Του Τάσου Δασόπουλου
Στην ίδια κατεύθυνση κοιτούν πλέον κυβέρνηση και δανειστές, αναζητώντας μια μόνιμη λύση στην ελάφρυνση του χρέους, αν και Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM) και ΕΕ θέλουν να την συνοδεύσουν και από ένα μνημόνιο μακράς διάρκειας που θα μας συνοδεύει για αρκετά χρόνια μετά το 2018.
Ο επικεφαλής του ESM κ. Κλάους Ρέγκλινγκ, αλλά και οι εκπρόσωποι των θεσμών της ΕΕ έχουν αποκλείσει με τη συμφωνία του καλοκαιριού οποιαδήποτε ιδέα για ονομαστικό κούρεμα του χρέος.
Ο επικεφαλής της ομάδας της ΕΕ στην τρόικα κ. Ντέκλαν Κοστέλο, μιλώντας τη Δευτέρα για το θέμα, παραδέχθηκε ότι θα υπάρξει μεν ρύθμιση στο χρέος, αλλά τόνισε ότι οι αλλαγές θα έχουν στόχο τις χαμηλές ετήσιες δαπάνες χρηματοδότησης τοκοχρεολυσίων και ειδικά για τις χρονιές που η Ελλάδα θα έχει υψηλές υποχρεώσεις χρέους.
Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας χθες το βράδυ για την ελάφρυνση του χρέους στο ετήσιο συνέδριο του ελληνοαμερικανικό επιμελητήριο, χρησιμοποίησε – μάλλον όχι τυχαία – την έκφραση «εξυπηρετησημότητα» του χρέους αντί της αναδιάρθρωσης, ταυτιζόμενος με τη λύση που προσφέρουν οι δανειστές.
Ωστόσο, ΕΕ και ΕΜΣ βλέποντας τη σταδιακή υποχώρηση άρχισαν να θέτουν και νέους όρους. Σε δηλώσεις του ο κ. Ρέγκλινγκ τόνισε ότι η λύση που θα δοθεί θα είναι σταδιακή και θα συνοδεύεται από ένα συγκεκριμένο πακέτο πολιτικών. Με άλλα λόγια ένα μνημόνιο μακράς διάρκειας που θα υπερβαίνει τα όρια του δημοσιονομικού συμφώνου, το οποίο ισχύει ούτως ή άλλως για όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ.
Πληροφορίες θέλουν την λύση για το χρέος να προσανατολίζεται καταρχήν σε μια επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής από τα 31,7 χρόνια που είναι σήμερα, στα 50 χρόνια.
Σε δεύτερο στάδιο θα αποφασιστεί κάποια παρέμβαση για την κάλυψη των υποχρεώσεων του 2022, 2023 και του 2024 όταν τα τοκοχρεολύσια που θα πρέπει να πληρώσει η Ελλάδα φτάνουν συνολικά τα 83,6 δισ. ευρώ.
Η αιτία είναι ότι από το 2022 λήγει η 10ετής περίοδος χάριτος για την πληρωμή τόκων που είχε η Ελλάδα από την συμφωνία του 2012, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να πρέπει να πληρώσει μόνο για ένα χρόνο τόκους ύψους 24,5 δισ. ευρώ, ενώ για την τριετία μόνο οι τόκοι φτάνουν τα 55,7 δισ. ευρώ.
Από τον ΕΜΣ έχει πέσει η ιδέα μια «κεφαλαιοποίησης» με την έκδοση ενός ομολόγου που θα καλύψει το επιπλέον κόστος και θα προστεθεί στο χρέος ή μια αλλαγή του χρονοδιαγράμματος αποπληρωμής των τόκων.
Το σενάριο για παρεμβάσεις στο θέμα των επιτοκίων είναι πια εξαιρετικά αδύναμο.
Ο ΕΜΣ έχει ξεκαθαρίσει ότι το επιτόκιο δανείου προς την Ελλάδα είναι οριακό (0,6%). Συνεπώς η μείωση του θα σημάνει απώλειες για τον Μηχανισμό οι οποίες μπορούν αν έχουν συνέπειες και στην πιστοληπτική του ικανότητα.
Το περιθώριο για μείωση του επιτοκίου των διμερών δανείων ύψους 52,9 δισ. ευρώ που έλαβε η Ελλάδα το 2010 (είναι 1,5%) φαίνεται ότι συναντά αντιδράσεις, αφού θα μειώσει την καθαρή παρούσα αξία του δανείου.
Όλα αυτά θα αρχίσουν να συζητούνται από τις δύο πλευρές από την στιγμή που θα έχει διαθέσιμη τη θετική αξιολόγηση των δανειστών για την έως τώρα πρόοδο του μνημονίου ΙΙΙ.
Για να γίνει αυτό θα πρέπει να θεσμοθετήσει και να υλοποιήσει όλα τα μέτρα που απέφυγαν να υλοποιήσουν όλες οι κυβερνήσεις από το 2012 και μετά. Να κάνει σκληρές αλλαγές στο ασφαλιστικό, τα εργασιακά και να αναμορφώσει πλήρως το φορολογικό τοπίο.