Την ανάγκη εφαρμογής μιας νέας ενεργειακής πολιτικής, με στόχο τη μείωση του κόστους για τη βιομηχανία, τόνισε ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθήνας, Κωνσταντίνος Μίχαλος, σε ομιλία του σήμερα στο πλαίσιο του 30ου Greek Economic Summit που διοργανώνει το Ελληνο-Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο σε συνεργασία με το Χρηματιστήριο Αθηνών στην Αθήνα.
Ο πρόεδρος του CompeteGR Σίμος Αναστασόπουλος δήλωσε: «Η μεγάλη και ενεργή συμμετοχή των επιχειρηματικών φορέων, των ανθρώπων της αγοράς και των εκπροσώπων της Κυβέρνησης στη συζήτηση για την Ανταγωνιστικότητα της Βιομηχανίας δίνει και στο Συμβούλιο ένα σαφές μήνυμα για την πορεία που πρέπει να ακολουθήσει για να επιτύχουμε όλοι μαζί την βελτίωση που απαιτείται για την ανασυγκρότηση της Οικονομίας και της Βιομηχανίας».
Ο κ. Μίχαλος σημείωσε: «Αν θέλουμε η έξοδος από την κρίση να είναι διατηρήσιμη και να αποτρέψουμε παρόμοιες κρίσεις στο μέλλον, οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε το μείζον διαρθρωτικό πρόβλημα της οικονομίας: το ότι δεν παράγουμε αρκετά, διεθνώς εμπορεύσιμα και κυρίως ανταγωνιστικά αγαθά.
Η Ελλάδα εξακολουθεί σήμερα να έχει ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά συμμετοχής της μεταποίησης στο ΑΕΠ και από τα χαμηλότερα ποσοστά εξαγωγών αγαθών, μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Ο ίδιος συνέχισε ότι θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση και προτεραιότητα στις εξής κατευθύνσεις:
• Εξωστρεφής προσανατολισμός με διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα και συμμετοχή σε διεθνείς αλυσίδες αξίας.
• Έμφαση σε κλάδους και προϊόντα, που αξιοποιούν συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας. Σήμερα, η Ελλάδα διαθέτει ήδη κλάδους με συγκεκριμένα πλεονεκτήματα, όπως ο εξορυκτικός, ο μεταλλουργικός και ο φαρμακευτικός λόγω αυξημένου παραγωγικού διαθέσιμου υψηλής ποιότητας που έχει σχηματιστεί διαχρονικά, καταρτισμένου ανθρώπινου δυναμικού και αυξημένης τεχνογνωσίας. Υπάρχουν, επίσης, ανερχόμενοι κλάδοι, όπως αυτός της ενέργειας και ιδιαίτερα των ΑΠΕ.
• Έμφαση σε προϊόντα που απευθύνονται σε ιδιαίτερη αγορά με υψηλής αξίας αγοραστική δύναμη, ή βιομηχανικά προϊόντα με ιδιαίτερα τεχνικά χαρακτηριστικά και υψηλή προστιθέμενη αξία.
• Στρατηγικές συνεργασίες και προσέλκυση ξένων επενδύσεων, οι οποίες θα προσθέσουν τεχνογνωσία, θα παρέχουν τη δυνατότητα εισόδου σε νέες αγορές ή αγορές υψηλότερης προστιθέμενης αξίας. Σημαντικές δυνατότητες, σε αυτό το πλαίσιο, έχουν κλάδοι όπως η αμυντική βιομηχανία, η ναυπηγοεπισκευαστική, η παραγωγή δομικών υλικών κ.ά.
• Ταχύτερη και ουσιαστικότερη ενσωμάτωση της καινοτομίας στην παραγωγή, στις διεργασίες και τα προϊόντα
• Επένδυση στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού.
• Εφαρμογή μιας νέας ενεργειακής πολιτικής, με στόχο τη μείωση του κόστους για τη βιομηχανία.
• Επιτάχυνση νέων παραγωγικών επενδύσεων με υψηλή προστιθέμενη αξία. Είναι ανάγκη να καλυφθεί το επενδυτικό κενό που δημιουργήθηκε τα προηγούμενα χρόνια, με μέτρα όπως:
– Κίνητρα για τον εκσυγχρονισμό των υφιστάμενων μεταποιητικών μονάδων, αλλά και την προσέλκυση νέων επενδύσεων κυρίως από το εξωτερικό.
– Εφαρμογή μιας νέας στρατηγικής για τη χρηματοδότηση επενδύσεων
– Άρση μιας σειράς αντικινήτρων και εμποδίων, σε όλο το φάσμα της επενδυτικής διαδικασίας.
– Ευνοϊκότερη φορολογική αντιμετώπιση των αποσβέσεων επενδύσεων παγίου μηχανολογικού εξοπλισμού.
«Μέσα από την υλοποίηση μιας νέας βιομηχανικής πολιτικής, με τις παραπάνω προδιαγραφές, μπορούμε να ελπίζουμε στη βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας, στην παραγωγή προϊόντων υψηλής ποιότητας και εξειδίκευσης σε ανταγωνιστικές τιμές, αλλά και στη δημιουργία νέων, πλήρους απασχόλησης και καλύτερα αμειβόμενων θέσεων εργασίας. Πρόκειται για μια προσπάθεια, η οποία θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό την δυνατότητα πραγματικής ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια» κατέληξε ο κ. Μίχαλος.