Από όλες τις εκρηκτικές λύσεις για τη μεταναστευτική κρίση της Ευρώπης, μια συμφωνία που επινοήθηκε από τη Γερμανία και την Τουρκία τη Δευτέρα μπορεί να χαρακτηριστεί ως η πιο φιλόδοξη και πολιτικά εκρηκτική αναφέρουν οι Financial Times.
Το κόνσεπτ είναι μαγευτικά απλό: οποιοσδήποτε οικονομικός μετανάστης ή Σύρος πρόσφυγας που φτάνει σε ελληνικό νησί, θα επιστρέφεται στην Τουρκία. Η πρωτοβουλία επιδιώκει να ανακόψει τη λαθρομετανάστευση. Θα στοχεύσει στον όγκο των 2.000 μεταναστών την ημέρα που φτάνουν στις ελληνικές ακτές.
Το πολιτικό τίμημα είναι η εγκατάλειψη από την ΕΕ των περιορισμών που έχουν πλαισιώσει τις σχέσεις της με την Τουρκία εδώ και σχεδόν μια δεκαετία. Πρόσβαση στην ευρωπαϊκή βίζα θα μπορούσε να χορηγηθεί στους Τούρκους πολίτες μέχρι τον Ιούνιο, μια δέσμευση που παραβλέπει τους αυστηρούς σχετικούς περιορισμούς. Ενα εδώ και μια δεκαετία κυπριακό μπλόκο στο άνοιγμα κάποιων κεφαλαίων για τη συμμετοχή της Άγκυρας στην ΕΕ θα μπορούσε να αρθεί. Και έξτρα χρηματοδότηση θα είναι διαθέσιμη το 2018, πέραν των τριών δισ. ευρώ που έχουν ήδη εγκριθεί από την ΕΕ.
Αυτές οι λεπτομέρειες πρέπει ακόμη να επιλυθούν. Αλλά ενδεχομένως το δυσκολότερο απ’ όλα είναι για την ΕΕ η μετεγκατάσταση. Για κάθε Σύρο που θα επιστρέφεται στην Τουρκία από την Ελλάδα, ένας άλλος Σύρος θα γίνεται δεκτός στις ευρωπαϊκές χώρες. Είναι ένα πρόγραμμα που πιθανώς περιλαμβάνει δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους, σε μια περίοδο κατά την οποία η ΕΕ έχει καταφέρει να μετεγκαταστήσει από τον Ιούλιο μόλις 3.407 ανθρώπους στο πλαίσιο του υπάρχοντος συστήματος. Με τον καιρό, ένα πιο μόνιμο καθεστώς θα το αντικαθιστούσε, καλύπτοντας εκατοντάδες χιλιάδες.
Κατασκευασμένο με μια διαρκώς εντεινόμενη πολιτική διαμάχη στο φόντο, το σχέδιο αποτελεί απόπειρα να βρεθεί μια αμυντική λύση και να κλείσει η μεταναστευτική οδός Ελλάδας-Γερμανίας, τουλάχιστον για λίγους μήνες. Έχει σοκάρει πολλούς Ευρωπαίους διπλωμάτες που εργάζονταν επάνω σε μια εναλλακτική την Κυριακή. «Αυτό διέλυσε την κοινή μας προσέγγιση», ανέφερε ένας διπλωμάτης της ευρωζώνης. «Όλα είναι ξανά ανοικτά».
Ένας χαμογελαστός Αχμέτ Νταβούτογλου, ο πρωθυπουργός της Τουρκίας, βγήκε από μια 12ωρη συνάντηση και δήλωσε: «Υπήρχε ανάγκη για μια σθεναρή λύση». Πρόσθεσε: «Κάναμε κάποιες προσεκτικές προτάσεις».
Παρότι το σχέδιο έχει συμφωνηθεί ευρέως, πρέπει και πάλι να ξεπεράσει πέντε μεγάλα πολιτικά και λογιστικά εμπόδια:
Τα νομικά προβλήματα που προκύπτουν από τις μαζικές επιστροφές
Μεγάλες νομικές αμφιβολίες επισκιάζουν αυτό το σχέδιο. Οι κανόνες για το άσυλο είναι αρκετά σαφείς: όλες οι αιτήσεις θα πρέπει να περνούν από κατάλληλη επεξεργασία και ένας αιτών ασύλου δεν μπορεί να επιστραφεί σε μια χώρα που δεν προσφέρει προστασία.
