Tις παρατηρήσεις της σχετικά με πτυχές του προσχεδίου νόμου για το νέο ασφαλιστικό οι οποίες εκτιμά ότι χρήζουν βελτιωτικών παρεμβάσεων, ενδεχομένως και πλήρους απαλοιφής, καταθέτει η ΓΣΕΒΕΕ εν όψει της επικείμενης συνάντησης των κοινωνικών φορέων με την κυβέρνηση.
Σημειώνεται ότι στις αρχές της επόμενης εβδομάδας πρόκειται να πραγματοποιηθεί συνάντηση στελεχών των κοινωνικών φορέων (ΣΕΒ, ΓΣΕΒΕΕ, ΣΕΤΕ, ΕΣΕΕ) και εκπροσώπων της κυβέρνησης για να συζητηθούν οι πτυχές του ασφαλιστικού νομοσχεδίου, πέραν της προσωρινής αύξησης των εργοδοτικών εισφορών κατά 1% το οποίο είναι και το μόνο (σε ότι αφορά στο ασφαλιστικό) που συμφωνήθηκε στη σύσκεψη υπό τον Πρωθυπουργό που έγινε την περασμένη Πέμπτη στο Μέγαρο Μαξίμου.
Σύμφωνα με τη ΓΣΕΒΕΕ, όπως κατ’ επανάληψη έχει τονισθεί, η συμφωνία για την προσωρινή αύξηση των εργοδοτικών εισφορών έγινε προκειμένου αφενός να διασφαλιστεί η ομαλή πορεία της διαπραγμάτευσης και η επιτυχής ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος και αφετέρου να μην γίνει ακόμα μία περικοπή των συντάξεων που σήμερα στηρίζουν περισσότερα από 2.200.000 νοικοκυριά.
Υπενθυμίζεται ότι η ΓΣΕΒΕΕ (βλέπε και δελτίο τύπου της 7ης/1/2016) κατά τη διάρκεια της σύσκεψης είχε επισημάνει τα αρνητικά σημεία του νομοσχεδίου και ιδιαίτερα τις προβλέψεις που αφορούν στους ελεύθερους επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενους και μικρούς επιχειρηματίες που το ετήσιο εισόδημά τους ξεπερνά τις 20.000 ευρώ. Όπως σημειώνεται, οι επισημάνσεις αυτές, συνέβαλαν καθοριστικά στο να συγκροτηθεί η κοινή επιτροπή.
Εν όψει λοιπόν της συνάντησης, η Συνομοσπονδία καταθέτει τις παρατηρήσεις της σχετικά με πτυχές του προσχεδίου νόμου που έχουν δει το φως της δημοσιότητας και οι οποίες χρήζουν βελτιωτικών παρεμβάσεων, ενδεχομένως και πλήρους απαλοιφής.
Όπως σημειώνει η ΓΣΕΒΕΕ, χωρίς τις συγκεκριμένες παρεμβάσεις, εκτιμάται ότι ούτε το ασφαλιστικό σύστημα θα γίνει βιώσιμο, ούτε η δημοσιονομική επίδοση της χώρας θα βελτιωθεί σημαντικά, ενώ ελλοχεύει ο κίνδυνος μεγάλο μέρος των επαγγελματιών να διακόψει πραγματικά ή τεχνητά την επιχειρηματική δραστηριότητα, και να λειτουργεί στον άτυπο τομέα της οικονομίας.
Η Συνομοσπονδία επισημαίνει επίσης ότι έχει την ευθύνη να αναδείξει αυτές τις άδικες πτυχές του προσχεδίου, οι οποίες αν βελτιωθούν και συμφωνηθούν από τους παραγωγικούς φορείς, δύνανται να ενισχύσουν τη διαπραγματευτική θέση της χώρας.
Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει και από τα παραδείγματα που καταγράφονται στο παράρτημα, οι παρατηρήσεις της ΓΣΕΒΕΕ είναι οι εξής:
1) Τα καθαρά φορολογητέα εισοδήματα άνω των 15.000-20.000€ (ανάλογα με την ασφαλιστική κλάση στην οποία ανήκουν) υφίστανται σημαντικές επιβαρύνσεις ως προς το σύνολο των ετήσιων εισφορών που καλούνται να πληρώσουν. Κρίνεται ότι θα πρέπει να υπάρξει ενδεχομένως μια φθίνουσα κλιμάκωση για αυτά τα εισοδήματα ώστε να μη δημιουργούνται αντικίνητρα ασφάλισης και δήλωσης πραγματικών εισοδημάτων. Το πλαφόν που υπολογίζεται στο 10πλάσιο του κατώτατου μισθού είναι όχι μόνο αυθαίρετα υψηλό αλλά και καταστροφικό για τις επιχειρήσεις και πρέπει να αναπροσαρμοστεί.
