Την θέση ότι στη βάση του Διεθνούς Δικαίου και σε σχέση με το θέμα καταβολής πολεμικών αποζημιώσεων στην περίπτωση της Ελλάδας και όχι μόνον, η κατάσταση για την Αυστρία δεν μπορεί να συγκριθεί με εκείνη για τη Γερμανία, διατύπωσε ο Αυστριακός καγκελάριος Βέρνερ Φάιμαν, απαντώντας στην αυστριακή Βουλή σε σχετική ερώτηση του ακροδεξιού εθνικιστικού Κόμματος των Ελευθέρων, του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης.
Με την απάντησή του αυτή, ο καγκελάριος συμμερίζεται την άποψη που έχει διατυπωθεί επανειλημμένα από ειδικούς ότι η Αυστρία δεν αποτελεί νομικά διάδοχο κράτος της ναζιστικής Γερμανίας και ως εκ τούτου δεν μπορεί να καταστεί υπεύθυνη για τα φρικαλέα εγκλήματα του γερμανοναζιστικού καθεστώτος, αν και είναι αναμφισβήτητη η συμμετοχή Αυστριακών στα ναζιστικά εγκλήματα στην Ελλάδα.
Ο κ. Φάιμαν στην απάντησή του στη Βουλή επισήμανε ότι η Αυστρία υπήρξε συνεπής απέναντι στην ηθική και πολιτική της υποχρέωση και προχώρησε στην καταβολή αποζημιώσεων σε θύματα του εθνικοσοσιαλισμού για διαφόρους νόμιμους λόγους (σ.σ.: όπως καταναγκαστική εργασία ή σκλαβιά).
Μόλις πρόσφατα, ο Αυστριακός καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης, Γκέρχαρντ Χάφνερ είχε διευκρινίσει σε συνέντευξή του πως μπορεί η Αυστρία να υπήρξε στο διάστημα 1938-1945 τμήμα της ναζιστικής Γερμανίας, ωστόσο δεν αποτελεί διάδοχο κράτος του Τρίτου Ράιχ και ως εκ τούτου δεν τίθεται θέμα καταβολής από την Αυστρία στην Ελλάδα αποζημιώσεων για εγκλήματα πολέμου και πολεμικές ζημίες, όπως επίσης αποπληρωμής ενός κατοχικού δανείου.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η Αυστρία δεν συμμετείχε στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ως κράτος, καθώς, κατά παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου, είχε καταληφθεί από το Γερμανικό Ράιχ το Μάρτιο του 1938 (σ.σ.: με την εισβολή των στρατευμάτων του Χίτλερ στη χώρα στις 12 Μαρτίου 1938 και την προσάρτησή της στη ναζιστική Γερμανία), χάνοντας με τον τρόπο αυτό την «ικανότητα ενεργειών», αλλά παραμένοντας ωστόσο «υποκείμενο Διεθνούς Δικαίου».
Την «ικανότητα ενεργειών» η Αυστρία επανέκτησε το 1945, περιορισμένη μεν αρχικά με την αποκαλούμενη Συνθήκη Ελέγχου, πλήρως δε από το 1955 με την υπογραφή της λεγόμενης Κρατικής Συνθήκης, συμπληρώνει.
Κατά την άποψη του Αυστριακού καθηγητή, το ότι η Αυστρία δεν συμμετείχε ως κράτος στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αποδεικνύεται από τον χαρακτηρισμό της Συνθήκης του 1955 ως “Κρατική Συνθήκη” που αφορά την “αποκατάσταση μιας ανεξάρτητης και δημοκρατικής Αυστρίας”, άρα η ίδια επανακτούσε τότε την ανεξαρτησία της ως κράτος.
Οπως τόνιζε ο ίδιος, δεν γινόταν λόγος για «Συνθήκη Ειρήνης», όπως είχε συμβεί, για παράδειγμα, στις Συνθήκες του 1947 με την Ιταλία, την Ουγγαρία, τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία και τη Φινλανδία, ενώ επιπλέον, ήδη από το 1943 στη Μόσχα, οι Σύμμαχοι διαπίστωναν ότι η Αυστρία υπήρξε η πρώτη ελεύθερη χώρα που είχε πέσει θύμα του Χίτλερ και πως η χώρα αυτή δεν μπορούσε να χαρακτηρισθεί εχθρικό κράτος βάσει των άρθρων 53 και 107 του Καταστατικού Χάρτη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Για τους λόγους αυτούς, συμπληρώνει, η Αυστρία δεν ήταν ούτε τμήμα του Γερμανικού Ράιχ ούτε μπορεί να είναι διάδοχο κράτος του και επιπλέον οι νικήτριες δυνάμεις του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου δεν έχουν ζητήσει από την Αυστρία πολεμικές επανορθώσεις, κάτι που καταγράφεται κατηγορηματικά στο άρθρο 21 της Κρατικής Συνθήκης του 1955 : «Από την Αυστρία δεν απαιτούνται επανορθώσεις που προκύπτουν από την ύπαρξη μιας πολεμικής κατάστασης στην Ευρώπη μετά την 1η Σεπτεμβρίου του 1939».
Σε σχέση με το κατοχικό δάνειο που απέσπασε από την Ελλάδα η ναζιστική Γερμανία το 1942, αυτό δεν μπορεί, κατά την άποψη του καθηγητή Γκέρχαρντ Χάφνερ, να αφορά την Αυστρία, διότι τότε αυτή υπήρχε μεν ως ξεχωριστό υποκείμενο Διεθνούς Δικαίου ωστόσο δεν είχε την «ικανότητα ενεργειών» και άρα δεν μπορεί να τεκμηριωθεί συμμετοχή της στο κατοχικό δάνειο.
Επιπλέον , επειδή η Αυστρία δεν είναι ούτε μπορεί να είναι νομικός διάδοχος του Γερμανικού Ράιχ, δεν μπορεί να τεκμηριωθεί νομικά καμία συμμετοχή της στο δάνειο αυτό, σημειώνει ο Αυστριακός καθηγητής.
Στην ίδια συνέντευξή του ο Γκέρχαρντ Χάφνερ επισημαίνει ότι το αυστριακό κράτος δεν μπορεί να επιβαρύνεται με εγκλήματα πολέμου από «Αυστριακούς», καθώς οι Αυστριακοί βρίσκονταν τότε στη υπηρεσία του Τρίτου Ράιχ και ενεργούσαν ως όργανα του, ούτως ώστε αυτές οι ενέργειές τους να καταλογίζονται στο Τρίτο Ράιχ, ωστόσο παρόλα αυτά τα εγκλήματα πολέμου και τα εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας τεκμηριώνουν μια ατομική ποινική ευθύνη.
Συμπερασματικά ο Αυστριακός καθηγητής τονίζει ότι, πέραν των νομικών πτυχών, η Αυστρία έχει αναλάβει την ηθική ευθύνη της και έχει καταβάλει εθελοντικά αποζημιώσεις σε πολίτες τρίτων χωρών, όπως σε πρώην εργάτες καταναγκαστικών έργων που υπέστησαν ζημίες από τα γεγονότα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.