«Το κτηματολόγιο ξεκίνησε σαν ιδιαίτερη εθνική ανάγκη και εξελίχθηκε σε αντικείμενο διαχείρισης συγκεκριμένων επαγγελματικών ομάδων», υποστήριξε ο Γεώργιος Ρούσκας πρόεδρος της συντονιστικής επιτροπής Συμβολαιογραφικών Συλλόγων Ελλάδας σε ημερίδα για το Κτηματολόγιο, που οργάνωσε η επιτροπή και η Ένωση Αμίσθων Υποθηκοφυλάκων Ελλάδας.
Ο ίδιος χαρακτήρισε λάθος το γεγονός ότι ο νομικός κόσμος άφησε τη δημιουργία κτηματολογίου σε χέρια μη νομικών με αποτέλεσμα, όπως είπε, να γίνει μία βίαιη αλλαγή του νομικού μας συστήματος.
«Απαξιώθηκε ο τίτλος, το συμβολαιογραφικό έγγραφο και η εγγραφή του», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Ρούσκας, κάνοντας λόγο για την ανάγκη «μίας συνολικής επανεκκίνησης και επανατοποθέτησης για τη δημιουργία ενός καινούριου συστήματος καταγραφής των δικαιωμάτων» και μίλησε για «αποτυχία της δημιουργίας του Κτηματολογίου στην Ελλάδα». Ξεχώρισε δε, στην τοποθέτησή του δύο βασικές έννοιες: «καταγραφή δικαιωμάτων όσων εμβαδομετρούν οι γεωμέτρες, αλλά και τη διασφάλιση της ασφάλειας δικαίου».
«Υπάρχουν νομικά συστήματα με σταθερές βάσεις στα οποία συνυπάρχει το υποθηκοφυλακείο και το κτηματολόγιο, γιατί είναι δύο διαφορετικά πράγματα και καλύπτουν διαφορετικές ανάγκες» ανέφερε.
Όπως ανέφερε σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο, «η πολιτεία αποφάσισε ότι μία ανώνυμη εταιρεία δεν μπορεί να διαχειριστεί τη λειτουργία του Κτηματολογίου, ενώ η διαχείριση της ακίνητης περιουσίας αποτελεί δημόσιο αγαθό και πρέπει να προστατευθεί», επισημαίνοντας παράλληλα ότι «προκρίνεται η λύση της δημιουργίας ενός νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου».
«Σε αυτό τον νέο θεσμό», εξήγησε ο κ. Ρούσκας, «θα αναγνωρίζεται η συμμετοχή του υπουργείου Οικονομικών και του υπουργείου Δικαιοσύνης, και θα προΐσταται ανώτατος δικαστικός».
«Αυτό που ζητάμε και έχει ανάγκη η ελληνική κοινωνία είναι να διορθώσουμε τα σφάλματα, να συνεννοηθούμε όλοι όσοι εμπλέκονται», είπε.
Πρότεινε δε, «για την ολοκλήρωση του κτηματολογίου, να χρησιμοποιηθούν τα αρχεία των συμβολαιογράφων και τα αρχεία των υποθηκοφυλακίων», ξεκινώντας όπως τόνισε, από τα «σημαντικά: τα δάση και τις ακτές μας».
«Σε αυτή τη νέα νομική μορφή που έρχεται, οι νομικοί πρέπει να υπερασπιστούν την τιμή και την ιδιότητά τους», δήλωσε ο κ. Ρούσκας. «Θέλουμε να έχουμε Κτηματολόγιο και συγκεκριμένες λύσεις. Θα ελέγξουμε τις διαδικασίες και θα προκρίνουμε λύσεις, με βάση την εφαρμογή του Ευρωπαϊκού κεκτημένου», είπε.
Απ΄ την πλευρά της η Μαρία Χαλκίδου, αντιπρόεδρος του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης έκανε λόγο για την ανάγκη αλλαγής πορείας στον οδικό χάρτη για τα 16,5 εκ. δικαιώματα που υπολείπονται. Ειδικότερα, αναφέρθηκε στην ανάγκη δημιουργίας κτηματολογικών χαρτών και ευρετηρίων με βάση τις υφιστάμενες υποδομές των υποθηκοφυλακείων και καταχώριση των εμπράγματων δικαιωμάτων επί των χαρτών, με παράλληλη καταγραφή από το ελληνικό δημόσιο της περιουσίας του στους χάρτες.
