«Θα εξαντλήσουμε όλα τα περιθώρια συναινέσεων τόσο για τη συγκρότηση
του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης όσο βεβαίως και για το πέρασμα στη νέα
τηλεοπτική πραγματικότητα, η οποία υπάρχει μετά και την ολοκλήρωση του
διαγωνισμού», τονίζει σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο
Ειδήσεων ο υπουργός Επικρατείας, Ν. Παππάς.
Ο ίδιος σημειώνει ότι «η κυβέρνηση παρακολουθεί με ενδιαφέρον τις
εξελίξεις στη Βουλή, η οποία Βουλή έχει την ευθύνη για τη συγκρότηση του
Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, μέσω της Διάσκεψης των Προέδρων της».
Αναφέρει ότι είχε «μια επικοινωνία χθες βράδυ με τον Πρόεδρο της
Βουλής, τον κ. Βούτση, ο οποίος μου κατέθεσε την άποψη ότι θα ήταν προτιμότερο
οποιαδήποτε νομοθετική πρωτοβουλία να έλθει μετά και την επόμενη προσπάθεια για
συγκρότηση του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης ούτως ώστε να εξαντληθούν όλα
τα περιθώρια συναινέσεων.
Δεν είναι κάτι στο οποίο μπορούμε να βάλουμε προσκόμματα ή να το
αρνηθούμε, συνεπώς έτσι και θα πράξουμε.
Σεβόμαστε και τις διαδικασίες της Βουλής».
Επαναλαμβάνει πως «είμαστε εδώ πέρα για να εξαντλήσουμε όλα τα
περιθώρια συναινέσεων τόσο για τη συγκρότηση του Εθνικού Συμβουλίου
Ραδιοτηλεόρασης όσο βεβαίως και για το πέρασμα στη νέα τηλεοπτική
πραγματικότητα, η οποία υπάρχει μετά και την ολοκλήρωση του διαγωνισμού».
Κληθείς να σχολιάσει τις δηλώσεις του Ευ. Βενιζέλου που έκανε λόγο για
θεσμική εκτροπή και για κυβερνητικό αδιέξοδο, ο κ. Παππάς απαντά «και εσείς αν
ανατρέξετε στις εκφράσεις που έχει εκστομίσει ο κ. Βενιζέλος κατά τη διάρκεια
ψήφισης του νόμου, θα καταλήξετε στο συμπέρασμα ότι αυτές οι διατυπώσεις
συνιστούν για τα μέτρα του κ. Βενιζέλου ήπιες διατυπώσεις. Οπότε θα τις
προσπεράσω ως τέτοιες».
Στο θέμα των διαπραγματεύσεων με τους εταίρους, ο υπουργός δηλώνει πως
η Ελλάδα έχει τηρήσει τις δεσμεύσεις της.
Όπως αναφέρει «η Ελλάδα έχει τηρήσει τη συμφωνία στο ακέραιο και όχι
μόνο την έχει τηρήσει, αλλά έχει καταφέρει μέσα σε ένα δυσμενές, σφιχτό
δημοσιονομικό περιβάλλον να πάρει πρωτοβουλίες οι οποίες προστατεύουν τα χαμηλά
εισοδήματα. Έχει τηρήσει, λοιπόν, τις δεσμεύσεις της, και κατά το πνεύμα και το
γράμμα της συμφωνίας, πρέπει όλοι να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους, και κυρίως
να μην επικαλούνται επίπλαστες ή πραγματικές διαφωνίες επί του προγράμματος του
χρέους ή των προσδοκιών για την ελληνική οικονομία για να υπάρξουν καινούριες
καθυστερήσεις. Αυτό δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό.
Και εν πάση περιπτώσει, οι
έχοντες τη διαφωνία για την ουσία και την προοπτική του ελληνικού προγράμματος
θα πρέπει να την επιλύσουν πάρα πολύ γρήγορα».