ΓΣΕΕ: Προσφεύγει στην Διεθνή Οργάνωση Εργασίας για την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων

ΓΣΕΕ

ΓΣΕΕ

Στο πλαίσιο του ετήσιου ελέγχου εφαρμογής των διεθνών συμβάσεων εργασίας, η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας (ΓΣΕΕ) υπέβαλε εκτενή έκθεση στον εποπτικό μηχανισμό της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, ζητώντας την αποκατάσταση του θεσμικού πλαισίου ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Σε ανακοίνωση για την ενέργειά της, η ΓΣΕΕ σημειώνει ότι οι ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις «αποτελούν σταθερή προτεραιότητα και μοχλό για την πλήρη επαναφορά όλων των συλλογικών δικαιωμάτων που αποδομήθηκαν, “πάγωσαν” ή καταργήθηκαν, υπό τους επαχθείς όρους που επέβαλε η τρόικα των πιστωτών της Ελλάδας, αλλά και από μεταγενέστερες κυβερνητικές παρεμβάσεις».

Συγκεκριμένα, επικαιροποιώντας πρωθύστερες προσφυγές της, η ΓΣΕΕ  στην προσφυγής της:

– Επισημαίνει την επείγουσα ανάγκη άμεσης αποκατάστασης των ελεύθερων και ανεμπόδιστων συλλογικών διαπραγματεύσεων στην Ελλάδα και αναλύει πρόσφατες αλληλένδετες οικονομικές και άλλες εξελίξεις που επιδεινώνουν περαιτέρω τις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης για τους εργαζόμενους, προτάσσοντας την ανάγκη αποτροπής της περαιτέρω οικονομικής και θεσμικής αποδυνάμωσής τους.

– Υπογραμμίζει ότι η συνεχιζόμενη απροκάλυπτη κρατική παρέμβαση στους νόμιμους μηχανισμούς καθορισμού μισθών παραβιάζει το πνεύμα και το γράμμα της ΔΣΕ 98, καθώς και τις θεμελιώδεις αρχές της ΔΟΕ.

– Τονίζει ότι η αποκατάσταση της θεσμικής τάξης στην αγορά εργασίας, σύμφωνα με τις αρχές και τα πρότυπα της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, αποτελεί προϋπόθεση για την απρόσκοπτη άσκηση της συνδικαλιστικής λειτουργίας και θεμελιωδών συλλογικών δικαιωμάτων και ελευθεριών.

– Τεκμηριώνει με στοιχεία από πρόσφατες έρευνες του Ινστιτούτου Εργασίας της Συνομοσπονδίας ΙΝΕ/ΓΣΕΕ την καθοδική πορεία της αγοραστικής δύναμης και της αξιοπρεπούς διαβίωσης που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι, χωρίς αποτελεσματικές παρεμβάσεις οικονομικής πολιτικής μπροστά στο πληθωριστικό σοκ, που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην ενεργειακή κρίση.

– Αναδεικνύει την κομβική σημασία του κατωτάτου μισθού, τονίζοντας ότι η διά νόμου μονομερής αύξησή του από το κράτος έχει αμελητέο θετικό αντίκτυπο, οδηγώντας σε κατώτατο μισθό φτώχειας, χωρίς αναφορές στην πραγματική οικονομία και στις ανάγκες των εργαζομένων, παρά την ιδιαίτερα δυσχερή οικονομική συγκυρία.

– Ζητάει την άμεση επαναφορά του καθορισμού του κατώτατου μισθού με συλλογικές διαπραγματεύσεις και με δεσμευτική ισχύ της ΕΓΣΣΕ σε επίπεδα που συνάδουν με το όριο αξιοπρεπούς διαβίωσης ως ουσιαστικό μηχανισμό ενίσχυσης της οικονομίας, της κοινωνικής συνοχής και του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων.

– Προειδοποιεί για τον κίνδυνο αύξησης των ανισοτήτων, που απειλούν την οικονομική και κοινωνική σταθερότητα, αποδυναμώνοντας περαιτέρω τους εργαζόμενους και τις οικογένειές τους σε συνθήκες ελλειμματικής θεσμικής προστασίας σε μία απορρυθμισμένη αγορά εργασίας».

Exit mobile version