Συνάντηση με τη Διοίκηση της Ελληνικής ‘Ενωσης Τραπεζών (ΕΕΤ) είχε σήμερα ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, Αλέξης Τσίπρας στο Μέγαρο Μαξίμου. Οι τραπεζίτες ζήτησαν από τον πρωθυπουργό να συνεχισθούν οι μεταρρυθμίσεις, το άνοιγμα των αγορών και η εφαρμογή των συμφωνηθέντων με τους δανειστές, ώστε να βελτιωθεί περαιτέρω η αξιοπιστία της οικονομικής πολιτικής και η εμπιστοσύνη των αγορών.
Η ανακοίνωση της ΕΕΤ
“Ο Πρωθυπουργός κ. Αλέξης Τσίπρας, είχε σήμερα, 1η Σεπτεμβρίου, συνάντηση με τους Προέδρους και τους Διευθύνοντες Συμβούλους των Τραπεζών μελών της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης τονίστηκε ότι η κατάσταση στην οικονομία και τις αγορές παρουσιάζει σαφή βελτίωση, ιδιαίτερα μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης, την έκδοση κυβερνητικού ομολόγου πενταετούς διάρκειας, μετά από τρία χρόνια απουσίας από τις αγορές και την αναβάθμιση της χώρας από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης Moody’s και Fitch.
Η οικονομία ανακάμπτει μετά από πολυετή περίοδο ύφεσης, οι προσδοκίες βελτιώνονται, οι αβεβαιότητες περιορίζονται και η στενότητα ρευστότητας στην αγορά χαλαρώνει. Τα στελέχη των Τραπεζών τόνισαν στον Πρωθυπουργό την ανάγκη να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις, το άνοιγμα των αγορών, η συνεπής υλοποίηση των συμφωνηθέντων με τους πιστωτές και οι αναπτυξιακές πρωτοβουλίες, συμπεριλαμβανομένης της διαμόρφωσης φιλικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος και ιδιωτικοποιήσεων, ώστε, να βελτιωθεί περαιτέρω η αξιοπιστία της οικονομικής πολιτικής και η εμπιστοσύνη των αγορών, να εδραιωθεί η αναπτυξιακή δυναμική και να επιταχυνθούν οι ιδιωτικές επενδύσεις και η προσέλκυση ξένων επενδύσεων, που είναι ιδιαίτερα κρίσιμες για την επίτευξη ισχυρής και διατηρήσιμης αναπτυξιακής τροχιάς.
Συζητήθηκαν περαιτέρω οι συνθήκες στον τραπεζικό κλάδο και τα μέλη της ΕΕΤ ενημέρωσαν τον Πρωθυπουργό για τη βελτίωση που παρουσιάζει ο τραπεζικός τομέας. Οι Τράπεζες επέστρεψαν σε οργανική κερδοφορία μετά από μια σχεδόν δεκαετία ζημιών, οι καταθέσεις ανακάμπτουν αργά αλλά σταθερά τους τελευταίους μήνες, το ύψος των μη εξυπηρετούμενων πιστωτικών ανοιγμάτων υποχωρεί σταδιακά, ενώ οι στόχοι για τους οποίους έχουν δεσμευθεί οι Τράπεζες θα επιτευχθούν για το 2017, οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα, η πρόσβαση στις διεθνείς αγορές βελτιώνεται και η χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών και συναλλαγών αυξάνεται θεαματικά.
Παρά ταύτα, η πιστωτική επέκταση παραμένει αρνητική κυρίως λόγω χαμηλής ζήτησης από τα νοικοκυριά, οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων δεν έχουν αρθεί ολοσχερώς και η πλήρης πρόσβαση στις διεθνείς αγορές δεν έχει ακόμα επιτευχθεί, ενώ η μείωση του σημαντικού ύψους των μη εξυπηρετούμενων δανείων και το έλλειμμα καταθέσεων σε σχέση με το ύψος των δανείων, αποτελούν σημαντικές προκλήσεις για τις τράπεζες και την οικονομία μεσοπρόθεσμα.
Τονίστηκε ότι οι Τράπεζες έχουν δεσμευθεί σε χρονοδιάγραμμα μείωσης του ύψους των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων κατά 38% ή € 40δις την επόμενη τριετία, το οποίο υλοποιούν με συνέπεια μέχρι σήμερα. Στο πλαίσιο αυτό, οι Τράπεζες προσφέρουν σ’ όλους τους συνεργαζόμενους δανειολήπτες, νοικοκυριά, επιχειρήσεις, λύσεις που λαμβάνουν υπόψη τις δυνατότητες του πελάτη και την οικονομική συγκυρία, ενώ το νέο νομοθετικό πλαίσιο διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων διευκολύνει την αποτελεσματική διαχείρισή τους, σε συνεργασία με τους συνεργαζόμενους οφειλέτες.
Παράλληλα, συζητήθηκε η ανάγκη χρηματοδότησης της οικονομίας, των επενδύσεων και της παραγωγικής δραστηριότητας και τα μέλη της ΕΕΤ τόνισαν ότι στηρίζουν τις υγιείς δυναμικές επιχειρήσεις, τα νοικοκυριά και την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Ο Πρόεδρος της ΕΕΤ κ. Νικόλαος Καραμούζης ενημέρωσε τον Πρωθυπουργό για μια σειρά σημαντικών πρωτοβουλιών που έχει αναλάβει η ΕΕΤ εντός και εκτός Ελλάδος καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, με στόχο την ενημέρωση επενδυτών, επίσημων φορέων και παραγωγικών θεσμών για τις βελτιούμενες προοπτικές και δυνατότητες του τραπεζικού συστήματος και της ελληνικής οικονομίας, υπό την προϋπόθεση της συνέχισης της πολιτικής των μεταρρυθμίσεων για τη δημιουργία μιας σύγχρονης, ανοικτής και ανταγωνιστικής παραγωγικής βάσης και οικονομίας”.