Αντίξοος αποδεικνύεται ο αγώνας της Πολιτείας να ασκήσει ενδελεχείς και άρα αποτελεσματικούς ελέγχους στις εξωχώριες εταιρείες αλλά και στις περιώνυμες «λίστες Λαγκάρντ», «Λουξεμβούργου» κ.λπ., όπως περιέγραψε στη Βουλή ο υπουργός Επικρατείας για την καταπολέμηση της διαφθοράς, Παναγιώτης Νικολούδης.
Απαντώντας σε σχετική επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή της ΧΑ Ηλία Κασιδιάρη, ο κ. Νικολούδης ανέφερε ότι οι έλεγχοι προχωρούν με αργούς ρυθμούς, εξαιτίας ενός πλέγματος παραγόντων που καθιστούν δυσχερές αυτό το έργο.
Για τη μεν «λίστα Λαγκάρντ», οι εξαιρετικές δυσκολίες εντοπίζονται στην άρνηση των ελβετικών αρχών να δώσουν στοιχεία, για δε τις εξωχώριες εταιρείες, λόγω του γεγονότος ότι απαιτείται η συνεργασία κι άλλων χωρών (αρχών ή παραγόντων αυτών) για τη διασταύρωση των στοιχείων.
«Η Ελλάδα δεν μπορεί μόνη της, να λύσει το ζήτημα» εξήγησε ο κ. Νικολούδης και επικαλέστηκε την εμπειρία του από τη θέση του ως προέδρου της Αρχής Καταπολέμησης της Διαφθοράς για να πει πως «γενικά, ήταν εξαιρετικά δύσκολο και επί των ημερών μου, παρά τις διεθνείς επαφές μου, σε πάρα πολλές περιπτώσεις ανταλλαγής πληροφοριών να πετύχω την συλλογή πληροφοριών».
«Το να επιχειρεί κανείς φορολογικό έλεγχο κεχωρισμένα και μεμονωμένα, δηλαδή ή μόνο στη λίστα Λαγκάρντ ή μόνο στη λίστα Λουξεμβούργου κ.λπ είναι βέβαιο ότι θα καταλήξει σε εσφαλμένα συμπεράσματα γιατί βλέπει μόνο το δέντρο και όχι το δάσος. Πρέπει να συνεκτιμήσεις και άλλα στοιχεία, από άλλες τράπεζες, χρηματιστήρια κ.λπ.» εξήγησε ο κ. Νικολούδης.
Ειδικώς για τη λεγόμενη «λίστα Λαγκάρντ» είπε πως ο έλεγχός της είναι εξαιρετικά δύσκολος, γιατί η Ελβετία θεωρεί ότι τα στοιχεία έφυγαν με παράνομο τρόπο από την τράπεζα και αρνείται να δώσει στοιχεία.
Πάντως για τις περιπτώσεις των κ. Σαμπί Μιονί και Σ. Παπασταύρου, ο κ. Νικολούδης ενημέρωσε πως έχουν εκδοθεί εντολές ελέγχου μετά την εισαγγελική παραγγελία και ο έλεγχος διεξάγεται από την περιφερειακή διεύθυνση του ΣΔΟΕ.
Τέλος, αναφερόμενος ο αρμόδιος υπουργός στα αποτελέσματα των ελέγχων σε εξωχώριες εταιρείες, ενημέρωσε πως από τις 766, ελέγχθηκαν από το ΣΔΟΕ, 72 και είναι σε εξέλιξη έρευνα για άλλες 365.