Τρεις συστάσεις προς την ελληνική κυβέρνηση, αλλά και διευκρινίσεις για την καθυστέρηση ολοκλήρωσης της πρότασης εξόδου της Ελλάδας από το υπερβολικό έλλειμμα δίνει η Κομισιόν σε εξασέλιδη έκθεσή της. Ο λόγος για την έκθεση που συνοδεύει την πρόταση της Κομισιόν που ανακοινώθηκε την Τετάρτη.
Η εν λόγω έκθεση οδεύει πλέον προς το Συμβούλιο των Υπουργών προκειμένου να προχωρήσει και τυπικά η επικύρωση της διαδικασίας. Η απόφαση θα ληφθεί σε επίπεδο υπουργών της ΕΕ (μπορεί να γίνει από το Ecofin ή από άλλη υπουργική σύνοδο της ΕΕ).
Στο έγγραφό της η Επιτροπή παραδέχεται ότι δεν επαρκούσαν, προκειμένου να λάβει απόφαση, τα στοιχεία που ήταν διαθέσιμα την Άνοιξη παρά το γεγονός ότι έδειχναν όχι μόνο εκπλήρωση του στόχου για έλλειμμα κάτω του 3% του ΑΕΠ (σ.σ. που είναι και το σχετικό κριτήριο) αλλά και δημοσιονομικό πλεόνασμα.
Ετσι λοιπόν, η πρόταση δεν ήρθε στις 22 Μαΐου (σ.σ. τότε πρότεινε η Επιτροπή την έξοδο της Κροατίας και της Πορτογαλίας η οποία επισημοποιήθηκε από το ECOFIN της 16/6).
Η Κομισιόν εξηγεί ότι “περίμενε” τις αποφάσεις του Eurogroup της 15ης Ιουνίου. Όπως επισημαίνει, στη σύνοδο αυτή αντικείμενο ήταν “διάφορα θέματα, συμπεριλαμβανομένης της μεσοπρόθεσμης δημοσιονομικής πορείας, τα οποία έχουν σχέση με την πρότασή της προς το Συμβούλιο ώστε να καταργήσει την απόφασή της σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στην Ελλάδα”.
Οι 3 συστάσεις
Η Επιτροπή αναφέρει επίσης στη σύστασή της προς το Συμβούλιο, ότι πρέπει η μείωση του ελλείμματος να είναι διατηρήσιμη τα επόμενα έτη, αλλά και να εκπληρώνεται το άλλο κριτήριο, αυτό του χρέους (σ.σ. ορίζεται ότι πρέπει να αποκλιμακώνεται προς το 60% του ΑΕΠ).
Έτσι, όπως αναφέρεται στην πρόταση “εξόδου”, συστήνει στην Ελλάδα:
1. Να τηρήσει τις δεσμεύσεις του Μεσοπροθέσμου (σ.σ. των μέτρων των 6,5 δισ. ευρώ με περικοπές συντάξεων/αφορολογήτου),
2. Να τηρήσει τα όρια δαπανών αλλά και
3.”Να συμμορφωθεί με το κριτήριο του χρέους”.
Αναλυτικά, η Κομισιόν επισημαίνει ότι “από το 2017, που είναι το πρώτο έτος μετά τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος, η Ελλάδα θα υπόκειται στο προληπτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και θα εξακολουθήσει να παρακολουθείται στο πλαίσιο του Προγράμματος που καλύπτει την περίοδο έως τα μέσα του 2018. Στη συνέχεια, η Ελλάδα πρέπει να προχωρήσει προς τον μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό της στόχο με κατάλληλο ρυθμό, συμπεριλαμβανομένης της τήρησης του δείκτη αναφοράς δαπανών, και να συμμορφωθεί με το κριτήριο του χρέους”.
