Τέσσερις είναι οι παράγοντες που θα κρίνουν το αποτέλεσμα για τη πραγματική οικονομία, μετά τη συμφωνία στο Eurogroup, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας και του Εμποροβιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά, Βασίλη Κορκίδη.
Όπως αναφέρει σε δήλωσή του, σύμφωνα με το ΑΠΕ, ο κ. Κορκίδης: «το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης έγινε με καθυστέρηση πολλών μηνών. Όπως έχω επισημάνει σε αρκετές παρεμβάσεις μου, είναι εντυπωσιακή η τραγωδία που εξελίσσεται κάθε φορά ενόψει μιας αξιολόγησης, από την πλευρά των δανειστών, οι οποίοι μοιράζονται μεταξύ τους τον ρόλο πότε του «καλού» και πότε του «κακού», προκαλώντας έντονες ψυχολογικές μεταπτώσεις στην ελληνική κοινωνία, χωρίς ποτέ όμως να την οδηγούν στην «κάθαρση» από το άγχος, την αβεβαιότητα και την ανασφάλεια. Αυτή η μόνιμη κατάσταση των ψυχολογικών μεταπτώσεων τα τελευταία οκτώ χρόνια έχει επιτείνει τη στασιμότητα. Διότι ενώ η χώρα διαρκώς δανείζεται και δεσμεύεται για μεταρρυθμίσεις και νέα μέτρα, αυτή η συνταγή έχει προκαλέσει κόπωση στην κοινωνία και την αγορά. Αυτή τη φορά, ωστόσο, το τοπίο έχει κάπως «ξεθολώσει», καθώς διαφαίνονται τέσσερις παράγοντες που θα κρίνουν το αποτέλεσμα του στοιχήματος μετά τη συμφωνία στο Eurogroup .
Πρώτον, η ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας. Η αξιολόγηση αυτή αναμένεται να επικεντρωθεί στη διευθέτηση του χρέους και στην προώθηση αναπτυξιακών δράσεων/πρωτοβουλιών, ώστε η χώρα να μεταβεί από μια περίοδο οικονομικής προσαρμογής στην κανονικότητα. Η ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα, αν και με βάση τα υφιστάμενα δεδομένα κάτι τέτοιο θεωρείται αρκετά δύσκολο. Τα περιθώρια επιτυχούς ολοκλήρωσης της τρίτης αξιολόγησης κρίνονται ως ασφυκτικά, καθώς αυτή θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί τον Νοέμβριο του 2017. Επομένως, η πίεση που θα ασκηθεί στην αγορά και την κοινωνία για την υλοποίηση των απαιτήσεων των δανειστών θα είναι μεγάλη.
Δεύτερον, η αποτελεσματική ρύθμιση των χρεών των επιχειρήσεων και των ελεύθερων επαγγελματιών και αυτοαπασχολουμένων στο πλαίσιο του Εξωδικαστικού Μηχανισμού Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων (Ν. 4469/2017). Υπάρχει αγωνία για το πότε θα τεθεί σε ισχύ ο Μηχανισμός, καθώς ο όγκος των προς διαχείριση δεδομένων από πλευράς τραπεζών και Δημοσίου αναμένεται να είναι πολύ μεγάλος. Ως εκ τούτου, η ηλεκτρονική πλατφόρμα υποβολής και αξιολόγησης των αιτημάτων πρέπει να είναι άρτια σχεδιασμένη για την εύρυθμη λειτουργία και την αποδοτικότητα του συστήματος. Επειδή λοιπόν, για πρώτη φορά επιχειρείται μία συνολική ρύθμιση των πάσης φύσεως επιχειρηματικών χρεών, η επιτυχία ή μη του εγχειρήματος θα κρίνει σε σημαντικό βαθμό την εξυγίανση του χαρτοφυλακίου των τραπεζών και την περαιτέρω διεύρυνση της πιστωτικής επέκτασης.
Τρίτον, το ζήτημα της ρευστότητας, το οποίο βρίσκεται σε άμεση συνάφεια με τον Εξωδικαστικό Μηχανισμό, παραμένει κορυφαίο στην ατζέντα. Τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, όπως αυτά αποτυπώνονται στα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. για το 1ο τρίμηνο του 2017 – ετήσια συγκριτική βάση – συνηγορούν σε μία μικρή αύξηση του ΑΕΠ, στην τόνωση των εξαγωγών και των επενδύσεων αλλά και στην ενίσχυση της ιδιωτικής κατανάλωσης. Οι προαναφερθείσες θετικές ενδείξεις όμως θα πρέπει να παγιωθούν, προκειμένου να μεταφραστούν σε βέβαια δείγματα ανάταξης της πραγματικής οικονομίας. Εξίσου σημαντική εξέλιξη, η οποία αποτελούσε πάγιο αίτημα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, συνιστά η αναγγελία ίδρυσης της Εθνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, μία πρωτοβουλία που εάν τελικά υλοποιηθεί εκτιμάται πως θα απεγκλωβίσει από τη χρηματοοικονομική ασφυξία πληθώρα ελευθέρων επαγγελματιών.
Τέταρτον, η «υποσχετική» για το χρέος. Χρειάζεται η κυβέρνηση να θωρακίσει με συγκεκριμένες ενέργειες τη συμβιβαστική λύση του οδικού χάρτη. Διότι, η ρήτρα ανάπτυξης που συμφωνήθηκε και συνδέει την ανάπτυξη με την αποπληρωμή του χρέους είναι γενικόλογη με αρκετές ασάφειες, χωρίς να προσδιορίζονται συγκεκριμένες παράμετροι και οι απαραίτητες συνθήκες αποτελεσματικής λειτουργίας της.
Άρα, η κυβέρνηση οφείλει να υπερασπιστεί τη διαδρομή που έχει διανύσει από το 2010 έως σήμερα η χώρα και να λάβει σοβαρά υπόψη της τις θυσίες που έχουν κάνει μέχρι σήμερα οι πολίτες/φορολογούμενοι. Διαφορετικά, παραμένουμε εντός ενός ιδιαίτερα επιζήμιου φαύλου κύκλου. Ας ελπίσουμε λοιπόν, ότι θα υπάρξει σχέδιο και αντανακλαστικά, προκειμένου η 3η και μακάρι η τελευταία αξιολόγηση να μας βρει όλους κατάλληλα προετοιμασμένους και σε θέση μάχης για να αποφευχθούν οι κωλυσιεργίες και η διστακτικότητα του παρελθόντος».