«Το ζήτημα της διαπλοκής είναι υπαρκτό. Η εκτίμησή μας είναι ότι αυτό είναι το κράτος και γενικότερα το πολιτικό σύστημα που έχει σαπίσει και διαφθαρεί, αλλά αξιοποιείται κάθε φορά όταν θέλουν η εκάστοτε κυβέρνηση και η αξιωματική αντιπολίτευση να αντιπαρατεθούν γύρω από τέτοια ζητήματα και να κρύψουν το μεγάλο πρόβλημα που είναι τα λαϊκά προβλήματα, τα αντεργατικά και αντιλαϊκά μέτρα που συζητούν αυτές τις μέρες με τους εταίρους τους -γιατί δεν είναι εταίροι του ελληνικού λαού- για να φέρουν νέα μέτρα, πιθανόν και νέο μνημόνιο», ανέφερε ο γενικός γραμματές της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας, σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ1.
Επισήμανε ότι σε αυτό το σύστημα, με αυτά τα μέτρα, με αυτές τις κυβερνήσεις, με αυτούς που έχουν την εξουσία, δεν πρόκειται ουσιαστικά ούτε να χτυπηθεί η διαπλοκή, ούτε να λυθούν προβλήματα.
Αναφερόμενος, στις εξελίξεις στο τηλεοπτικό τοπίο, που αφορούν στις κατά καιρούς προσπάθειες ρύθμισής του είπε: «ένα λάθος, -απ’ ό,τι λέει η κυβέρνηση και απ’ ότι έτσι είναι των προηγούμενων κυβερνήσεων- δεν διορθώνεται με ένα άλλο λάθος. Το πρόβλημα είναι, εμείς το είχαμε πει από την αρχή, όταν κατατέθηκε το νομοσχέδιο για τις άδειες, ότι δεν θα οδηγήσει σε διέξοδο και όσον αφορά αυτό το πρόβλημα».
«Για μας, τα βασικά κριτήρια είναι δύο: Πέρα από γενικές κουβέντες και λόγια του αέρα που μένουν μόνο για τα προεκλογικά μπαλκόνια: Το ζήτημα των εργαζομένων, πως λύνεται μέσα από έναν νόμο που αφορά τα ΜΜΕ, ποιες είναι οι εργασιακές σχέσεις και δεύτερον πως γίνεται η ενημέρωση, αν δηλαδή προωθείται σε αυτές τις συνθήκες, η όσο το δυνατόν πιο πολύπλευρη και αντικειμενική πληροφόρηση και ενημέρωση του ελληνικού λαού. Όλα αυτά έχουν μια βασική αιτία: Ποιος έχει στα χέρια του αυτά τα Μέσα» πρόσθεσε.
Συμπλήρωσε ακόμα ότι με τον νόμο της κυβέρνησης «όχι μόνο δεν εξασφαλίζονται οι εργασιακές συνθήκες στα ΜΜΕ, γιατί γενικότερα το εργασιακό πάει από το κακό στο χειρότερο, ενώ το ίδιο το ζήτημα έτσι όπως ετέθη με τις 4 τηλεοπτικές άδειες, δημιουργεί ανασφάλεια στους εργαζόμενους, δημιουργεί το πρόβλημα του τι θα γίνουν και που θα βρουν δουλειά αυτοί οι άνθρωποι, αν κλείσουν τα κανάλια, τα Μέσα στα οποία δουλεύουν».
Σε ότι αφορά τη Δικαιοσύνη και εν αναμονή της απόφασης του ΣτΕ, σημείωσε: «Σε αυτές τις συνθήκες και με αυτούς που κυβερνούν, και τους προηγούμενους, με αυτούς που έχουν την πραγματική εξουσία, δεν πρόκειται να υπάρξει πραγματική ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Γίνονται παρεμβάσεις και κυβερνητικές και επιχειρηματικών και άλλων συμφερόντων, γύρω από αυτά τα προβλήματα, έχουν βγει μεγάλα μαχαίρια και αυτό εκφράζεται και στον χώρο της Δικαιοσύνης».
Χαρακτήρισε γελοίο το επιχείρημα ότι το ΚΚΕ ασκεί αντιπολίτευση στον ΣΥΡΙΖΑ στηρίζοντας τη ΝΔ, τόνισε ότι το ΚΚΕ αντιπάλεψε και αντιπαλεύει τη ΝΔ και πρόσθεσε: «Εμείς κάνουμε κριτκή και στους μεν και στους δε -ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ- γιατί ακολουθούν την ίδια πολιτική, στην ίδια κατεύθυνση».
Αναφέρθηκε, επίσης, σε όσα «ακούγονται τελευταία και από κύκλους της Εκκλησίας και από πολιτικά πρόσωπα για να ομονοήσουμε και να τείνουμε τα χέρια» επισημαίνοντας ό,τι το ΚΚΕ τείνει το χέρι, «ο εργάτης στον αγρότη, στον αυτοαπασχολούμενο στην λαϊκή οικογένεια, αλλά θέλει και υψωμένη γροθιά αγώνα και διεκδίκησης, δεν μπορεί να λες όλοι ομονοούμε, αυτό είναι κήρυγμα από άμβωνος και όταν το λένε πολιτικά πρόσωπα, ή πρόσωπα που έχουν κύρος στην ελληνική κοινωνία, είναι επικίνδυνα, στρέφονται στην ουσία ενάντια στην αντίσταση τον αγώνα και την πάλη για ριζικές αλλαγές».
Σχετικά με την καθημερινή πάλη και διεκδίκηση, είπε ότι το ΚΚΕ ήταν το μόνο κόμμα που στήριξε και έφερε ως πρόταση νόμου στη Βουλή το σχέδιο νόμου που κατέθεσαν σε όλα τα κόμματα -πλην Χρυσής Αυγής- πάνω από 500 σωματεία, εργατικά κέντρα και ομοσπονδίες και αφορούσε τις ΣΣΕ και άλλα εργασιακά δικαιώματα, και πρόσθεσε ότι τα άλλα κόμματα το απέρριψαν.
Αναφορικά με τις γενικότερες πολιτικές εξελίξεις είπε πως ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αποκρυσταλλωθεί σε κόμμα σοσιαλδημοκρατικό, καθαρά αστικό, και καταλαμβάνει τον χώρο της κεντροαριστεράς, ενώ δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο μελλοντικής συγκυβέρνησης και με τμήματα της ΝΔ.
Έκανε λόγο για απώλεια δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ που δεν καρπώνεται η ΝΔ, είπε ότι πάνω από 20% ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ προβληματίζονται και συμμετέχουν στους αγώνες, καταλήγοντας σε αυτόν τον κόσμο που προβληματίζεται και αγωνιά τους λέμε, παρά τις όποιες επιφυλάξεις να συμπαραταχθούν με το ΚΚΕ, ενώ αυτή η πολιτική πρόταση πρέπει να ενισχυθεί παντού.