Τι αναφέρει για το χρέος
Για το χρέος, αναφέρεται ότι “λόγω των μεγάλων δημοσιονομικών ελλειμμάτων, της πτώσης του ονομαστικού ΑΕΠ και της χρηματοδοτικής στήριξης στον τραπεζικό τομέα και παρά τη σημαντική αναδιάρθρωση του χρέους το 2012, ο δείκτης χρέους γενικής κυβέρνησης της Ελλάδας ως προς το ΑΕΠ αυξήθηκε από 109,4% το 2008 σε 179,0% το 2016”.
Διευκρινίζει ότι “ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ της Ελλάδας αυξήθηκε από 177,4% το 2015 σε 179,0% το 2016 καθώς το δημοσιονομικό πλεόνασμα το 2016 χρησιμοποιήθηκε εν μέρει για τη δημιουργία των απαραίτητων ταμειακών αποθεμάτων”. Εκτιμά μάλιστα ότι η αύξηση αφορούσε επίσης την εκκαθάριση των οφειλών του κράτους προς ιδιώτες.
Σύμφωνα με την Κομισιόν “ο λόγος του χρέους ως προς το ΑΕΠ αναμένεται να παραμείνει γενικά σταθερός το 2017, καθώς συνεχίζεται το πρόγραμμα εκκαθάρισης των ληξιπρόθεσμων οφειλών, αλλά το 2018 αναμένεται να μειωθεί στο 174,6% του ΑΕΠ λόγω του δημοσιονομικού πλεονάσματος” και των ευνοϊκών συνθηκών του οικονομικού κύκλου.
Γίνεται αναφορά στην δημοσίευση του πορίσματος της Eurostat τον Απρίλιο του 2017 για την πορεία του 2016 αλλά και στις εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής για τα επόμενα χρόνια που έδειξαν ότι “η Ελλάδα πληροί τις προϋποθέσεις ώστε το Συμβούλιο να καταργήσει την απόφασή του για την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος”.
Η διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος
Υπενθυμίζεται ότι η Ελλάδα προτάθηκε την Τετάρτη να βγει από την διαδικασία επιτήρησης των κρατών της ΕΕ που έχουν υπερβολικό έλλειμμα (άνω του 3% του ΑΕΠ). Είχε εισέλθει προ μνημονίου, στις 27 Απριλίου του 2009. Κάτι το οποίο είχε συμβεί και στο παρελθόν (το 2004) με την “έξοδο” να λαμβάνει χώρα το 2007.
Σημειώνεται ότι ένα κράτος εισάγεται σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος (EDP) αν το δημοσιονομικό του έλλειμμα είναι μεγαλύτερο του 3% του ΑΕΠ (σ.σ. έλλειμμα μαζί με τόκους και όχι το πρωτογενές έλλειμμα που εξετάζεται για το Μνημόνιο και στο οποίο δεν προσμετρούνται οι τόκοι). Υπάρχουν και άλλα κριτήρια μεταξύ των οποίων και κριτήριο χρέους (σ.σ. πρέπει να έχει πτωτική πορεία προς το 60% του ΑΕΠ) αλλά αυτό προς το παρόν δεν έχουν οδηγήσει σε είσοδο κράτους σε τέτοιου είδους επιτήρηση.
Ένα κράτος σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος υποχρεούται να λάβει μέτρα προσαρμογής που συστήνει η Επιτροπή και επικυρώνουν οι ΥΠΟΙΚ της ΕΕ (Ecofin). Αν δεν τα λάβει, τότε υπάρχουν κυρώσεις που περιλαμβάνουν ακόμη και αναστολή χορήγησης κονδυλίων της ΕΕ. Επιτηρείται τουλάχιστο ανά 6 μήνες από την Επιτροπή η οποία ελέγχει τα στοιχεία που συγκεντρώνει και στέλνει η στατιστική υπηρεσία (EDP) και επικυρώνει για την αξιοπιστία τους η Eurostat με τους γνωστούς “αστερίσκους” του παρελθόντος για την περίπτωση της Ελλάδας…
Πηγή: Capital.gr