Οι επιστροφές σε μια χώρα που δεν αποτελεί πλήρες μέλος της Σύμβασης της Γενεύης, όπως η Τουρκία, πιθανώς θα είναι παράνομες, επιχειρηματολογούν ομάδες προσφύγων.
Μόνο Σύροι έχουν το δικαίωμα να αιτηθούν κάποιας μορφής διεθνούς προστασίας στην Τουρκία -και ακόμη κι αυτό δεν ισούται με πλήρες status πρόσφυγα. Όμως άλλοι -ακόμη κι εκείνοι που διαφεύγουν από χώρες όπως το Ιράκ, το Αφγανιστάν ή η Ερυθραία- δεν έχουν τέτοια τύχη.
Η ΕΕ θα προσπαθήσει να παρακάμψει αυτό το εμπόδιο, δηλώντας πως η Τουρκία είναι ασφαλής τρίτη χώρα, το οποίο -δεδομένης της κατάστασης του συστήματος ασύλου της- είναι εξαιρετικά αμφιλεγόμενο και φαίνεται να αντιτίθεται στους κανόνες του ίδιου του μπλοκ. Παρά την εύθραυστη νομική φύση της, αυτή η πρόταση θα προσφέρει στην ΕΕ μόνο μια νομική βάση για να επιστρέφει Σύρους στην Τουρκία: δεν θα καλύπτει μη Σύρους αιτούντες ασύλου.
Αν η συμφωνία τεθεί ενώπιον των ευρωπαϊκών δικαστηρίων, «θα πάλευε για να επιβιώσει», προειδοποιούν δικηγόροι που ασχολούνται με τη μετανάστευση. Οι ηγέτες, ωστόσο, είναι απελπισμένοι. Η οργή των δικαστών στο Στρασβούργο ωχριά μπροστά στους φόβους για όλο και πιο εξαγριωμένους ψηφοφόρους, μπουχτισμένους από μια κρίση που η ΕΕ διαχειρίστηκε με λάθος τρόπο.
Η δύσκολη πολιτική της υπόσχεσης για μια μετεγκατάσταση ενός προς έναν
Το τίμημα για να δεχθεί η Τουρκία μαζικές επιστροφές παράνομων μεταναστών είναι ένα τεράστιο πρόγραμμα μετεγκατάστασης. Η Ευρώπη θα χρειαστεί να ανοίξει μια νομική οδό για άσυλο, ώστε να πάρει έναν ίσο αριθμό Σύρων απευθείας από την Τουρκία. Αυτό είναι μια εκρηκτική αντίληψη για πολλά ευρωπαϊκά κράτη-μέλη.
Η Άνγκελα Μέρκελ, η Γερμανίδα καγκελάριος, ήταν πάντα θετική στην ιδέα και, από τον Νοέμβριο, οι αξιωματούχοι της έχουν ανεπίσημα «παίξει» με την ιδέα της υποδοχής 200.000 ή 300.000 προσφύγων σε διμερή βάση. Το Βερολίνο επέμεινε, ωστόσο, πως αυτό θα μπορέσει να γίνει μόνο αν η Τουρκία αποδείξει πως η λαθρομετανάστευση έχει ολοσχερώς σταματήσει.
Πιο δύσκολο έχει σταθεί το να πειστεί οποιαδήποτε άλλη χώρα της ΕΕ ώστε να εμπλακεί. Ένας «συνασπισμός προθύμων» έχει αποδειχθεί αποφασιστικά μη πρόθυμος. Η Ολλανδία πιθανώς παρέχει στήριξη, όπως και ελάχιστα άλλα μικρά κράτη-μέλη. Αλλά δεν υπάρχουν δεσμεύσεις για συγκεκριμένους αριθμούς. Το να πείσουν υπέρ αυτής της ιδέας στην πράξη ίσως αποδειχθεί δύσκολο για πολλούς Ευρωπαίους ηγέτες: ανώτατος αξιωματούχος τόνισε πως το κόνσεπτ θα μπορούσε να διαλύσει τη συμφωνία. Κάποιοι διπλωμάτες πιστεύουν ότι μπορεί ακόμη και να χρειαστεί ένα υποχρεωτικό σύστημα ποσοστώσεων -μια κίνηση στην οποία ο Βίκτορ Όρμπαν της Ουγγαρίας έχει υποσχεθεί να ασκήσει βέτο.
