Σχολιάζοντας το σημερινό δημοσίευμα της Bild όπου η λαϊκή εφημερίδα καλούσε ενόψει της αυριανής ψηφοφορίας στη γερμανική βουλή τους αναγνώστες της να πουν «όχι» σε νέα βοήθεια προς την Ελλάδα και το γεγονός ότι αρκετοί βουλευτές της κυβέρνησης σκοπεύουν να καταψηφίσουν το αίτημα περί παράτασης του ελληνικού προγράμματος, ο γνωστός γερμανός δημοσιογράφος του Spiegel σχολιάζει:
«Οι Γερμανοί αρχίζουν και αντιλαμβάνονται πόσο καλά τα πήγε η ελληνική αριστερή κυβέρνηση στη διαμάχη με την ευρωζώνη. Στην Αθήνα υπάρχουν πραγματικοί παίκτες ολυμπιακού επιπέδου. Ευτυχώς. Υπερασπίζονται την κληρονομιά του Χέλμουτ Κολ για την οποία αδιαφορούν πλέον οι ίδιοι οι Γερμανοί».
Ο «πολύτροπος» Βαρουφάκης και το «μαστίγιο της λιτότητας» των Μέρκελ και Σόιμπλε
Στη συνέχεια ο Γιάκομπ Άουγκσταϊν παραθέτει τους στίχους από την Ομήρου Οδύσσεια, «ἄνδρα μοι ἔννεπε, μοῦσα, πολύτροπον, ὃς μάλα πολλὰ…», τους οποίους μεταφράζει στα γερμανικά για να σχολιάσει:
«Είναι καλό για τους Έλληνες που συνεχίζουν να έχουν τέτοιους πολύτροπους άνδρες, και είναι καλό και για εμάς. Ο Γιάνης Βαρουφάκης είναι ένας από αυτούς, ο έλληνας υπουργός Οικονομικών.
Στα χέρια του βρίσκεται το παιγνίδι για το μέλλον της Ελλάδας, το μέλλον του ευρώ, το μέλλον της Ευρώπης. Και αυτό το παιγνίδι το κατέχει.
Από έναν Έλληνα, έναν αριστερό και μάλιστα καθηγητή της θεωρίας των παιγνίων εξαρτάται το πολιτικό όραμα του Χέλμουτ Κολ για την Ευρώπη.
Στη Γερμανία (το όραμα αυτό) δεν έχει πλέον πολλούς φίλους. Τι απέμεινε από την ουτοπία του Κολ; Η γερμανική ιδιοσυστασία θα πρέπει να θεραπεύσει την Ευρώπη (σσ. ο αρθρογράφος παραφράζει εδώ γνωστό στίχο από ποίημα του Εμάνουελ Γκάιμπελ που έλεγε ότι «Η γερμανική ιδιοσυστασία θα πρέπει να θεραπεύσει τον κόσμο» (1867). Και όταν μιλάμε για ενσωμάτωση, ας ενσωματωθούν οι άλλοι. Λιτότητα λέγεται το μαστίγιο με το οποίο η Άγκελα Μέρκελ και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε υποδουλώνουν την ήπειρο».
Και ο αρθρογράφος συνεχίζει: «Τώρα όμως προβάλει εμπόδια ειδικά αυτό το μικρό, αδύναμο έθνος της νοτιοανατολικής περιφέρειας. Διότι ο νέος έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας και ο πολύτροπος φίλος του Βαρουφάκης κατάφεραν στην πραγματικότητα να επιβληθούν σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ό ;τι θέλει να παραδεχθεί η γερμανική κοινή γνώμη».
«Ήταν το τυχερό των Ελλήνων ότι υποτιμήθηκαν»
Στη συνέχεια ο Γιάκομπ Άουγκσταϊν αναφέρει τέσσερα συγκεκριμένα παραδείγματα: «Η Ελλάδα ήθελε μια παράταση της οικονομικής βοήθειας και την έλαβε.
Η Ελλάδα ήθελε να απαλλαγεί από το βάρος των μέτρων που υπαγορεύει η τρόικα και τώρα της επιτρέπεται όντως να εκπονήσει δικό της κατάλογο μεταρρυθμίσεων.
Η Ελλάδα ήθελε να απελευθερωθεί από την υπαγόρευση της τρόικας να πετύχει δημοσιονομικό πλεόνασμα και τώρα στο πλεόνασμα αυτό μπαίνουν όντως τέτοιοι όροι που απαλλάσσουν τους Έλληνες από την πίεση.
Η Ελλάδα ήθελε να ελέγχει και πάλι τα του οίκου της και τώρα όντως οι Έλληνες μπορούν να ελπίζουν ότι δεν θα ακολουθήσουν άλλες ιδιωτικοποιήσεις και περικοπές θέσεων εργασίας».
Σύμφωνα με τον αρθρογράφο, «δεν θα πρέπει να προκαλεί έκπληξη όταν ο Τσίπρας λέει ότι η ‘νέα συμφωνία ακυρώνει τις προηγούμενες δεσμεύσεις για περικοπές’. Αλήθεια σε ποια σημεία κέρδισαν τελικά οι Γερμανοί;
Η Ελλάδα ήθελε το κούρεμα, ωστόσο το λήμμα δεν αναφέρεται στη νέα συμφωνία. Αλλά ήδη ο Βαρουφάκης μιλάει για ‘αναδιάρθρωση’. Και ποιος πιστεύει, εκτός από την Bild, ότι οι Έλληνες θα αποπληρώσουν κάποια στιγμή τα χρέη τους;»
«Ήταν το τυχερό των Ελλήνων ότι υποτιμήθηκαν», σημειώνει ο Γιάκομπ Άουγκσταϊν, θυμίζοντας τα ιδιαίτερα καυστικά άρθρα των σχολιαστών για τους Τσίπρα και Βαρουφάκη από τη μέρα που ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε την εξουσία.
Συχνά, όπως αναφέρει, χρησιμοποιήθηκε το παράδειγμα του «chicken game» (παιχνίδι του δειλού) για να περιγράψει την ελληνική τακτική, το παιγνίδι «θάρρους» όπου δύο αυτοκίνητα τρέχουν σε πορεία σύγκρουσης και όποιος στρίψει πρώτος χάνει το παιγνίδι.
«Όταν δεν στρίψει κανένας, χάνουν βέβαια και οι δυο, τη ζωή τους. Όταν ο Βαρουφάκης ρωτήθηκε εάν παίζει ένα «chicken game» με την Ευρώπη, απάντησε ότι ´δεν πρόκειται για ένα ζήτημα τελεσιγράφων και του ποιος θα στρίψει πρώτος´.
Από αυτόν τον καθηγητή μπορεί να μάθει κανείς πολλά. Η μεγαλύτερη δεξιοτεχνία σε ένα παιγνίδι είναι να αρνείσαι ότι γίνεται καν παιγνίδι. Και είναι καλό στο τέλος να αφήνεις τον αντίπαλο να πιστεύει ότι ήταν εκείνος που πήρε τη νίκη».
Πηγή: Deutsche Welle