Τη βεβαιότητα ότι θα υπάρξει αμοιβαία συμφωνία σε σύντομο χρονικό διάστημα με τους ευρωπαίους πιστωτές εκφράζει o υπεύθυνος οικονομικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ και καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο ΕΜΠ, Γιάννης Μηλιός.
Αν και επαναλαμβάνει ότι μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν θα συμφωνήσει σ’ ένα πρόγραμμα λιτότητας, εκτιμά ότι θα υπάρξει κοινή συμφωνία που «θα αφορά τους στόχους, όχι τον τρόπο με τον οποίο θα τους επιτύχουμε».
Αποτιμώντας τη δυσκολία της διαπραγμάτευσης, δηλώνει ότι «δεν βρισκόμαστε σε πόλεμο» με τους εταίρους δανειστές, συμπληρώνοντας ότι «κανείς δεν έχει συμφέρον από το χρεοστάσιο μιας χώρας».
Σύμφωνα με τον κ. Μηλιό, η διεκδίκηση στην επικείμενη διαπραγμάτευση είναι η δημιουργία ενός δημοσιονομικού χώρου, και η επανεξέταση των τεράστιων «πρωτογενών πλεονασμάτων» που προβλέπει το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα.
Στο ζήτημα της φορολογίας, επαναλαμβάνει την υπόσχεση για κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, και την επαναφορά του ΦΜΑΠ, χωρίς ωστόσο να διευκρινίσει με ποιους όρους θα επιβληθεί αυτός και ποια θα είναι τα όρια. Υποστηρίζει ότι γενικώς θα υπάρξει κατάργηση της υπερφορολόγησης των χαμηλών και των μεσαίων στρωμάτων με ένα δίκαιο κλιμακωτό φόρο εισοδήματος.
Αποδέχεται ότι θα σημειωθεί απώλεια εσόδων 2 δισ. ευρώ από την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, ωστόσο θα υπάρξουν νέες πηγές εσόδων -όπως η πάταξη φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου- που θα υπερβούν την απώλεια.
Αρνείται επίσης κατηγορηματικά την επιβολή νέων έκτακτων φόρων και εισφορών, δηλώνοντας ότι «δεν τους χρειαζόμαστε», ξεκαθαρίζει ότι δεν θα υπάρξουν νέα ελλείμματα, ενώ μιλά για μεγάλη μεταρρύθμιση στο Δημόσιο.
Εκτιμά ότι το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης δεν θα δημιουργήσει νέα ελλείμματα και θα θέσει νέες προτεραιότητες που θα ανακουφίσουν τους ασθενέστερους. Συμπληρώνει ότι υπάρχει ισχυρό αναπτυξιακό δυναμικό στη χώρα, το οποίο χρειάζεται αλλαγή πολιτικής για να απελευθερωθεί.
Υποστηρίζει ότι «θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα συνεκτικό, σταθερό και διαφανές πλαίσιο επιχειρηματικής δραστηριότητας» που θα απευθύνεται σε μακροπρόθεσμους επενδυτές, πέραν των κερδοσκόπων. Σε ό,τι αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις, αναφέρει ότι θα επανεξεταστούν εκείνες για τις οποίες υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις αδιαφάνειας, ενώ θίγει και το θέμα των χαμηλών τιμών σε δημόσιες αξίες.
Θεωρεί ότι το σημερινό πρόβλημα των τραπεζών δεν είναι η κεφαλαιακή τους επάρκεια, αλλά τα επισφαλή δάνεια, και εκτιμά ότι η λύση που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ για τη διευθέτηση τους θα τις θωρακίσει περαιτέρω.