Το βάρος της επίλυσης αυτών των μεγάλων προβλημάτων θα πέσει στον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, ο οποίος έχει στη διάθεσή του 10 ημέρες για να βρει μια λύση. Για να λειτουργήσει οποιοδήποτε σχέδιο, η Γερμανία ίσως χρειαστεί να δώσει το παράδειγμα.
Η δύσκολη πολιτική για βίζα σε 75 εκατ. Τούρκους
Ανώτατοι διπλωμάτες επισημαίνουν πως ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο πρόεδρος της Τουρκίας, θεωρεί πιο πολύτιμη την πρόσβαση σε βίζα σε σχέση με οτιδήποτε άλλο στο πακέτο. Αποτελεί μια χειροπιαστή εξασφάλιση ψήφων στη χώρα του.
Το πρόβλημα είναι πως ταυτόχρονα κοστίζει ψήφους σε πολλούς Ευρωπαίους ηγέτες, οι οποίοι θα επικριθούν από τους δεξιούς της χώρας τους επειδή χορήγησαν σε 75 εκατομμύρια μουσουλμάνους αυτόματη πρόσβαση στη ζώνη ελεύθερης διέλευσης. Ιδιαίτερα η Γαλλία είναι διστακτική στο να προσφέρει σε Τούρκους τέτοιου είδους προνόμια. Στο πλαίσιο ενός προσεκτικά σχεδιασμένου συμβιβασμού με την Τουρκία, που συμφωνήθηκε τον Νοέμβριο, η ΕΕ επεδίωκε να προτείνει μια ελευθέρωση του καθεστώτος θεώρησης βίζα το φθινόπωρο, μόλις η Άγκυρα θα υιοθετούσε μια συμφωνία επανυποδοχής με την ΕΕ.
Η Τουρκία έπρεπε να αντεπεξέλθει σε αυστηρούς όρους. Και δεν υπήρχαν εγγυήσεις πως τα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη θα συμφωνούσαν.
Η εκρηκτική συμφωνία το φέρνει αυτό νωρίτερα, τον Ιούνιο, και, αντί μιας απελευθέρωσης του καθεστώτος, θα μπορούσαν να χορηγηθούν στους Τούρκους πολίτες πλήρη προνόμια για μια βίζα στη Σένγκεν. Για να συμβεί αυτό, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα χρειαζόταν να καταστρώσει μια πρόταση μέχρι τον Μάιο. Κάποιοι αξιωματούχοι της ΕΕ θεωρούν πως θα υπάρχει τεράστια πίεση για να εγκαταλειφθούν πράγματι τα τεχνικά κριτήρια. Κάποια μεγάλα πολιτικά ζητήματα θα είναι δύσκολο να επιλυθούν με επιδεξιότητα, ιδιαίτερα η απαίτηση από την Τουρκία να αναγνωρίσει την Κύπρο και την ελληνοκυπριακή κυβέρνηση στη Λευκωσία.
Ακόμη κι αν η Κύπρος και άλλοι Ευρωπαίοι ηγέτες τελικά συναινέσουν σε αυτή την ιδέα, η δέσμευση μπορεί να αποδειχθεί αδύνατο να εφαρμοστεί, ιδιαίτερα εφόσον το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο είναι σε τεράστιο βαθμό σκεπτικό. Τα εμπόδια είναι πάρα πολλά, αλλά οι προσδοκίες έχουν αυξηθεί στην Τουρκία. Η Άγκυρα έχει εδώ και καιρό καταστήσει σαφές πως η προθυμία της να δεχθεί επιστροφές μεταναστών είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ελευθέρωση της χορήγησης βίζα.
Η κόντρα Κύπρου και Τουρκίας για τη συμμετοχή στην ΕΕ
Η Άγκυρα επιθυμεί να αναβιώσει τις διαπραγματεύσεις για τη συμμετοχή της στην ΕΕ, ανοίγοντας ξανά το θέμα της προσχώρησης -τις νομικές προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί μια χώρα πριν μπορέσει να μπει στο μπλοκ.
