Παπαδημούλης: «Κλειδί» για την επιστροφή στη βιώσιμη ανάπτυξη η αναδιάρθρωση του χρέους

Του Δημήτρη Παπαδημούλη* (στο POLITICO Europe)

Καθώς οι Υπουργοί Οικονομικών των χωρών της Ευρωζώνης συνεδρίασαν στο Λουξεμβούργο για την εκταμίευση της δόσης των 2,8 δισ. ευρώ στο πλαίσιο του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, είναι σημαντικό να θυμίσουμε ότι το εξαιρετικά υψηλό χρέος δεν είναι ελληνικό πρόβλημα, αλλά ένα ζήτημα που απασχολεί την Ευρωπαϊκή Ένωση συνολικά.

Οι πολιτικές λιτότητας έχουν αρνητικές συνέπειες σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό Νότο. Οι ασφυκτικές φορολογικές πολιτικές έχουν αποδυναμώσει τον ρόλο του κράτους, έχουν μειώσει την επίδραση των κοινωνικών πολιτικών, έχουν καταστρέψει τους μακροοικονομικούς δείκτες και έχουν εμποδίσει τις επενδύσεις.

Οι μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες, συμπεριλαμβανομένης της Ιταλίας, της Γαλλίας και της Ισπανίας, αντιμετωπίζουν σοβαρά ζητήματα εξυπηρέτησης του χρέους. Για το 2016, ο μέσος όρος του χρέους επί του ΑΕΠ και για τις τρεις αυτές οικονομίες άγγιξε το 109%, τη στιγμή που ο μέσος όρος ανάπτυξης στην Ευρωζώνη κινείται κάτω από το 2%, επηρεασμένος από το γενικότερο περιβάλλον οικονομικής στασιμότητας.

Ως αποτέλεσμα των πολιτικών λιτότητας, πολιτικές που δίνουν ώθηση στην ανάπτυξη δεν μπορούν να αφήσουν θετικό αποτύπωμα στην οικονομία, ακόμα και αν φιλικοί προς τις επενδύσεις νόμοι περνούν από τα εθνικά κοινοβούλια. Μέσα σε ένα γενικότερο κλίμα δυσφορίας, το μοναδικό κράτος-μέλος που διατηρεί υψηλά εμπορικά πλεονάσματα, είναι η Γερμανία.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να εξεταστούν βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Πρέπει να υπάρξει μια συγκεκριμένη συμφωνία μέχρι το τέλος τους χρόνου, έτσι ώστε οι επώδυνες προσπάθειες που έχει καταβάλει η ελληνική κυβέρνηση για να σταθεροποιήσει την οικονομία να μπορούν να μεταφραστούν σε βιώσιμους δείκτες ανάπτυξης.

Η επιτυχής, για την Ελλάδα, διευθέτηση του δημόσιου χρέους, μπορεί να κινήσει ανάλογες διαδικασίες διευθέτησης και για άλλα κράτη-μέλη, επιτρέποντας στις μεγάλες οικονομίες της Ευρωζώνης να ξεφύγουν από την στασιμότητα. Προς αυτή την κατεύθυνση, χρειάζονται ισχυρές, διακομματικές συνεργασίες στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς και η αναγνώριση ότι η διατήρηση ενός δυσθεώρητου δημόσιου χρέους μπορεί να προκαλέσει πολιτική κρίση.

Η γαλλική και η ιταλική κυβέρνηση αντιμετωπίζουν σημαντικούς πολιτικούς τριγμούς λόγω των πολιτικών λιτότητας. Η άνοδος λαϊκιστικών δυνάμεων που συνδυάζουν στη ρητορική τους αμφιλεγόμενες οικονομικές προτάσεις -συμπεριλαμβανομένης της πρότασης για έξοδο από το ευρώ ή της μονομερούς διαγραφής του χρέους- με άκρως ρατσιστικό και ξενοφοβικό λόγο για τους πρόσφυγες, αποτελούν σήμερα τον μεγαλύτερο κίνδυνο.

Την ίδια στιγμή, σε όλη την Ευρώπη, αυξάνεται η ανησυχία για το μέλλον του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και της οικονομικής διακυβέρνησης, όπως επίσης και η ανάγκη για πολιτικές ανάπτυξης και καταπολέμησης της ανεργίας.

Η Ιταλία και η Γαλλία στηρίζουν τις ελληνικές θέσεις, διαβλέποντας επίσης ότι μια ρύθμιση θα είναι επωφελής και για το δικό τους δημόσιο χρέος. Η Κομισιόν, μέσω του Προέδρου Γιούνκερ και του αρμόδιου Επιτρόπου Μοσκοβισί, αλλά και ο ESM μέσω του Ρέγκλινγκ, στηρίζουν την ανάγκη άμεσης συμφωνίας για το ελληνικό χρέος και της αναζήτησης συγκεκριμένων άμεσων και μεσοπρόθεσμων μέτρων μέχρι το τέλος του 2016.

Το ΔΝΤ επίσης υποστηρίζει την ανάγκη ελάφρυνσής του, αναγνωρίζοντας ότι δεν είναι βιώσιμο, απαιτώντας όμως έναν πιο ισοσκελισμένο κρατικό προϋπολογισμό. Οι ΗΠΑ από την πλευρά τους στηρίζουν τη γραμμή του ΔΝΤ για ελάφρυνση, απαιτώντας λύση μέχρι το τέλος του χρόνου, διατυπώνοντας τις ανησυχίες τους για την σταθερότητα στην Ευρωζώνη, έπειτα και από το σοκ του βρετανικού δημοψηφίσματος και του Brexit.

Η Γερμανία αποτελεί αυτή τη στιγμή το μεγαλύτερο εμπόδιο στην εξεύρεση συμφωνίας. Η γερμανική κυβέρνηση βάζει πάνω από την ανάγκη για παγκόσμια σταθερότητα τις ισορροπίες στην εσωτερική πολιτική της σκηνή, έχοντας το βλέμμα προσηλωμένο στις εθνικές εκλογές του 2017, επιδιώκοντας να καθυστερήσει τη συμφωνία για το ελληνικό χρέος. Ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ Σόιμπλε υποστηρίζει πως το πρόβλημα είναι η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, και όχι το χρέος, παραγνωρίζοντας σκόπιμα ότι η ανταγωνιστικότητα δεν είναι ανεξάρτητη από το ύψος του χρέους, ειδικά όταν αυτό δεν είναι βιώσιμο.

Για την Ελλάδα, η εικόνα είναι ξεκάθαρη. Η ελληνική κυβέρνηση εφαρμόζει τις δεσμεύσεις που απορρέουν από τη συμφωνία. Τώρα είναι η σειρά των θεσμών να τηρήσουν τις δικές τους δεσμεύσεις και να προβούν στην ελάφρυνση του δημόσιου χρέους.

*Ο Δημήτρης Παπαδημούλης είναι Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, επικεφαλής της αντιπροσωπείας του ΣΥΡΙΖΑ.


Exit mobile version