Με τον φόβο του σαμποτάζ από το Βερολίνο φεύγει σήμερα το απόγευμα για τις Βρυξέλλες ο υπουργός Οικονομικών κ. Ευκλείδης Τσακαλώτος επιχειρώντας να έχει σειρά επαφών πριν από τη σύνοδο των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης.
Ωστόσο, η ανησυχία βρίσκεται στην πελυρά της Γερμανίας, η οποία προσπαθήσει να καθυστερήσει όσο γίνεται το ελληνικό θέμα. Τoύτο διότι αν η αξιολόγηση προχωρήσει και ολοκληρωθεί σε μια ή δύο εβδομάδες, τότε η Γερμανία και οι υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης θα ξεκινήσουν τη συζήτηση για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους.
Αν, όμως, το Βερολίνο καταφέρει να διατηρήσει το Ταμείο στον προθάλαμο του ελληνικού προγράμματος με την ιδιότητα του τεχνικού συμβούλου που έχει και σήμερα μέχρι και το τέλος Σεπτεμβρίου όταν θα έχει τελειώσει με τις εκλογές και θα μπορεί να μιλήσει για την ελάφρυνση του χρέος, τότε το παιχνίδι για την Ελλάδα έχει χαθεί.
Η Ελλάδα δεν θα έχανε μόνο το πρόγραμμα της ποσοτικής χαλάρωσης (αφού γι’ αυτό είναι απαραίτητα τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος), αλλά ολόκληρο τον χρόνο αναμένοντας τις μεγάλες οικονομίες να ολοκληρώσουν τον κύκλο των εθνικών εκλογών πριν αποφασίσουν για την τύχη της.
Ακόμη και αν υπήρχε λύση για κάλυψη των αναγκών για το χρέος ύψους 6,3 δισ. τον ερχόμενο Ιούλιο, οι συνέπειες θα είναι αυτονόητες στον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας, αλλά και το δυνητικό χρόνο της πρώτης προσπάθειας για δανεισμό από τις αγορές.
Το μεγάλο ζητούμενο από την άλλη είναι αν το Eurogroup θα αρκεστεί στην πρόταση που θα κάνει ο Έλληνας υπουργός ή θα ζητήσει κάτι παραπάνω.
Ως γνωστόν, η Ελλάδα θα δεσμευτεί για το μακροχρόνιο κόφτη και τα μέτρα που θα το συνοδεύουν, θα καλύπτει ακόμη τις απαιτήσεις των υπουργών οικονομικών της Ευρωζώνης αλλά και των Θεσμών. Υπάρχουν συζητήσεις μεταξύ το υπουργών αν αρκεί μόνο η νομοθέτηση του κόφτη ή θα χρειαστεί να υπάρξει και νομοθέτηση των μέτρων κάτι που η ελληνική πλευρά προς το παρόν το αποκλείει κατηγορηματικά.
Ένα δεύτερο μεγάλο ερωτηματικό είναι πόσο γρήγορα θα κλείσουν και τα «παλιά» ανοιχτά θέμα της δεύτερης αξιολόγησης που δεν είναι και λίγα.
Εντελώς ανοιχτό είναι το θέμα των αλλαγών της αγοράς εργασίας όπου το αρμόδιο υπουργείο έχει μια επιθετική ρητορική απέναντη σε κάθε ενδεχόμενο αλλαγών και διεκδικώντας επιμόνως την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Ανοιχτά θέματα όπως η συμπλήρωση του θεσμικού πλαισίου για τα κόκκινα δάνεια των επιχειρήσεων τα θέματα της ενέργειας και τα μέτρα ύψους 700 εκατ. ευρώ που ζητούν από τώρα οι δανειστές για το 2018.
Όλα αυτά τα θέματα έχουν παγώσει εδώ και δύο μήνες και θα πρέπει να συμφωνηθούν σε λιγότερο από ένα μήνα.
Οι αποφάσεις που θα ληφθούν θα πρέπει να λάβουν υπ όψιν τους και τις απαιτήσεις του ΔΝΤ για τα επόμενα χρόνια καθώς εν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα δεχθεί λύσεις τύπου κόφτη και προληπτικών μέτρων.