Στον βωμό των μνημονιακών δεσμέυσεων, πληρώθηκε o «ακριβός» και πολύ “βαρύς” φορολογικός λογαριασμός του 2018 επισημαίνει ο πρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας και του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά, Βασίλης Κορκίδης,με ανάρτηση του στο facebook.
Από τις αρχές του προηγούμενου έτους τέθηκαν σε εφαρμογή 12 πρόσθετα μέτρα, σημείωσε.
Ο κ. Κορκίδης ανέφερε τα εξής:
“Οι φορολογούμενοι βρέθηκαν αντιμέτωποι με επιπλέον φορολογικές επιβαρύνσεις που προσέγγισαν το 1 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 478 εκατ. ευρώ προήλθαν από την άμεση φορολογία και άλλα 473 εκ. ευρώ από την έμμεση φορολογία, ενώ είναι αξιοσημείωτο ότι τα καθαρά έσοδα αυξήθηκαν κατά περίπου 2 δισ. ευρώ, κυρίως από τις ρυθμίσεις χρεών. Σε κάθε περίπτωση, οι εισπράξεις από την υπερφορολόγηση μας το 2018 κινήθηκαν πάνω από τους αρχικούς στόχους του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος και σε «ταμειακή βάση» έφτασαν τα επιπλέον 2,95 δισ .ευρώ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι άμεσοι φόροι ανήλθαν στα 20,8 δισ. ευρώ, έναντι πρόβλεψης ύψους 20,3 δις ευρώ, ενώ οι έμμεσοι φόροι αυξήθηκαν και έφτασαν στα 27,4 δις ευρώ από τα 26,9 δισ. ευρώ. Από τα 73 δισ. ευρώ φορολογητέας ύλης, προερχόμενης από τη χρήση του 2017, εισπράχθηκαν σχεδόν 49 δισ. ευρώ από τα 51 δις ευρώ άμεσων και έμμεσων φόρων του φορολογικού έτους 2018, που αντιστοιχεί στο 67%. Τα 2/3 δηλαδή των δηλωθέντων εισοδημάτων πάνε σε φόρους, ενώ το ίδιο θα συμβεί το οικονομικό 2019 που απαιτούνται 53 δισ. ευρώ φόροι για να εισπραχθούν 51 δισ.ευρώ από τα εκτιμώμενα 75 δισ. ευρώ φορολογητέας ύλης. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο τη τελευταία ημέρα του έτους οι φορολογικές μας υποχρεώσεις ξεπέρασαν τα 2,9 δις ευρώ και το σύνολο των υποχρεώσεων του Δεκεμβρίου τα 5,6 δισ. ευρώ.
Οι φορολογικές υποχρεώσεις συνεχίζονται και το νέο έτος με 14 αλλαγές στη φορολογική νομοθεσία από 1η Ιανουαρίου 2019. Κατά την άποψη μου, η μεγάλη «αγωνία» των φορολογούμενων όλη τη χρονιά, θα είναι εάν καταφέρουμε να αντεπεξέλθουμε στις υποχρεώσεις και σε μια σειρά οικονομικών βαρών που έχουμε κληθεί να σηκώσουμε όλοι οι Έλληνες πολίτες τα τελευταία χρόνια. Γεγονός άλλωστε που αποτυπώνεται από την «έκρηξη» των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο στα 104 δις ευρώ, με τουλάχιστον 10 δισ. ευρώ επιπλέον το 2018, που πιστοποιούν την «κόπωση» όλων των φορολογουμένων. Αναφορικά με τον εξωδικαστικό μηχανισμό, πρέπει να επισημάνουμε ότι ως το 2018 οι προσφυγές στον νόμο ανέρχονταν στις περίπου 200.000 και από αυτές είχαν εκδικασθει περίπου οι 60.000, από τις οποίες το 65% έχουν ρυθμιστεί και το 35% έχουν απορριφθεί, ενώ οι εκκρεμείς 135.639 είναι ακόμα πολλές.
Ως εκ τούτου η επέκταση του νόμου για τον Εξωδικαστικό Μηχανισμό, για οφειλές που δημιουργήθηκαν το 2018, κρίνεται απαραίτητη μαζί με τις επτά αλλαγές που δρομολογούνται για το 2019. Κάποτε η συνέπεια καταβολής βεβαιωμένων φόρων για φυσικά και νομικά πρόσωπα ήταν δεδομένη, αυτονόητη και βασικός κανόνας του υγιούς επιχειρείν, σήμερα όμως αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα. Αποδεδειγμένα η υπερφορολόγηση έχει αυξήσει την φοροαδυναμία, αφού 4,2 εκατ. φορολογούμενοι είναι οφειλέτες του δημοσίου, εκ των οποίων 1,8 εκ. έχουν υποστεί αναγκαστικά μέτρα και 1,2 υπό καθεστώς αναγκαστικών μέτρων. Το 63% των φορολογουμένων έχει χρέη, ενώ οι κατασχέσεις το 2018 έφτασαν τις 640 την ημέρα.
Η οικονομική κατάσταση των Ελλήνων σύμφωνα με το Ευρωβάρομετρο, που δηλώνουν οι ποιο απαισιόδοξοι στην ΕΕ, το 2018 ήταν κακή για το 61% και καλή μόνο για το 39%. Κλείνοντας το λογαριασμό του 2018, εύκολα διαπιστώνει κανείς ότι δυστυχώς για άλλη μία χρονιά τα έσοδα, οι φόροι και τα χρέη αυξήθηκαν δυσανάλογα. Ο φορολογικός «γολγοθάς» συνεχίζεται και το 2019 με 4,05 δισ. ευρώ τον Ιανουάριο, 3,3 δις ευρώ τον Φεβρουάριο, 2,9 δις ευρώ τον Μάρτιο, 3,6 δις ευρώ τον Απρίλιο, 3,3 δισ. ευρώ τον Μάιο και 3,5 δισ. ευρώ τον Ιούνιο, πριν ακόμα αρχίσει το δεύτερο και «ακριβότερο» εξάμηνο του 2019 που περιλαμβάνει τις δόσεις του φόρου εισοδήματος, με συνολικό ετήσιο φορολογαριασμό 53 δισ. ευρώ.
Τέλος σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ μεταξύ 76 χωρών, η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα που τα τελευταία τέσσερα χρόνια μεταξύ 2015-2018 αύξησε τη φορολογία των επιχειρήσεων στο 29% όταν ο μέσος όρος φορολόγησης των επιχειρήσεων είναι 21,4%”.