Ένα μέρος της προετοιμασίας έχει ξεκινήσει για τη συζήτηση αυτών των θεμάτων, αλλά η Κύπρος και μια ομάδα άλλων χωρών αρνούνται να ανοίξουν τη διαδικασία μέχρι η Τουρκία να αναγνωρίσει την κυβέρνηση στη Λευκωσία. Είναι ένα ευαίσθητο θέμα σε μια ευαίσθητη περίοδο, με τις εύθραυστες ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις για μια επίλυση για το διχασμένο νησί να προοδεύουν σημαντικά.
Πρέπει να ξεπεραστούν τέσσερις δεκαετίες εχθρότητας. Η Τουρκία έχει βάλει στο μάτι τέσσερα σημεία της διαδικασίας προσχώρησης. Αλλά η Άγκυρα πιθανώς περιορίζει τις απαιτήσεις της ώστε να καλύψει δύο συγκεκριμένα: Τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες και τη ρύθμιση των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Δύο άλλα, πιο επίμαχα -για το νομικό σύστημα και τη δικαιοσύνη, και για τα θεμελιώδη δικαιώματα- δεν εξετάζονται προσωρινά, ιδιαίτερα εν μέσω μιας καταστολής ομίλων μαζικής ενημέρωσης της αντιπολίτευσης στην Τουρκία. Η έκβαση είναι σε μεγάλο βαθμό συμβολική, κανένα μέλος δεν πιστεύει πως η Τουρκία πλησιάζει να γίνει «υποψήφια χώρα». Αλλά ο πολιτικός συμβολισμός καθιστά δύσκολο τον συμβιβασμό έτσι κι αλλιώς.
Το πώς θα λειτουργήσει το σχέδιο των επιστροφών
Η μετακίνηση ανθρώπων παρά τη θέλησή τους είναι δύσκολη. Αυτή τη στιγμή, περίπου 2.000 άνθρωποι φτάνουν στις ελληνικές ακτές κάθε μέρα, αφήνοντας τους αξιωματούχους αντιμέτωπους με ένα λογιστικό -καθώς και νομικό- εφιάλτη.
Έχοντας ξοδέψει μέχρι και 1.000 ευρώ για το ταξίδι, οι αιτούντες ασύλου θα είναι απρόθυμοι να σταλούν πίσω σε μια χώρα όπου πλήρωσαν -και διακινδύνευσαν- τόσα πολλά για να φύγουν. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει να είναι προετοιμασμένοι για το γεγονός πως το νέο θα αντιμετωπιστεί με πολύ άσχημες σκηνές -ιδιαίτερα καθώς αυτοί που επιστρέφονται γνωρίζουν την αμφισβητήσιμη νομική βάση αυτής της απόφασης. Τα νέα ταξιδεύουν γρήγορα σε αυτούς που κάνουν αυτό το ταξίδι.
Η συμφωνία επιπλέον θέτει τεράστια πίεση στην Ελλάδα. Κατά τη διάρκεια του ζενίθ της κρίσης το περασμένο φθινόπωρο, οι Έλληνες αξιωματούχοι έκαναν αγώνα ακόμη και για να πάρουν τα αποτυπώματα και να καταγράψουν τους μετανάστες, οι οποίοι συχνά ήταν ακόμη αναστατωμένοι από το ταξίδι τους. Το να τους στείλουν πίσω είναι μια ακόμη πιο δύσκολη πρόταση. Η μετεγκατάσταση από την Τουρκία είναι επίσης δύσκολη. Οποιοδήποτε σύστημα θα επιβλέπεται από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, η οποία έχει φτάσει στα όριά της από την προσφυγική κρίση.
Ο Vincent Cochetel, ο οποίος επιβλέπει την ανταπόκριση της Αρμοστείας στην κρίση στην Ευρώπη, ανέφερε ότι το σώμα θα μπορούσε να μεταφέρει 100.000 πρόσφυγες μέσα σε δύο εβδομάδες. Αλλά αυτό εξαρτάται από την εφαρμογή των δεσμεύσεων των χωρών να δεχθούν πρόσφυγες –κάτι το οποίο οι χώρες της ΕΕ δεν έχουν, μέχρι στιγμής, καταφέρει να κάνουν.
Πηγή: Financial Times, Euro2day.gr