Επίσης η κα Χαλκίδου αναφέρθηκε στην άμεση ανάγκη αντιμετώπισης των προβλημάτων της υφιστάμενης κτηματολογικής βάσης, κάνοντας λόγο για την προώθηση βελτιώσεων, σε ζητήματα που έχουν να κάνουν με την οίκοθεν διόρθωση των πρόδηλων σφαλμάτων από τα κτηματολογικά γραφεία με αναζήτηση από τα υποθηκοφυλακεία των προηγούμενων τίτλων, την ηλεκτρονική πρόσβαση των συμβολαιογράφων στα κτηματολογικά φύλλα, την αντιστοίχηση του ελέγχου νομιμότητας των προϊσταμένων των κτηματολογικών γραφείων με αυτή των υποθηκοφυλάκων.
Επιπλέον τόνισε την ανάγκη διόρθωσης του λογισμικού των κτηματολογικών γραφείων και στη διάθεση από την ΕΚΧΑ Α.Ε. του αναγκαίου νομικού προσωπικού για την εύρυθμη λειτουργία των Κτηματολογικών Γραφείων, καθώς όπως είπε: «εάν συνεχιστεί αυτή η πορεία χωρίς αλλαγή πλεύσης και χωρίς βελτιώσεις, η πολιτεία θα είναι αντιμέτωπη με σωρεία προσφυγών πολιτών ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων και δε θα αποκτήσει αξιόπιστο Κτηματολόγιο».
Η Ιωάννα Τζινιέρη μέλος του ΔΣ της Ένωσης Αμίσθων Υποθηκοφυλάκων Ελλάδος, επεσήμανε την ανάγκη ολοκλήρωσης του κτηματολογίου, αξιοποιώντας όλα τα πλεονεκτήματα του υπάρχοντος συστήματος, καθώς όπως είπε «αυτούσια εφαρμογή ξένων συστημάτων ή θεωρητικών μοντέλων δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική».
Όσον αφορά το ρόλο του τεχνικού συμβούλου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που έχει αποκτήσει η Παγκόσμια Τράπεζα, ανέφερε ότι «το βάρος πέφτει στο οργανωτικό κομμάτι και όχι στην υλοποίηση του έργου», προσθέτοντας ότι η «ασφάλεια δικαίου είναι αυτή που δίνει αξία στα ακίνητα και στη γη», καθώς όπως είπε «η τεχνική προσέγγιση του ζητήματος είναι επικίνδυνη».
Την ανάγκη ολοκλήρωσης της κύρωσης των δασικών χαρτών και τη χάραξη του αιγιαλού τόνισε ο δικηγόρος Νίκος Λαγαρίας, προκειμένου όπως είπε, «το κτηματολόγιο να μην αποτελέσει κολυμβύθρα του Σιλοάμ για τους καταπατητές», καθώς ήδη σε ποσοστό 80% της δημόσιας περιουσίας στην Αττική είναι καταπατημένη, ενώ παρατηρούνται μεγάλης έκτασης αυθαιρεσίες σε δάση, αιγιαλό, ακόμα και εντός της θαλάσσης, όπως είπε. Επιπλέον, ο κ. Λαγαρίας πρότεινε, το δημόσιο «να αξιώσει τη νόμιμη αποζημίωση χρήσης, και να ζητήσει αποζημιώσεις σε περιπτώσεις που έχει υποστεί οικονομική βλάβη από τη χρήση της δημόσιας χρήσης, αλλιώς», όπως είπε, «θα συνεχίσει να εκκολάπτει τη διαφθορά».
Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο Αναστάσιος Μητσόπουλος, επίτιμος πρόεδρος Ένωσης Άμισθων Υποθηκοφυλάκων Ελλάδος «στο καράβι του κτηματολογίου δεν υπήρξε ποτέ καπετάνιος, γιατί μία μικρή ομάδα συμφερόντων άλλαζε συνεχώς ρότα στο κατάρτι ανάλογα με τους στόχους του». «Το καράβι δε θα φθάσει ποτέ στην Ιθάκη αν δεν αλλάξει πλεύση» είπε, προσθέτοντας ότι «δικηγόροι, συμβολαιογράφοι και υποθηκοφύλακες, να λειτουργήσουν από κοινού και να λύσουν το πρόβλημα».
Τέλος, ο Βίμ Λόουμαν πρώην επικεφαλής του Ολλανδικού Κτηματολογίου έκανε λόγο για την ανάγκη θέσπισης αντικειμενικών κριτηρίων στην κτηματογράφηση, ενώ απ΄ την πλευρά του ο Μπενίτο Αρουνάντα, καθηγητής οργάνωσης επιχειρήσεων στο πανεπιστήμιο Pompeu Fabra της Βαρκελώνης επεσήμανε ότι «η αποτυχία του προηγούμενου συστήματος πρέπει να μας κάνει μετριοπαθείς στη δημιουργία ενός νέου συστήματος», τονίζοντας ότι «δεν είναι μόνο ζήτημα νομικού ελλείμματος, αλλά και ανυπαρξίας οικονομικής ανάλυσης».