Aπό τότε που οι Δανοί είπαν όχι στην συνθήκη του Μάαστριχ στις αρχές του 1990, τα δημοψηφίσματα έχουν αποδειχθεί σε πληγή του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, μετριάζοντας τις φιλοδοξίες και επιβαρύνοντας τον μηχανισμό της Ε.Ε. με πολύπλοκες ρήτρες εξαίρεσης, ειδικές ρυθμίσεις και ουδέτερες ζώνες.
Αν πιστέψουμε τον Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, το περσινό βρετανικό δημοψήφισμα που οδηγεί στο Brexit θα βοηθήσει να επιτευχθεί το αντίθετο: θα δώσει μια ώθηση σε μια συγκέντρωση των εξουσιών που έχει να εμφανιστεί από τότε που δημιουργήθηκε η ενιαία αγορά και το ευρώ.
Η ομιλία του προέδρου της Κομισιόν για την κατάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι απροκαλύπτα φιλόδοξη, αλλά και εξαιρετικά διχαστική και για να γίνει πραγματικότητα θα χρειαστεί την ομόφωνη στήριξη και των 27 της Ε.Ε.
«Ο Γιούνκερ είναι ένας ρομαντικός» δήλωσε ο Ολλανδός πρωθυπουργός, Μαρκ Ρούτε. «Εγώ είμαι πιο προσγειωμένος τύπος. Βλέπω πολλά καλά πράγματα σε αυτή την ομιλία, ειδικά τις πιο βραχυπρόθεσμες προτάσεις». Ένας άλλος υψηλόβαθμος διπλωμάτης της Ε.Ε. δήλωσε: «Μας είχαν πιάσει τα γέλια».
Αντί να υποθάλπει τις εθνικές προσδοκίες, ο κ. Γιούνκερ θέλει να γίνουν «ο κανόνας» τα κύρια εγχειρήματα της Ε.Ε., το ευρώ, η τραπεζική ένωση και η ζώνη του Σένγκεν. Είναι ένα μοντέλο ενοποίησης, όπου οι ενέργειες της ένωσης αφοσιώνονται στα συμφέροντα της πλειοψηφίας και όχι σε αυτά των λίγων που διαφωνούν.
Για έναν πολιτικό από το Λουξεμβούργο που είναι γνωστός για την ικανότητα του να διαβάζει το πολιτικό κλίμα και να επιτυγχάνει ντελικάτους συμβιβασμούς, πρόκειται για ένα αναπάντεχα τολμηρό στοίχημα για το κλείσιμο της 30ετους του καριέρας. Φιλοδοξεί ουσιαστικά να ολοκληρώσει σε 19 μήνες ότι δεν έγινε στο απόγειο της ενοποίησης τη δεκαετία του 1990. Τον φέρνει ενάντια όχι μόνο με τους κατά συρροή αντάρτες της Ε.Ε. στην Πολωνία και την Ουγγαρία, αλλά πιθανότατα και με τον πιο σημαντικό φορέα λήψης αποφάσεις στην Ευρώπη: την Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ.
Το σχέδιο που παρουσίασε – το οποίο περιλαμβάνει μηνιαία βήματα εφαρμογής – είναι εντυπωσιακά φιλόδοξο. Δεν φτάνει μέχρι την αλλαγή συνθηκών, αλλά χρησιμοποιεί τις ασαφείς «ρήτρες παρέκτασης» για να ξεπεράσει τα εθνικά βέτο στην εξωτερική πολιτική, την κοινωνική πολιτική και στη φορολόγηση. Αυτό θα ακύρωνε πολύτιμες δικλείδες ασφαλείας της εθνικής κυριαρχίας που επέτρεψαν στη σύγχρονη Ε.Ε. να χτιστεί.
Ο κ. Γιούνκερ οραματίζεται επίσης και μια θεσμική επανάσταση, με έναν εκλεγμένο πρόεδρο της Ε.Ε. που θα ηγείται του εκτελεστικού βραχίονα και θα προεδρεύει στις συνόδους των ηγετών της Ε.Ε. «Ένας καπετάνιος στο τιμόνι» ανέφερε. Πολλοί ηγέτες της Ε.Ε. αντίθετα, προτιμούν να κρατάνε και αυτοί το τιμόνι. Ο Δανός πρωθυπουργός Λαρς Ράσμουσεν απέρριψε αμέσως την ιδέα, λέγοντας πόσο σημαντικό είναι να διατηρηθεί ένας πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ως η «φωνή των κρατών μελών».
Η αποφασιστικότητα αυτή απορρέει εν μέρει από την επιθυμία του κ. Γιούνκερ να εκμεταλλευτεί όσο περισσότερο γίνεται το λίγο χρόνο που του μένει. Η θητεία του λήγει το 2019 και δεν θα διεκδικήσει την επανεκλογή. Αλλά αντανακλά επίσης και την αναθάρρηση των υπέρμαχων της ενοποίησης, οι οποίοι νιώθουν ότι η πολιτική κατάσταση έρχεται και πάλι με το μέρος τους, ειδικά αφότου ο Εμανουέλ Μακρόνέδειξε ότι είναι εφικτό να είναι κανείς υπέρ της Ε.Ε. και να κερδίσει τις εκλογές.