2) Η διατήρηση της αναλογικής χρέωσης στις εισφορές υγείας (6,95% με πολύ υψηλό ανώτερο πλαφόν), δημιουργεί σημαντικά κίνητρα φοροαποφυγής και εισφοροαποφυγής. Ειδικότερα για τις εισφορές υγείας, είναι αδιανόητο να επιβαρύνονται οι επαγγελματίες με μικρομεσαία και υψηλά εισοδήματα, με χρεώσεις οι οποίες ανέρχονται έως και 4.888 ετησίως. Το υπουργείο θα πρέπει να επανεξετάσει το συντελεστή και να ορίσει ρητά το ανώτατο πλαφόν.
3) Η εξαγγελία περί ρύθμισης και κατανομής των ασφαλιστικών οφειλών όσων εργάζονται με μπλοκάκι, προσκρούει σε σημαντικές τεχνικές δυσκολίες, νομικές ρυθμίσεις αλλά και διαπραγματευτικές διευθετήσεις. Σήμερα, γνωρίζουμε ότι η δαπάνη και αμοιβή «εξωτερικών» συνεργατών γίνεται με βάση ένα προϋπολογισθέν κόστος, το οποίο θα επιβαρύνει τον τελικό ανάδοχο, ανεξάρτητα την κατανομή σε εργοδότη/ εργαζόμενο. Η εξαγγελία αυτή θα προσθέσει σημαντικό διοικητικό και γραφειοκρατικό βάρος. Μάλιστα, στις περιπτώσεις ταυτόχρονης διατήρησης ιδιότητας μισθωτού και επαγγελματία, η καταβολή διπλών εισφορών λειτουργεί ως αντικίνητρο εργασίας και ανάληψης επιχειρηματικής δραστηριότητας (ίσως θα πρέπει να εξεταστεί η περίπτωση συνυπολογισμού στον εργασιακό βίο των επιπρόσθετων ενσήμων από πλεονάζουσες εισφορές).
4) Θεωρούμε δεδομένο ότι οι ασφαλιστικές εισφορές θα εκπίπτουν από το φορολογητέο εισόδημα. Τούτο θα πρέπει όμως να αναφέρεται ρητά στο νέο φορολογικό σχέδιο. Σε αυτήν την εκδοχή, βάση υπολογισμού θα θεωρείται το προηγούμενο έτος, διότι αλλιώς προκύπτουν θέματα κυκλικότητας υπολογισμών. Παραμένει ασαφές αν θα υπάρχει ασφαλιστική εκκαθάριση στο τέλος του φορολογικού/ ασφαλιστικού έτους.
5) Εκτιμούμε ότι η έννοια και η εφαρμογή του τεκμαρτού εισοδήματος δεν έχει πλέον καμιά νομιμοποιητική βάση στο νέο φορολογικό λόγω των αναλογικών και προοδευτικών επιβαρύνσεων στις ασφαλιστικές και φορολογικές κλίμακες. Θεωρούμε δεδομένο ότι ο επιτηδευματίας με ζημίες ή πολύ χαμηλά κέρδη θα βρίσκεται στην ελάσσονα κατηγορία ασφάλισης για σύνταξη και υγεία, δίχως να υπολογίζεται ένα τεκμαρτό επίπεδο διαβίωσης, το οποίο καλύπτεται από τις παρελθούσες αποταμιεύσεις. Άλλωστε, η ύπαρξη τεκμαρτού υπολογισμού εισοδημάτων παράλληλα με την εφαρμογή του περιουσιολογίου και άλλων έμμεσων μορφών ελέγχου συνιστά αναχρονισμό.
Καταλήγοντας, η ΓΣΕΒΕΕ επισημαίνει ότι οι παραπάνω βελτιώσεις αποτελούν αναγκαίους όρους για την ομαλή και αποτελεσματική εφαρμογή ενός σύγχρονου, αποτελεσματικού και δίκαιου ασφαλιστικού συστήματος.
«Χωρίς αυτές τις ουσιαστικές παραμετροποιήσεις, η γενναία αποδοχή εκ μέρους των εργοδοτικών ενώσεων της οριακής αύξησης των ασφαλιστικών εισφορών θα αποτελεί ακόμη μια θυσία της εγχώριας επιχειρηματικότητας που θα πέσει στο κενό», συμπληρώνει η Συνομοσπονδία