Την ανάγκη να αποφευχθεί η έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, να διορθωθεί το υφιστάμενο πρόγραμμα της Τρόικας, να σχεδιασθεί ένα μεταμνημονιακό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων, αλλά και να επέλθει ρήξη με το προ κρίσης προσοδοθηρικό υπόδειγμα ανάπτυξης υπογραμμίζει στην τριμηνιαία έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής.
Η έκθεση αναφέρει πως η νέα κυβέρνηση αντιμετωπίζει πολλές εκκρεμότητες και πρέπει να συμφωνήσει με τους εταίρους για το τι είναι δυνατό και πώς θα χρηματοδοτηθεί.
Για τις δυσκολίες που προκύπτουν για τη νέα κυβέρνηση η έκθεση εστιάζει στην υστέρηση των εσόδων του κράτους που διευρύνει το «δημοσιονομικό κενό» και μειώνει τα ταμειακά διαθέσιμα.
Όπως σημειώνεται η Τρόικα προτάσσει τη συμφωνία για τα προαπαιτούμενα και το διάδοχο πρόγραμμα, ενώ η ελληνική πλευρά αναμένει ότι όλα τα ζητήματα αποτελούν μια δέσμη και πρέπει να διευθετηθούν μαζί.
Κατά τη γνώμη του Γραφείου Προϋπολογισμού «θα διευκόλυνε τη συνεννόηση αν το ζήτημα του χρέους από την ελληνική πλευρά εντασσόταν ως μέρος μιας συνολικής δέσμης θεμάτων διαπραγμάτευσης, γεγονός που θα ενδυνάμωνε την ευνοϊκή δυναμική που διακρίνεται».
Ακόμη, τονίζεται πως η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να αποπληρώσει εντός των επόμενων δύο μηνών δάνεια (κυρίως προς το ΔΝΤ) ύψους περίπου 4 δισ. ευρώ και να αναχρηματοδοτήσει έντοκα γραμμάτια ύψους περίπου 7 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με την έκθεση, ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα θα προκύψει μετά τον Ιούλιο 2015 όταν η Ελλάδα θα έχει ανάγκη για 8,8 δισ. ευρώ για να καλύψει τις υποχρεώσεις της έναντι της ΕΚΤ, δευτερευόντως έναντι του ΔΝΤ και τόκους.
«Φαίνεται αδύνατο να καλυφθούν οι σχετικές χρηματοδοτικές δαπάνες χωρίς μια συνολική συμφωνία με τους εταίρους», αναφέρει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής.
Αναφερόμενη στα μείζονα «διακυβεύματα» η έκθεση αναφέρει πως πρέπει να αποφευχθεί η έξοδος από την Ευρωζώνη, να υπάρξει συμφωνία για διορθώσεις και εφαρμογή του ισχύοντος (έως τέλη Φεβρουαρίου μετά την παράταση που δόθηκε) προγράμματος οικονομικής προσαρμογής και να συμφωνηθεί ένα πρόγραμμα ανάπτυξης και μεταρρυθμίσεων για τα επόμενα χρόνια («μετά το μνημόνιο ΙΙ»).
Αναφορικά με το χρέος το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής επισημαίνει πως η ΕΕ αποκλείει προς το παρόν περικοπή του ονομαστικού χρέους, όμως δε θα είναι αρνητική σε ένα συμβιβασμό. «Δεν είναι σαφές σε τι ακριβώς θα συνίστατο αυτός ο συμβιβασμός. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι πληρωμές των δανείων του EFSF (περίπου 130 δισ. ευρώ) αρχίζουν μετά το 2022 ενώ τα επιτόκια είναι χαμηλά! Πάντως φαίνεται διαπραγματεύσιμη η υιοθέτηση σταθερών επιτοκίων», τονίζεται στην έκθεση.
Στο σημείο αυτό οι συντάκτες της έκθεσης υπογραμμίζουν πως το χρέος δεν είναι, απλά ή μόνο, ελληνική αλλά ευρωπαϊκή υπόθεση. «Στην ΕΕ αυξάνεται η πίεση για συνολικές λύσεις. Προς το παρόν, η έμφαση είναι στην επιτάχυνση της ανάκαμψης των ευρωπαϊκών οικονομιών μέσω νέων πρωτοβουλιών. Η Ελλάδα πρέπει να κερδίσει χρόνο ώστε να επωφεληθεί από τις συντελούμενες διεργασίες», αναφέρουν.