Η διαφορετική λογιστική μέθοδος που ακολουθήθηκε δυσκολεύει την ασφαλή εξαγωγή πολιτικών συμπερασμάτων, τόνισε ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, απαντώντας στον Νικήτα Κακλαμάνη σχετικά με την αναθεώρηση στοιχείων ελλείμματος της χώρας της περιόδου 1995-2013 από τη Eurostat. Επισήμανε, πάντως, πως η ελληνική κυβέρνηση δέχεται τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τα οποία κατατέθηκαν με βάση τα στοιχεία της ΤτΕ.
Το θέμα της αξιολόγησης των στοιχείων αυτών, έχει γίνει με διαφορετικό λογιστικό πρότυπο και δεν είναι συγκρίσιμα, καθώς άλλαξε ο τρόπος υπολογισμού του ελλείμματος, σημείωσε ο κ. Τσακαλώτος. «Είναι δύσκολο να βγάλει κανείς συμπέρασμα γιατί είναι άλλη η μέθοδος, η καινούρια καταγραφή των στοιχείων» είπε συγκεκριμένα, επιρρίπτοντας ωστόσο ευθύνες τόσο στην κυβέρνηση Σημίτη, όσο και στην κυβέρνηση Καραμανλή.
Πάντως, ο υπουργός Οικονομικών, δήλωσε ότι δεν προκρίνει ως ορθή επιλογή την συγκρότηση Εξεταστικής Επιτροπής ώστε να διερευνηθούν ευθύνες για το πώς μπήκε η χώρα στο Μνημόνιο, όπως πρότεινε ο αντιπρόεδρος της Βουλής και βουλευτής της ΝΔ Νικήτας Κακλαμάνης και δήλωσε ότι θα υπερψήφιζε η ΝΔ.
Κατόπιν της τοποθέτησης του κ. Τσακαλώτου, κ. Κακλαμάνης τόνισε ότι τώρα αρχίζει και καταρρίπτεται ο μύθος που δημιούργησε ένα τμήμα του πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου της χώρας, ότι για την είσοδο της Ελλάδας στο Μνημόνιο φταίει η πενταετία Καραμανλή.
Τα στοιχεία περί ελλείμματος 3,5%, φέρουν την υπογραφή Στουρνάρα, του αρχιτέκτονα της ένταξης της χώρας στην ΟΝΕ, είπε και προσέθεσε ότι ταυτοχρόνως αποδεικνύεται ότι από τα πέντε χρόνια της κυβέρνησης Καραμανλή, τα τρία χρόνια το έλλειμμα μειωνόταν σε σχέση με το έλλειμμα της περιόδου Σημίτη 1995 – 2005.
«Εγώ δεν θα πω, πως βγήκε το περίφημο 15,7% που ακόμη και με τα στοιχεία της Τράπεζας είναι 15,2% μετά που έβαλε το χέρι του ο κ. Γεωργίου. Κι εκεί υπάρχει διαφορά 0,6%» ανέφερε ο βουλευτής της ΝΔ και συμπλήρωσε πως δεν αμφισβητούν ούτε οι φανατικοί πολέμιοι της διακυβέρνησης Καραμανλή, το γεγονός ότι η ανεργία ήταν στο 7,5%, ούτε τις τιμές των σπρεντ (100 έως 150 μονάδες) για να διερωτηθεί «πόση ήταν η ανάγκη για Μνημόνιο;».
«Δεν μπορώ να το καταλάβω με βάση αυτά τα στοιχεία γιατί μπήκαμε και καλέσαμε το ΔΝΤ;» έθεσε το ερώτημα και επικαλούμενος τα στοιχεία του εξοπλιστικού προγράμματος – των 86 δισ. – επισήμανε ότι αναλογικά με το ΑΕΠ είμαστε η πέμπτη χώρα στον κόσμο σε εξοπλιστικές δαπάνες και το 25% του χρέους μας οφείλεται σε αυτό. «Αυτά δεν μπορούν να μείνουν στο σκοτάδι. Είναι και όπλο της κυβέρνησης στη διαπραγμάτευση και για τη διευθέτηση του χρέους… Τους εξοπλισμούς, τους παίρναμε από την Γερμανία είτε από την Αμερική. Τι έρχονται τώρα και μας κουνούν το δάχτυλο και κάνουν και τους δύσκολους για το χρέος;» σημείωσε ο κ. Κακλαμάνης.
Την συμφωνία του ότι οι δαπάνες για τα εξοπλιστικά είναι σημαντικό κομμάτι του χρέους, εξέφρασε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος και προσέθεσε πως υπάρχουν κι άλλα θέματα, όπως το πόσες και ποιες τράπεζες σώθηκαν όταν μπήκαμε στο πρώτο Μνημόνιο. «Εγώ, δεν μπαίνω στη διαιτησία ποιος φταίει. Το ΠΑΣΟΚ ή η ΝΔ. Όμως, δεν είπατε ότι υπήρξε από το 2007 στο 2008 και στο 2009 μεγάλη αύξηση του ελλείμματος κι εκεί υπάρχει μια ευθύνη της κυβέρνησης Καραμανλή. Αλλά, αν θέλουμε να κοιτάξουμε σε βάθος γιατί μπήκαμε στο Μνημόνιο πρέπει να ξεχωρίσουμε τα ελλείμματα από την μεριά των δαπανών και από την μεριά των εσόδων και νομίζω και τα δύο κόμματα έχουν μεγάλη ευθύνη. Αν κοιτάξετε τις χρονοσειρές για τις δαπάνες και τα έσοδα, οι δαπάνες της ελληνικής κυβέρνησης όταν μπήκαμε στην ΟΝΕ, μέχρι την κρίση, είναι σχεδόν το επίπεδο που είναι στην ΕΕ. Αυτό που ήταν πολύ μικρότερο ήταν τα έσοδα. Η φοροδιαφυγή και η μείωση των φόρων ήταν κομμάτι του συστήματος της ΝΔ και ΠΑΣΟΚ να φτιάχνει τις κομματικές συμμαχίες» είπε χαρακτηριστικά ο υπουργός Οικονομικών.
Σχετικώς με την πρόταση για την συγκρότηση Εξεταστικής Επιτροπής, ο κ. Τσακαλώτος ανέφερε πως επειδή τα θέματα έχουν και ακαδημαϊκή πλευρά – «να δούμε τα στοιχεία και τι έγινε» – και πολιτική, δεν θεωρώ ότι η Εξεταστική είναι το καλύτερο πλαίσιο να γίνει αυτή η αντιπαράθεση. «Νομίζω ότι πρέπει να γίνει με επιστημονικό τρόπο και μετά με πολιτικά συμπεράσματα αλλά χωρίς το κλίμα που δημιουργούν οι Εξεταστικές» κατέληξε.