Το χάσμα πλούσιων και φτωχών ξεπερνάει κάθε προηγούμενο, προειδοποιεί η Γερμανική Συμβουλευτική Ένωση Κοινωνικής Πρόνοιας στην ετήσια έκθεσή της για τη φτώχεια στη Γερμανία με τίτλο «Κατακερματισμένη Δημοκρατία».
«Κατακερματισμένη Δημοκρατία» επιγράφεται η ετήσια έκθεση της Γερμανικής Συμβουλευτικής Ένωσης Κοινωνικής Πρόνοιας (Paritätischer Wohlfahrtsverband) για τη φτώχεια.
Όπως επισημαίνει ο επικεφαλής της οργάνωσης Ουλρίκε Σνάιντερ «η φτώχεια στη Γερμανία δεν ήταν ποτέ τόσο μεγάλη όσο σήμερα».
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία για το 2013 το 15,5% του πληθυσμού ζει σε συνθήκες φτώχειας, ενώ για το 2012 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 15%. Από το 2006 τα σχετικά στατιστικά στοιχεία καταγράφουν συνεχή άνοδο.
Η Συμβουλευτική Ένωση Κοινωνικής Πρόνοιας είναι ένας σύνδεσμος κοινωνικών οργανώσεων που δημοσιεύει κάθε χρόνο, εδώ και 20 χρόνια, τα στοιχεία για τη φτώχεια στη Γερμανία.
Η τελευταία έκθεσή του εστιάζει κυρίως στις περιφερειακές ανισότητες εντός της Γερμανίας.
Σε κρατίδια όπως το Βερολίνο ή το Μεκλεμβούργο για παράδειγμα, το ποσοστό της φτώχειας ξεπερνά το 20%, ενώ στην πλούσια Βαυαρία περιορίζεται στο 11%.
Αντικρούοντας τα στοιχεία της κυβέρνησης
Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έκανε λόγο για «αναστροφή της τάσης» στις δικές της ετήσιες εκθέσεις για τη φτώχεια στη Γερμανία. Μάλιστα το 2013 η προηγούμενη κυβέρνηση συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών και Φιλελευθέρων ισχυριζόταν ότι ο αριθμός των «φτωχών» δεν αυξάνεται πλέον. Κατά τον Ούλριχ Σνάιντερ η έκθεση της Συμβουλευτικής Ένωσης Κοινωνικής Πρόνοιας αντικρούει τους κυβερνητικούς ισχυρισμούς.
Σύμφωνα με τα κριτήρια της ένωσης, «φτωχός» θεωρείται εκείνος που διαθέτει λιγότερο από το 60% του ετήσιου μέσου εισοδήματος.
Οι μονογονεϊκές οικογένειες διατρέχουν ιδιαίτερα υψηλό κίνδυνο να κυλήσουν στη φτώχεια, ενώ το ίδιο ισχύει για όσους διαθέτουν χαμηλό επίπεδο μόρφωσης. Το 43% όσων μεγαλώνουν μόνοι τους παιδιά είναι φτωχοί και από αυτούς ο ένας στους δύο δεν διαθέτει πτυχίο ή κάποια άλλη, αντίστοιχη πιστοποίηση.
Η φτώχεια επειλεί τους συνταξιούχους
Από το 2013 οι σχετικές έρευνες υποδεικνύουν και μία τρίτη ομάδα «υψηλού ρίσκου»: τους συνταξιούχους, ιδιαίτερα στην ανατολική Γερμανία.
«Βγαίνουν πλέον στη σύνταξη πολλοί άνθρωποι, οι οποίοι είχαν περάσει δύσκολα χρόνια στην περίοδο της πολιτικής αλλαγής, άρα δεν πλήρωναν και συνταξιοδοτικές εισφορές για πολλά χρόνια» εξηγεί ο Ούλριχ Σνάιντερ.
Μέχρι σήμερα οι άνθρωποι αυτοί δικαιούνται επίδομα 399 ευρώ τον μήνα συν τα έξοδα ενοικίου.
O σύνδεσμος προτείνει την αύξηση του κοινωνικού επιδόματος κατά 100 ευρώ μηναίως- μία αύξηση που θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί μέσω της φορολογίας για τα υψηλότερα εισοδήματα.
Συνολικά η κυβέρνηση θα πρέπει να επενδύσει περίπου 15 δισεκατομμύρια ευρώ στην καταπολέμηση της φτώχειας, υποστηρίζει ο Ούλριχ Σνάιντερ.