Τροχάδην μέχρι και το τέλος της εβδομάδας για το οικονομικό επιτελείο προκειμένου να καλυφθεί η τρύπα των 600 εκ. ευρώ που έχουν εντοπίσει οι δανειστές για το 2018 και να κλείσει οριστικά ένα από τα μεγάλα θέματα της δεύτερης αξιολόγησης.
Η τρύπα του 2018, σύμφωνα με το οικονομικό επιτελείο, θα κλείσει από την αναθεώρηση των δαπανών (spending review) που θα ολοκληρωθεί μέχρι και το καλοκαίρι του 2017.
Ωστόσο για να καλυφθεί από τώρα θα πρέπει να υπάρχουν κάποιες δεσμεύσεις για περικοπή δαπανών. Οι πιο πρόσφοροι τομείς για κάτι τέτοιο είναι οι δαπάνες για άμυνα και οι αποκλίσεις στις δαπάνες της υγείας.
Σε ό, τι αφορά τις δαπάνες άμυνας, με βάση και το μνημόνιο του 2015, η Κυβέρνηση έχει αναλάβει να μειώνει σταδιακά τις αμυντικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ. Κάτι τέτοιο θα ήταν σχετικά εύκολο αν είχαν γίνει οι μειώσεις των 400 εκ. ευρώ που είχαν ενταχθεί στον προϋπολογισμό του 2016 αλλά δεν έγιναν ποτέ.
Σε αυτή την φάση επιχειρείται ο επιμερισμός των μειώσεων στα έτη από το 2017 ώστε να επιτευχθεί και αυτή η δέσμευση του μνημονίου ανεξάρτητα από την αναθεώρηση των δαπανών (spending review) που έχει προγραμματιστεί για τον επόμενο χρόνο.
Στις δαπάνες υγείας ειδικότερα, το πρόβλημα εντοπίζεται στην ανάκτηση δαπανών που έχουν περάσει τα πλαφόν που τίθενται κάθε φορά από το υπουργείο οικονομικών για φάρμακα, διαγνωστικές εξετάσεις και νοσηλεία σε ιδιωτικά θεραπευτήρια. Οι θεσμοί του rebate και του claw back που μπήκαν στο δεύτερο μνημόνιο εφαρμόζονται μερικώς.
Το γεγονός αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο προβληματικός ΕΟΠΠΥ να εμφανίζει ληξιπρόθεσμες οφειλές περίπου 1,3 δισ. ευρώ για τα οποία κανείς δεν μπορεί να βεβαιώσει πόσα από τα χρήματα αυτά είναι πραγματικές οφειλές και πόσα είναι καθυστερούμενες ανακτήσεις από το ελληνικό δημόσιο.
Με τις περικοπές που θα γίνουν στους δύο αυτούς τομείς επιχειρείται να καλυφθεί το μεγαλύτερο μέρος των 600 εκ. ευρώ του 2018 (με δεδομένο ότι η εξοικονόμηση θα είναι μόνιμη).
Η πλήρης κάλυψη του ποσού σύμφωνα με το οικονομικό επιτελείο θα προέλθει από την σταθερή αύξηση των εσόδων που θα προκύψει και από την σταθερή άνοδο της ελληνικής οικονομίας, η οποία προβλέπεται το 2018 να έχει ανάπτυξη 3,1% του ΑΕΠ.
Σε ό,τι αφορά το ΜΠΔΣ 2017-2020 τα πράγματα είναι σαφώς πιο εύκολα αφού η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα επιμένει σε αναθεώρηση των πρωτογενών πλεονασμάτων μετά από το 2018 σε επίπεδα χαμηλότερα από το 3,5% του ΑΕΠ που προβλέπει το ελληνικό πρόγραμμα.
Στο θέμα αυτό οι δανειστές δεν έχουν καμία εντολή από τους ανωτέρους και άρα οι δύο πλευρές θα πρέπει να περιμένουν τις αποφάσεις του Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου που αναμένεται να συζητήσει και αυτό το θέμα.
Αν υπάρξει συμφωνία για το θέμα αυτό η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα θεωρεί ότι θα έχει τουλάχιστον ένα καλό χαρτί για την τηλεδιάσκεψη που θα γίνει μέσα στο Σαββατοκύριακο με τους θεσμούς και πολύ περισσότερο στο Euro Working Group της Δευτέρας.