Ελέγχους σε αλλοδαπούς που επιχειρούν να κάνουν έναρξη επιχείρησης, με στόχο την εξακρίβωση της εγκυρότητας των εγγράφων νόμιμης παραμονής τους στη Ελλάδα κάνει η Εφορία, σύμφωνα με εγκύκλιο που υπογράφει ο Διοικητής της ΑΑΔΕ, Γιώργος Πιτσιλής.
Συγκεκριμένα, η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων έδωσε εντολή στις ΔΟΥ να ελέγχουν εξονυχιστικά τα έγγραφα των αλλοδαπών που καταθέτουν αιτήσεις ή δηλώσεις για έναρξη επιχείρησης, εγγραφή ή μεταβολή στο Μητρώο ΑΦΜ κλπ.
Και αυτό μετά τις περιπτώσεις που εντοπίστηκαν και αφορούσαν την προσκόμιση πλαστών ή παραποιημένων στοιχείων απόδειξης της νόμιμης παραμονής στη χώρα αλλοδαπών υπηκόων τρίτων χωρών.
Στο πλαίσιο αυτό, η ΑΑΔΕ εξέδωσε εγκύκλιο με τις εξής εντολές:
-Κάθε συναλλαγή αλλοδαπού υπηκόου τρίτης χώρας με το Τμήμα ή Γραφείο Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης της ΔΟΥ, θα ολοκληρώνεται μόνο κατόπιν ελέγχου της εγκυρότητας των προσκομιζόμενων στοιχείων που αποδεικνύουν τη νόμιμη διαμονή τους στη χώρα.
-Για τον σκοπό αυτό, ο αρμόδιος υπάλληλος της ΔΟΥ θα αποστέλλει σχετικό έγγραφο στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή στο fax της αρμόδιας Εκδούσας Αρχής που αναφέρεται στο υποβαλλόμενο δικαιολογητικό, προκειμένου αυτή να αποφανθεί και να απαντήσει για την εγκυρότητά του.
-Μόνον μετά την επιβεβαίωση αυτή θα ολοκληρώνεται η συναλλαγή στην ΔΟΥ.
Σε περίπτωση που διαπιστώνεται ότι έχει χορηγηθεί Α.Φ.Μ. από τη Φορολογική Διοίκηση στα ως άνω πρόσωπα με την προσκόμιση πλαστών ή παραποιημένων στοιχείων που αφορούν στη νόμιμη διαμονή τους στη χώρα, ο αρμόδιος υπάλληλος της Δ.Ο.Υ. θα προβαίνει στην απενεργοποίηση του Α.Φ.Μ., για την απόκτηση του οποίου δηλώθηκαν ψευδή ή αναληθή στοιχεία, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.
Στις παραπάνω περιπτώσεις και σε κάθε περίπτωση που διαπιστώνεται από τη Φορολογική Διοίκηση ή άλλες Υπηρεσίες ότι προσκομίστηκαν στη Δ.Ο.Υ. πλαστά ή παραποιημένα δικαιολογητικά από αλλοδαπό υπήκοο τρίτης χώρας, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. υποχρεούται να αποστέλλει άμεσα αναφορά στον αρμόδιο Εισαγγελέα, επισυνάπτοντας αντίγραφο του πλαστού ή παραποιημένου δικαιολογητικού καθώς και του εγγράφου της φερόμενης ως Εκδούσας Αρχής, από το οποίο προκύπτει η πλαστότητά του ή παραποίησή του.