος στους παραπάνω τομείς φαίνεται να σημειώθηκε το 2013 ή το 2014. Ενδεικτικά, αναφέρεται η αύξηση του δείκτη έναρξης επιχείρησης από 78,57 το 2012 στο 89,22 το 2013, που σχετίζεται με την κατάργηση των απαιτήσεων ελάχιστου αρχικού κεφαλαίου στην περίπτωση σύστασης Ιδιωτικής Κεφαλαιουχικής Εταιρίας (ΙΚΕ). Επίσης, στην αύξηση του δείκτη του διασυνοριακού εμπορίου κατά 13 περίπου ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ 2013 και 2014 φαίνεται πως είχε σημαντική συμβολή η εισαγωγή ενός συστήματος ηλεκτρονικής υποβολής της τελωνειακής διασάφησης για τις εξαγωγές.
Απλοποίηση
Συμπερασματικά, το ΚΕΠΕ επισημαίνει ότι η απλοποίηση των διαδικασιών, η μείωση της γραφειοκρατίας, του χρόνου και του κόστους διεκπεραίωσης των απαιτούμενων ενεργειών κρίνονται απαραίτητες προκειμένου να δημιουργηθεί στη χώρα ένα «φιλικό» ρυθμιστικό περιβάλλον που θα ενθαρρύνει τις επενδύσεις και την ανάληψη καινοτόμων επιχειρηματικών πρωτοβουλιών.
Πηγή: Ελεύθερος Τύπος