Βρυξέλλες, του Θάνου Αθανασίου
Στο επίκεντρο του Euro Working Group (ομάδα εργασίας των 18 εκπροσώπων των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης) που διεξάγεται σήμερα στις Βρυξέλλες και της Οικονομικής και Νομισματικής (εκπρόσωποι των 28 της ΕΕ) που συνεδριάζει αύριο, θα βρεθεί η πορεία της εκτέλεσης του ελληνικού προγράμματος και τα επόμενα βήματα, περιλαμβανομένου και του ασφαλιστικού.
Οι δύο συνεδριάσεις θα προετοιμάσουν το Εurogroup και το Εcofin της 14ης και 15ης Ιανουαρίου, που για πρώτη φορά θα διεξαχθούν Πέμπτη και Παρασκευή αντί των παραδοσιακών ημερών Τρίτης και Τετάρτης, μετά από οργανωτική παρέμβαση της Ολλανδικής Προεδρίας του Συμβουλίου, η οποία ξεκίνησε με την έναρξη του έτους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σήμερα και αύριο η συνάντηση των επιτρόπων της Κομισιόν θα βρίσκεται στο Άμστερνταμ και τη Χάγη για την καθιερωμένη κοινή συνεδρίαση με το υπουργικό συμβούλιο της προεδρεύουσας χώρας.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το ασφαλιστικό δεν θα εξεταστεί με λεπτομέρειες στο επίπεδο των εκπροσώπων υπουργείων (EWG), αλλά θα αναφερθεί ως θέμα υπό συζήτηση με τις ελληνικές αρχές, κατά την παρουσίαση του λεγόμενου state of play του ελληνικού προγράμματος από την τρόικα.
Από την μεριά του, ο εκπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης κ. Χουλιαράκης ενδέχεται να κληθεί να δώσει διευκρινίσεις από ορισμένα κράτη μέλη που έχουν αντιρρήσεις για το βάθος και το εύρος της συγκεκριμένης μεταρρύθμισης, ως προς τη διατήρηση του εφάπαξ, των εξαιρέσεων από τα όρια συνταξιοδότησης, τη διατήρηση των υψηλών συντάξεων, την αύξηση των εργοδοτικών εισφορών και γενικώς διαφόρων σημείων του «σχεδίου Κατρούγκαλου», που έχουν τύχει διεθνούς δημοσιότητας τις τελευταίες μέρες.
Στο Eurogroup ο συσχετισμός δυνάμεων είναι αρνητικός για την Ελλάδα, καθώς Σλοβενία, Σλοβακία, Αυστρία, Πορτογαλία, Βέλγιο, Ισπανία, Εσθονία, Λεττονία, Λιθουανία, Ολλανδία διατυπώνουν ήδη φοβερές ενστάσεις για ποσά συντάξεων, ενώ η Γαλλία και η Ιταλία εμφανίζονται να έχουν ουδέτερη στάση.
Σε ό,τι αφορά το γενικό πλαίσιο του ασφαλιστικού συστήματος φαίνεται να υπάρχει ταύτιση απόψεων ανάμεσα στην ΕΕ και το ΔΝΤ, ενώ κανένας από τους θεσμούς, ούτε καν το ΔΝΤ δε ζητά μείωση των χαμηλών συντάξεων.
Η πρόθεση της ελληνικής κυβέρνησης να ψηφίσει το σχέδιο μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού μέχρι τα τέλη του Ιανουαρίου είναι γνωστή στις Βρυξέλλες, πλην όμως κάτι τέτοιο είναι απίθανο να γίνει με τη συναίνεση της τρόικας, καθώς ως γνωστόν η απαραίτητη επεξεργασία του σχεδίου από την Κομισιόν και η διαβούλευση με την ελληνική κυβέρνηση δεν θα έχει γίνει ως τότε.
Καλά πληροφορημένη πηγή της Κομισιόν εξηγούσε στον Τύπο στις Βρυξέλλες πως οι βασικοί στόχοι της μεταρρύθμισης είναι δύο:
• Ο στόχος για βιωσιμότητα 30 ετών, με βάση τις σημερινές δημοσιονομικές προβλέψεις (δηλαδή ύψος ΑΕΠ, ανάπτυξη, επίπεδο απασχόλησης, πληθωρισμό και έλλειμμα) και
• Ο στόχος για ετήσια εξοικονόμηση κατά 1% του ΑΕΠ, στόχος δημοσιονομικού χαρακτήρα, καθώς η ελληνική ετήσια δαπάνη για συντάξεις είναι εξαιρετικά υψηλή.
Σύμφωνα με την ίδια πηγή, οι βασικές ενστάσεις των κρατών μελών, που ενδεχομένως να εκφραστούν, ευκαιρίας δοθείσης στο EWG, είναι:
• Η διατήρηση του θεσμού του εφάπαξ που δεν υπάρχει αλλού στην ευρωζώνη και δεν συνάδει με τις εισφορές,
• Η διατήρηση υψηλών συντάξεων, μέσω της λεγόμενης προσωπικής διαφοράς, στους νυν ασφαλισμένους του δημοσίου, των ΔΕΚΟ και των ευγενών ταμείων, ποσά που έχουν τεράστια επίπτωση στη δαπάνη του προϋπολογισμού για συντάξεις,
• Την αργή προσαρμογή προς τα πάνω των ορίων ηλικίας, σε αντίθεση με τη συμφωνία του καλοκαιριού και
• Την αύξηση των εργοδοτικών εισφορών για τη χρηματοδότηση των αλλαγών, κάτι που θα φέρει αύξηση της μαύρης και αδήλωτης εργασίας.
Για το τελευταίο, πηγές του Συμβουλίου αναφέρουν πως «υπάρχει μια καμπύλη απόδοσης των ασφαλιστικών εισφορών, της οποίας η κορυφή αν ξεπεραστεί, πέφτει κάθετα η εισπραξιμότητα, καθώς δημιουργούνται αντικίνητρα στο σύστημα».
Όλα αυτά επιστεγάζονται και με την ανάγκη οι όποιες αλλαγές να γίνουν με την μέγιστη δυνατή συναίνεση των κομμάτων της αντιπολίτευσης και δει όσων στήριξαν με την ψήφο τους τις κρίσιμες ψηφοφορίες του καλοκαιριού, τονίζουν πηγές της Κομισιόν, υπολογίζοντας ότι οι συζητήσεις με τις ελληνικές αρχές θα είναι και δύσκολες και μακρές.
Οι πάντες προειδοποιούν όμως πως σε καμία περίπτωση η κυβέρνηση δεν θα πρέπει να νομοθετήσει μονομερώς, καθώς κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε «δύσκολα τετελεσμένα».