Τις προηγούμενες ημέρες είχε καταστεί σαφές ότι οι δανειστές θα επιμείνουν στην τήρηση των συμφωνηθέντων και από τη νέα ελληνική κυβέρνηση, η οποία όπως έχει τονιστεί επανειλημμένα δεσμεύεται από τις συμφωνίες που έχουν συνάψει οι προκάτοχοί της.
«Οι πιστωτές εμμένουν (σ.σ. στην αξίωσή τους) να ανταποκριθεί η Αθήνα στις υποχρεώσεις της προκειμένου να λάβει πρόσθετη στήριξη», υπογραμμίζει η ιστοσελίδα του πρώτου καναλιού της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ARD.
«Σε κάθε περίπτωση η επόμενη κυβέρνηση θα βρεθεί αντιμέτωπη με μία τεράστια λίστα καθηκόντων», σημειώνει η ανάρτηση του ARD, υπενθυμίζοντας το χρέος των 320 δις ευρώ.
Ως προτεραιότητες της νέας κυβέρνησης αναφέρονται η υλοποίηση μεταρρυθμίσεων, η διασφάλιση ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, η ενίσχυση της ανάπτυξης μετά από έξι χρόνια ύφεσης, η ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων προκειμένου να διασφαλιστεί η εκκρεμούσα δόση των 7,2 δις ευρώ και η διαπραγμάτευση για τη χορήγηση πρόσθετης βοήθειας.
Η τελευταία κάθε άλλο παρά δεδομένη θα πρέπει να θεωρείται από την επόμενη ελληνική κυβέρνηση, όπως διεμήνυσε μετά την ανακοίνωση των exit polls ο επικεφαλής της Μπούντεσμπανκ Γενς Βάιντμαν.
Με δηλώσεις του στο ARD, ο κ. Βάιντμαν έθεσε ως όρο για την παροχή πρόσθετης βοήθειας, μέσω ενός νέου προγράμματος στήριξης για την Ελλάδα, την τήρηση των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η χώρα.
«Επόμενη στάση: Tρόικα»
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει διατυπώσει επανειλημμένα και με σαφή τρόπο την πρόθεσή του να επαναδιαπραγματευθεί τους όρους του δανειακού προγράμματος με τους εταίρους της Ελλάδας.
Ωστόσο, «ο σημαντικότερος σταθμός του οδικού χάρτη είναι καθορισμένος», όπως υπογραμμίζει η Frankfurter Allgemeine Zeitung σε ανταπόκρισή της από την Αθήνα με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Επόμενη στάση: τρόικα».
Δεδομένου ότι στο τέλος Φεβρουαρίου εκπνέει η δίμηνη παράταση του ελληνικού προγράμματος η ελληνική κυβέρνηση θα κληθεί να διαπραγματευθεί με τους δανειστές.
Ο αρθρογράφος εκτιμά ότι η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να βρει φόρμουλα συνεννόησης με τους δανειστές προκειμένου να ανοίξει δρόμος για τη συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων που ανακοίνωσε προ ημερών η ΕΚΤ.
«Και οι τέσσερις μεγάλες τράπεζες της Ελλάδας έπρεπε να υποβάλλουν αίτηση συμμετοχής στον ELA (έκτατος μηχανισμός ρευστότητας). Εξαρτώνται επομένως από τη χρηματοδότηση της ΕΚΤ. Αυτό περιορίζει δραστικά τη δυνατότητα δράσης μίας κυβέρνησης στην Αθήνα που θέλει να θέσει τέλος στις μεταρρυθμίσεις».
Οι ελληνικές τράπεζες εξαρτώνται από τη χρηματοδότηση της ΕΚΤ
Είναι πάντως γεγονός ότι η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους προβληματίζει ολοένα περισσότερους πολιτικούς, οικονομολόγους, αναλυτές και μέσα ενημέρωσης στην Ευρώπη.
Η συζήτηση περί ενός νέου κουρέματος του ελληνικού χρέους, που αποτελεί και σαφή διεκδίκηση του ΣΥΡΙΖΑ, έχει επανέλθει στο προσκήνιο.
Το Spiegel Online εκτιμά σε ανάλυσή του ότι οι εκλογές στην Αθήνα πρέπει να εγκαινιάσουν μία νέα πολιτική.
«Η ΕΕ θα έπρεπε να διαγράψει ένα μέρος του ελληνικού χρέους, ζητώντας ως αντάλλαγμα σκληρές μεταρρυθμίσεις. Η στρατηγική ‘λιτότητα με κάθε τίμημα’ έχει αποτύχει», υπογραμμίζει ο γερμανός αρθρογράφος.
Όπως εκτιμά ο ίδιος, «ένα νέο κυβερνητικό κόμμα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ δίνει τουλάχιστον την ευκαιρία να ξεπεραστούν παλιές αγκυλώσεις και να σπάσει ο φαύλος κύκλος της μοιρολατρίας.
Ένα κούρεμα θα τον ενίσχυε, το καλύτερο θα ήταν να ‘κουρεύονταν’ κατά το ήμισυ τα υπολειπόμενα χρέη».
Ο αρθρογράφος εκτιμά ότι αυτό θα ήταν ένα ηχηρό μήνυμα προς τα άλλα κράτη της ευρωζώνης: «Όποιος λαμβάνει μέτρα λιτότητας και κάνει μεταρρυθμίσεις θα επιβραβευθεί με την παραίτηση των πιστωτών από τις αξιώσεις τους».
Με αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε επιτέλους η Ευρώπη να μειώσει το υπερβολικό χρέος και να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της σημειώνει ο αναλυτής του γερμανικού περιοδικού, καταλήγοντας ότι από αυτήν την άποψη,
«οι σημερινές εκλογές στην Ελλάδα θα μπορούσαν να δρομολογήσουν πράγματι μία στροφή προς το καλύτερο, η οποία θα στόχευε επιτέλους στη ρίζα των προβλημάτων –τα υψηλά χρέη».
Πηγή: DW