Βαρύ πλήγμα στο δικαστικό μας σύστημα, που ταλανίζεται ήδη από παθογένειες ετών και σοβαρότατα προβλήματα δυσλειτουργίας, έχει καταφέρει η πολύμηνη και σε πανελλαδική κλίμακα αποχή των δικηγόρων από τα δικαστήρια, αφήνοντας πίσω της συνέπειες που δύσκολα μπορούν να θεραπευθούν.
Οι αδίκαστες υποθέσεις λόγω της παρατεταμένης δικηγορικής αποχής ανέρχονται, σύμφωνα με τους πλέον αισιόδοξους υπολογισμούς, σε 320.000 σε όλη τη χώρα και σε όλα τα δικαστήρια, αριθμός τρομακτικά μεγάλος καθώς το νέο «στοκ» ήρθε να προστεθεί σε χιλιάδες υποθέσεις που παραμένουν χωρίς εκκαθάριση για χρόνια, προκαλώντας ακόμη και φαινόμενα αρνησιδικίας σε ποινικά, πολιτικά και διοικητικά δικαστήρια.
Ο τεράστιος όγκος των αδίκαστων υποθέσεων που αφήνει πίσω της η δικηγορική αποχή, που λήγει εν μέρει στις 17 Ιουνίου, δημιουργεί συνθήκες ασφυξίας στη Δικαιοσύνη, φαινόμενα διαλυτικά στο δικαστικό μας σύστημα με συνέπειες, οικονομικές, κοινωνικές, αλλά και θεσμικές.
Σύμφωνα με υπολογισμούς των δικαστικών ενώσεων, το σύνολο πλέον των αδίκαστων υποθέσεων σε όλα τα δικαστήρια ξεπερνά τις 700.000 και χρειάζονται πολλά χρόνια, τουλάχιστον επτά με δέκα, για να επανέλθουν οι ρυθμοί εκδίκασης των υποθέσεων σε κανονικά για την ελληνική δικαιοσύνη επίπεδα.
Τα μεγαλύτερα προβλήματα παρατηρούνται, όπως είναι φυσικό, στα μεγάλα δικαστήρια της χώρας, με πρώτο στη σειρά το Πρωτοδικείο Αθηνών, στο οποίο, όπως τονίζει στην Καθημερινή ο προϊστάμενός του Σπύρος Γεωργουλέας, «η λήξη της δικηγορικής αποχής θα σημάνει για το δικαστήριο συνθήκες που παραπέμπουν σε Αρμαγεδδώνα».
Ο κ. Γεωργουλέας αποφεύγει, όπως αναφέρει, «ακόμη και να σκεφθεί τι έχει να γίνει με τις αδίκαστες υποθέσεις κατά το νέο δικαστικό έτος», καθώς οι χιλιάδες στοκαρισμένες υποθέσεις έρχονται να επιβαρύνουν τη βεβαρημένη κατάσταση και λόγω της εφαρμογής και του νέου συστήματος εκδίκασης των αστικών υποθέσεων, έτσι όπως προβλέπεται από τον νέο Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Παράλληλα, στον «πάγο» έχουν μπει οι μεγάλες δίκες. Υποθέσεις για οικονομικά σκάνδαλα, καταχρήσεις δημοσίου χρήματος, ανακρίσεις για υποθέσεις οικονομικού ενδιαφέροντος παραμένουν από την αρχή του χρόνου εντελώς στάσιμες, ενώ πολλές από αυτές δεν έχουν ξεκινήσει καν. Αλλά κι εκείνες που τυπικά ξεκίνησαν, όπως η εκδίκαση της υπόθεσης για το Βατοπέδι, η της Siemens, δεν προχώρησαν κατά την πολύμηνη δικηγορική αποχή καθώς η εκδίκασή τους ουσιαστικά σταμάτησε και η μία διακοπή της δίκης διαδεχόταν την άλλη. Το ίδιο συνέβη και με τις δίκες για τα εξοπλιστικά προγράμματα και τη διακίνηση «μαύρου» χρήματος, όπως τα υποβρύχια και άλλα, ενώ πανομοιότυπη ήταν η εξέλιξη και των υποθέσεων του επιχειρηματία Λαυρέντη Λαυρεντιάδη αλλά και των ηλεκτρικών εταιρειών Energa και Hellas Power.
Θύμα της δικηγορικής αποχής υπήρξε και η πολύκροτη δίκη της Χρυσής Αυγής, η οποία σταμάτησε για περίπου 4,5 μήνες και η επανέναρξή της έγινε στα μέσα του προηγούμενου μήνα, μετά τις έντονες αντιδράσεις και της πολιτικής αγωγής.
Οι συνέπειες της δικηγορικής αποχής είναι ορατές και με μεγάλο οικονομικό κόστος για το δημόσιο ταμείο και στα διοικητικά δικαστήρια, όπου χιλιάδες υποθέσεις με οικονομικό αντικείμενο –φορολογικά θέματα και άλλα– δεν εκδικάστηκαν στερώντας το κράτος από έσοδα, ενώ σοβαρές υποθέσεις μένουν εκκρεμείς στο Συμβούλιο της Επικρατείας που σχετίζονται με σημαντικά νομοθετήματα των οποίων κρίνεται η συνταγματικότητα ή μη, όπως και άλλες μείζονος σπουδαιότητας υποθέσεις που αφορούν την πρόοδο των αποκρατικοποιήσεων.
Η εκκαθάριση των χιλιάδων υποθέσεων που έμειναν αδίκαστες λόγω της δικηγορικής αποχής, εκτιμάται, από δικαστικές πηγές, πως δεν μπορεί να γίνει με άλλον τρόπο παρά μόνο με μελλοντικές νομοθετικές ρυθμίσεις, που θα παραγράψουν πολλές από αυτές σε μια προσπάθεια αποσυμφόρησης των δικαστηρίων προκειμένου να μπορέσουν να λειτουργήσουν. Η λύση αυτή μοιάζει μονόδρομος και θα τεθεί με την έναρξη του νέου δικαστικού έτους τον προσεχή Σεπτέμβριο, οπότε και ουσιαστικά θα κληθούν δικαστές και εισαγγελείς να βρεθούν αντιμέτωποι με τον τεράστιο όγκο των υποθέσεων που λιμνάζουν στα δικαστήρια.