Από μια άποψη, η ομιλία του κ. Γιούνκερ είναι μια επιστροφή σε έναν πιο παραδοσιακό ρόλο για τις Βρυξέλλες. Ο Μάριο Μόντι, ο πρώην Ιταλός πρωθυπουργός, ανέφερε πως ο κ. Γιούνκερ έχει δίκιο που βλέπει την Κομισιόν ως «ένα όχημα ενοποίησης». «Έτσι πρέπει να είναι» πρόσθεσε. «Πάντοτε πίστευα ότι αυτή ακριβώς είναι η λειτουργία της».
Υπάρχουν ωστόσο αμέτρητα εμπόδια που πρέπει να ξεπεράσει ο κ. Γιούνκερ αν θέλει να κάνει τη σύνοδο του Μαρτίου του 2019 στη Ρουμανία – που συμπίπτει με την ημέρα του Brexit – το σημείο καμπής προς μιας πιο ομοσπονδιακή Ευρώπη.
Το πρώτο είναι η Γερμανία. Ακόμα και πριν από την ομιλία του κ. Γιούνκερ, το Βερολίνο υποβάθμιζε τις προσδοκίες για το πόση αλλαγή είναι εφικτή μετά τις γερμανικές εκλογές. Ετοιμάζονται γερμανο-γαλλικά σχέδια για την μεταρρύθμιση της ευρωζώνης και μια κοινή άμυνα, αλλά από πολλές απόψεις δεν ταιριάζουν με το σχέδιο του κ. Γιούνκερ.
Το Βερολίνο θέλει να αποφύγει τις πολύπλοκες θεσμικές συζητήσεις για έναν υπουργό Οικονομικών της ευρωζώνης. Το κυριότερο, ανησυχεί όλο και περισσότερο για την Κομισιόν ως θεσμό, καθώς δεν εμπιστεύεται την οικονομική της ατζέντα.
Η Γαλλία εν τω μεταξύ, ακόμα και υπό την προεδρία του κ. Μακρόν, δεν είναι ιδιαίτερα πιθανό να ξεπεράσει τους παραδοσιακούς δισταγμούς της για την παραχώρηση του εθνικού ελέγχου στην φορολογική, εξωτερική και αμυντική πολιτική ή στη μάχη κατά της τρομοκρατίας.
Οι ανένταχτοι της Ευρώπης αποτελούν την δεύτερη μεγάλη πρόκληση. Ως το 2025, ο κ. Γιούνκερ θα θέλει να δει την Πολωνία, την Σουηδία και την Ουγγαρία εκτός του ενιαίου νομίσματος και υπό την δικαιοδοσία ενός ενιαίου τραπεζικού επόπτη.
Καμία από τις χώρες αυτές δεν έχει δείξει ιδιαίτερο ενθουσιασμού να ενταχθούν και όλες έχουν βέτο.
Η Βαρσοβία και η Βουδαπέστη θα είναι πιθανότατα σε αναβρασμό. Το να γίνει το ευρώ «ο κανόνας» θα έχει επιπτώσεις και σε άλλους τομείς, από το μερίδιο τους στην χρηματοδότηση από την Ε.Ε. ως την πρόσβαση τους στην έκτακτη στήριξη κατά τη διάρκεια κρίσεων. Θα χτυπήσει στο πιο ευαίσθητο σημείο της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης: την μετατροπή τους σε κράτη μέλη δεύτερης κατηγορίας.
Ακόμα και οι πιο θερμοί υποστηρικτές εκφράζουν επιφυλάξεις. Ο Μάρκους Φέμπερ, Γερμανός ευρωβουλευτής, δήλωσε ότι η ευρωζώνη δεν μπορεί να διευρυνθεί με «πολιτικό διάταγμα».
«Η Ελλάδα έχει δημιουργήσει ένα εντυπωσιακό προηγούμενο για το τι μπορεί να συμβεί αν οι πολιτικές φιλοδοξίες υπερβούν την οικονομική πραγματικότητα» σημείωσε.
Ο μεγάλος κίνδυνος για τον κ. Γιούνκερ είναι να βάλει τον πήχη τόσο ψηλά που η Κομισιόν να μείνει εκτός όταν ληφθούν οι κρίσιμες αποφάσεις. Η τολμηρή του ατζέντα μπορεί επίσης να ανταγωνίζεται τις κυβέρνησης καθώς προετοιμάζονται για ευαίσθητες διαπραγματεύσεις για τη μεταρρύθμιση της ευρωζώνης.
«Δίνει την εικόνα ενός ομοσπονδιακού εγχειρήματος, αλλά είναι η δική του περσόν, ο δικός του ρόλος» ανέφερε ένας διπλωμάτης εκτός ευρωζώνης. «Είπε ότι έτσι θέλει να γίνει, αλλά ξέρει πως δεν θα συμβεί».
Πηγή: Financial Times, Euro2day.gr