Την ώρα που οι προσφυγικές ροές συνεχίζονται αμείωτες, στη Γερμανία έχει ήδη ξεκινήσει η συζήτηση σχετικά με τις δυνατότητες ένταξης των νεοεισερχόμενων προσφύγων στην αγορά εργασίας της χώρας.
Η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Εργασίας (BA) εκτιμά ότι η γερμανική αγορά εργασίας είναι αρκετά ισχυρή ώστε να απορροφήσει μεγάλο αριθμό προσφύγων. «350.000 πρόσφυγες ετησίως αυτό το διάστημα, καθαρά ποσοτικά, δεν συνιστούν κανένα πρόβλημα, διότι κάθε χρόνο προκύπτουν περίπου 700.000 νέες θέσεις εργασίας», δήλωσε στην εφημερίδα Die Welt ο πρόεδρος της BA Ντέτλεφ Σέλε.
Αισιόδοξος ότι το δύσκολο έργο της ένταξης των προσφύγων στην αγορά εργασίας μπορεί να έχει επιτυχή έκβαση δήλωσε και ο πρόεδρος της Ένωσης Γερμανικών Συνδικάτων (DGB). Σε συνέντευξή του στο γερμανικό ραδιόφωνο Deutschlandfunk, ο Ράινερ Χόφμαν χαρακτήρισε το συγκεκριμένο εγχείρημα «τεράστια πρόκληση», η οποία όμως μπορεί να έχει ευτυχές αποτέλεσμα, δεδομένης της ισχυρής αγοράς εργασίας.
Ο πρόεδρος της DGB αντλεί την αισιοδοξία του από τη θετική εμπειρία της ένταξης μεταναστών στη γερμανική αγορά εργασίας τις προηγούμενες δεκαετίες και τόνισε ότι το ζητούμενο είναι να διαπιστωθούν το ταχύτερο δυνατόν τα προσόντα και οι δεξιότητες των προσφύγων, αλλά και να υπάρξει μέριμνα για άμεση εκμάθηση της γερμανικής γλώσσας.
Δεν θα καλυφθεί βραχυπρόθεσμα η έλλειψη εξειδικευμένων εργαζομένων
Πάντως, σύμφωνα με τον Ράινερ Χόφμαν, στα παραπάνω προστίθεται και η ανάγκη να αποφευχθούν προστριβές των νεοεισερχομένων και των γερμανών πολιτών εξαιτίας του ανταγωνισμού για την εύρεση εργασίας.
Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει, όπως υπογράμμισε ο κ. Χόφμαν, να ληφθούν σοβαρά υπόψη οι φόβοι των ανθρώπων μπροστά στο μαζικό προσφυγικό ρεύμα. Φόβοι που αφορούν, όπως διευκρίνισε, κυρίως το ενδεχόμενο κοινωνικής υποβάθμισης. Ο πρόεδρος του DGB τάχθηκε πάντως κατηγορηματικά αντίθετος σε αιτήματα για εξαίρεση των προσφύγων από τις διατάξεις που αφορούν το ελάχιστο ωρομίσθιο στη Γερμανία, εκτιμώντας ότι κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε συνθήκες κοινωνικού ανταγωνισμού. «Θα πρέπει να μπει ένα τέλος σε αυτό», τόνισε ο Ράινερ Χόφμαν.
Από την πλευρά του ο Ντέτλεφ Σέλε εκτίμησε ότι κατά κανόνα δεν υφίσταται ανταγωνισμός μεταξύ άνεργων Γερμανών και προσφύγων που αναζητούν εργασία, εξηγώντας ότι «η ομάδα των μεταναστών είναι πολύ μικρή για να συμβεί κάτι τέτοιο». Σε κάθε περίπτωση, όμως, ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Εργασίας μετρίασε τις προσδοκίες των εκπροσώπων του οικονομικού κλάδου ότι το προσφυγικό ρεύμα προς τη Γερμανία δεν πρόκειται να λύσει βραχυπρόθεσμα το πρόβλημα της έλλειψης εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού στη Γερμανία. Όπως είπε, «ο δρόμος προς την αγορά εργασίας είναι μακρύς. Δεν θα βρουν δουλειά όλοι, αλλά πολλοί. Εκτιμούμε ότι το 10% των προσφύγων θα μπορέσει μετά από ένα χρόνο να βρει δουλειά, το 50% μετά από πέντε χρόνια και το 75% μετά από 12-13 χρόνια».
Πηγή: DW