Από το Μοσχάτο, όπου βρίσκονται τα κεντρικά γραφεία της Νέας Δημοκρατίας ξεκίνησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης τις εξορμήσεις του ενόψει των ευρωεκλογών του Ιουνίου. Απευθυνόμενος στο συγκεντρωμένο πλήθος δήλωσε ότι «λογοδοτούμε στον ελληνικό λαό. Δεν θα συγκυβερνήσουμε με κανέναν».
«Σε μία εβδομάδα από τώρα θα έχουμε το 15ο Συνέδριο της παράταξής μας. Ένα συνέδριο επετειακό. Ένα συνέδριο το οποίο γίνεται με σκοπό να γιορτάσουμε τα 50 χρόνια από την ίδρυση της Νέας Δημοκρατίας από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.
Ένα συνέδριο που θα είναι μια αφορμή να δούμε το διαχρονικό αποτύπωμα αυτής της μεγάλης παράταξης στην ιστορία της μεταπολίτευσης. Η παράταξη που αποκατέστησε τη Δημοκρατία. Η παράταξη που έβαλε την Ελλάδα στην Ευρώπη.
Η παράταξη που κράτησε την Ελλάδα στην Ευρώπη και η παράταξη που σήμερα κάνει την Ελλάδα μια πραγματικά ευρωπαϊκή χώρα. Αυτή είναι η μεγάλη δική μας παρακαταθήκη. Μια παρακαταθήκη η οποία γίνεται ολοένα και πιο επίκαιρη ενόψει των μεγάλων κρίσεων και των μεγάλων δυσκολιών που καλείται και σήμερα να αντιμετωπίσει η χώρα σε ένα περιβάλλον γεωπολιτικής αστάθειας. Μιλώντας ειδικότερα για τις διεθνείς και εγχώριες εξελίξεις ο πρωθυπουργός τόνισε ότι «είναι πολύ σημαντικό το σκάφος της πατρίδας μας να παραμένει σταθερό και ασφαλές».
Τι είπε για την πρόταση δυσπιστίας
«Το αποτέλεσμα προφανώς ήταν το αναμενόμενο. Θεωρώ όμως ότι η συζήτηση αυτή ήταν πολύ αποκαλυπτική για τον τρόπο με τον οποίο δυστυχώς τα κόμματα της αντιπολίτευσης σκοπεύουν να εξακολουθούν να εργαλειοποιούν μια εθνική τραγωδία προκειμένου να αποκομίσουν πρόσκαιρα κομματικά οφέλη. Μην έχοντας τίποτα να πουν στον ελληνικό λαό, αναμοχλεύουν τα ίδια και τα ίδια. Θέλω να τους απαντήσω για ακόμη μία φορά ότι η προσοχή της παράταξής μας είναι στραμμένη πρώτα και πάνω απ’ όλα στα δικά σας προβλήματα, στα προβλήματα της κοινωνίας και στην επίλυσή τους» ανέφερε ο πρωθυπουργός σχολιάζοντας με αυτόν τον τρόπο την πρόταση δυσπιστίας.
Μιλώντας στο συγκεντρωμένο πλήθος ο κ. Μητσοτάκης τόνισε: «Μας δώσατε μια ισχυρή εντολή τον Ιούνιο του 2023 να εξακολουθούμε να προχωρούμε ένα πολυδύναμο εκσυγχρονιστικό έργο για να μπορέσουμε να βελτιώσουμε την ποιότητα της δικιάς σας ζωής. Να μπορέσουμε να ενισχύσουμε την ανάπτυξη της οικονομίας. Να έχετε καλύτερη υγεία, καλύτερη παιδεία. Με άλλα λόγια, αυτό το οποίο μας ζητήσατε και μας ζητάτε είναι ναι, να κάνουμε την Ελλάδα μια κανονική ευρωπαϊκή χώρα και από αυτόν τον στόχο δεν πρόκειται να υποχωρήσουμε».
Θέλοντας να δώσει έμφαση ο κ. Μητσοτάκης είπε σύμφωνα με την ΕΡΤ: «Ασυμβίβαστα θα προχωρήσουμε παρά τους εκβιασμούς, παρά τις πιέσεις. Αυτή την εντολή έχουμε πάρει. Η παράταξή μας λογοδοτεί μόνο στον ελληνικό λαό. Δεν συγκυβερνούμε με κανέναν. Εσείς μας επιλέγετε και σε εσάς λογοδοτούμε».
Για τον κατώτατο μισθό και τις Ευρωεκλογές
Κάνοντας αναφορά στην αύξηση του κατώτατου μισθού τα 830 ευρώ τόνισε: «Όταν ήρθαμε στα πράγματα παραλάβαμε τον κατώτατο μισθό στα 650 ευρώ και μέσα σε τέσσερα χρόνια έχει αυξηθεί κατά 27%, όταν συνολικά ο πληθωρισμός το ίδιο χρονικό διάστημα έχει αυξηθεί κατά 17%. Οι αυξήσεις που έχουμε δώσει σε αυτούς οι οποίοι παίρνουν τον κατώτατο μισθό συνολικά είναι μεγαλύτερες από τον πληθωρισμό. Από την πρώτη στιγμή είπαμε ξεκάθαρα ότι το μέρισμα της οικονομικής ανάπτυξης πρέπει να επιστρέφεται σε ολόκληρη την κοινωνία, πρωτίστως σε αυτούς που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη. Γι’ αυτό δώσαμε αυξήσεις για πρώτη φορά στους δημόσιους υπαλλήλους. Γι’ αυτό δώσαμε αυξήσεις στους συνταξιούχους. Γιατί το κάνουμε αυτό; Γιατί η οικονομία αναπτύσσεται και γιατί ο πλούτος τον οποίο δημιουργούμε πρέπει να επιστρέφει πίσω στην κοινωνία».
Αναφερόμενος στην προεκλογική περίοδο τόνισε ότι «οι ευρωεκλογές είναι σημαντικές» και ότι μαζί θα δώσουμε αυτή τη μάχη. Kεντρική θέση στις τοποθετήσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη είχαν τα ζητήματα της οικονομίας και της ακρίβειας. Ειδικότερα, όπως τόνισε «το μέρισμα της οικονομικής ανάπτυξης επιστρέφεται στην κοινωνία».
Όσον αφορά στη δημιουργία μη κρατικών Πανεπιστημίων είπε: «Επιτέλους στην πατρίδα μας θα δημιουργηθούν μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια ενισχύοντας ταυτόχρονα και το δημόσιο πανεπιστήμιο με πόρους και πολλούς δείκτες αυτονομίας».