«Παρά τη σκληρή δημοσιονομική προσαρμογή και τις
μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει, ένας από τους βασικότερους στόχους, που είναι η
βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, όχι μόνο δεν έχει επιτευχθεί, αλλά δείχνει και
σημάδια περαιτέρω υποχώρησης», δήλωσε ο πρόεδρος της Οικονομικής και Κοινωνικής
Επιτροπής της Ελλάδος (ΟΚΕ), Γιώργος Βερνίκος.
Ο κ. Βερνίκος προέβη σε
αυτήν την δήλωση στο πλαίσιο της ημερίδας «Μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για
την επανεκκίνηση της ελληνικής ανταγωνιστικότητας», που διοργάνωσαν η ΟΚΕ και η
Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ).
Ειδικότερα, ο κ.
Βερνίκος αναφέρθηκε «στην ετήσια παγκόσμια έκθεση για την ανταγωνιστικότητα,
που δημοσιεύτηκε πριν από μερικές ημέρες, η οποία δείχνει την επιδείνωση της
θέσης της ελληνικής οικονομίας στη διεθνή ανταγωνιστικότητα. Με βάση τα στοιχεία
της έκθεσης, η Ελλάδα έχει χάσει πέντε θέσεις στη λίστα με τις πιο
ανταγωνιστικές οικονομίες και πλέον καταλαμβάνει την 86η θέση μεταξύ 138
κρατών, από 81η που ήταν την προηγούμενη χρονιά».
«Ενδεικτικά, σε
κρίσιμους δείκτες για την ανταγωνιστικότητα, όπως είναι η ανάπτυξη του
χρηματοπιστωτικού συστήματος, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 136η θέση μεταξύ 138
χωρών, ενώ καταλαμβάνει την προτελευταία θέση (137η) όσον αφορά στην πρόσβαση
στη χρηματοδότηση.
Λόγω της κρίσης, ο κοινωνικός διάλογος, «πιο ωφέλιμος από
ποτέ, υπέστη υποχώρηση. Απαιτείται πίστη, επιμονή και προσπάθεια, τόσο από τα
μέλη της ΟΚΕ, όσο και από την κοινωνία, «προκειμένου να καταφέρουμε να
αναδείξουμε και, κυρίως, να υποστηρίξουμε λύσεις προς όφελος της δημοκρατίας,
της ανάπτυξης και της κοινωνικής αλληλεγγύης. Οι κοινωνικοί εταίροι δεν πρέπει
να ξεχνάμε το χρέος μας στην προσπάθεια εξεύρεσης λύσεων στα καυτά μέτωπα και
διλήμματα που έχουμε μπροστά μας, με πιο πρόσφατο τα εργασιακά», τόνισε με
έμφαση.
Παράλληλα, ο κ. Βερνίκος σχολίασε ότι «η χώρα ακολουθεί για
χρόνια ένα στρεβλό αναπτυξιακό μοντέλο, «που στηρίζεται στις κομματικές
πελατειακές σχέσεις, στο διάχυτο κρατισμό, στην κρατικοδίαιτη
επιχειρηματικότητα, στα συντεχνιακά συμφέροντα, κ.ά.». Συμπέρανε δε, ότι είναι
μία μη ανταγωνιστική χώρα, με αυξημένη γραφειοκρατία και κλίμα έντονα
αντιεπενδυτικό. Αναμένουμε να ανοίξει η συζήτηση για τις μεταρρυθμίσεις στην
αγορά εργασίας.
Η επόμενη γνωμοδότηση, η οποία είναι σε φάση επεξεργασίας,
είναι για το νέο αναπτυξιακό μοντέλο που χρειάζεται η χώρα. Είμαστε όλοι
υπεύθυνοι για το τι συμβαίνει στη χώρα μας. Είμαστε όλοι υπεύθυνοι η ιστορία να
προχωρήσει μπροστά, αξιοποιώντας τα μαθήματα του παρελθόντος».
Όσον αφορά στο αν
υπάρχει δυνατότητα αύξησης του κατώτατου μισθού, με βάση τις σημερινές συνθήκες
της οικονομίας, ο κ. Βερνίκος επισήμανε: «Δεν θεωρώ ότι αυτό το θέμα είναι,
αυτή τη στιγμή, το κυριότερο. Πάντα επιθυμείς και αύξηση μισθών και καλύτερο
βιοτικό επίπεδο. Το ζήτημα είναι ποια είναι τα όρια της οικονομίας και πώς αυτό
το επιτυγχάνεις. Το ζήτημα είναι με τι κοινωνική συμφωνία, με τι κοινωνικό
διάλογο, μπορούμε να επιτύχουμε το καλύτερο αποτέλεσμα».