Η εσωτερική υποτίμηση μέσα από τη μείωση μισθών και τιμών σε προϊόντα και υπηρεσίες δεν οδηγεί πουθενά εάν δεν συνοδεύεται από χαλαρή νομισματική πολιτική. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει μελέτη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) που εστιάζει στις επιπτώσεις της «συγκράτησης των μισθών», που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της εσωτερικής υποτίμησης από τα κράτη-μέλη που επλήγησαν από την κρίση χρέους στην Ευρωζώνη, δηλαδή η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Ισπανία.
Σοβαρές επιπτώσεις
H νομισματική χαλάρωση, μια επιλογή που δεν έχει η Ελλάδα ούτε είχαν τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης για να εξέλθουν πιο ομαλά από την κρίση χρέους, παίζει κρίσιμο ρόλο για να μετριαστούν οι επιπτώσεις από την επίπονη συγκράτηση των μισθών, καταλήγει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) σε πρόσφατη έρευνα. Επί της ουσίας, το Ταμείο τονίζει σε μελέτη που ανάρτησε στο blog του πως δίχως τη στήριξη μιας χαλαρής νομισματικής πολιτικής, οι επιπτώσεις από την εσωτερική υποτίμηση είναι αρνητικές για την οικονομία. Αυτό αντανακλάται σήμερα από τις χαμηλές πληθωριστικές πιέσεις και την εύθραυστη ανάπτυξη στην Ευρωζώνη. Στα μέτρα νομισματικής στήριξης, το ΔΝΤ περιλαμβάνει τις αγορές τίτλων ή κρατικών ομολόγων, την επανόρθωση των τραπεζικών ισολογισμών, την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, αλλά και τη στήριξη της ανάπτυξης και του πληθωρισμού από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Αν και η πτώση των μισθών μπορεί να μειώνει τα έξοδα μιας εταιρείας και να ενισχύει την ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών σε μια χώρα, οδηγεί παράλληλα σε αύξηση του πραγματικού κόστους δανεισμού, δηλαδή των επιτοκίων. «Η συγκράτηση των μισθών μπορεί να μειώσει τον πληθωρισμό, αλλά εάν τα ονομαστικά επιτόκια δεν προσαρμοστούν ανάλογα, τότε αυξάνονται τα πραγματικά επιτόκια, οδηγώντας σε μείωση κατανάλωσης και επενδύσεων». Τα πραγματικά επιτόκια διαφέρουν από τα ονομαστικά διότι δεν ενσωματώνουν τον πληθωρισμό, δηλαδή τον ρυθμό αύξησης –ή μείωσης– των μισθών και των τιμών. Το Ταμείο προσθέτει πως οι επιπτώσεις επιδεινώνονται όταν η νομισματική πολιτική έχει περιοριστεί σε μηδενικά επιτόκια και δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες κάθε κράτους-μέλους της Ευρωζώνης, σε μεμονωμένη βάση.
Αργησε η ΕΚΤ
Οπως επισημαίνουν οικονομικοί αναλυτές, η ΕΚΤ καθυστέρησε στην εφαρμογή μέτρων ποσοτικής χαλάρωσης. Τα μέτρα αγοράς τίτλων 1,1 τρισ. ευρώ για την ενίσχυση του πληθωρισμού υιοθετήθηκαν αυτόν τον Μάρτιο, δηλαδή αφού χώρες-μέλη ιδιαίτερα στον ευρωπαϊκό Νότο είχαν ολοκληρώσει επίπονες πολιτικές λιτότητας υπό τις πιέσεις της τρόικας χωρίς νομισματική στήριξη. Το ΔΝΤ αναφέρεται, επίσης, στις επιπτώσεις της εσωτερικής υποτίμησης στο χρέος των νοικοκυριών. «Η συγκράτηση των μισθών μπορεί να αυξήσει, επίσης, το πραγματικό χρέος των νοικοκυριών και να επηρεάσει την κατανάλωση των εισαγόμενων προϊόντων», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Συγκοινωνούντα δοχεία
Το Ταμείο υποστηρίζει στην έκθεση ότι η εσωτερική υποτίμηση, η χαλαρή νομισματική πολιτική και οι μεταρρυθμίσεις για την ανάπτυξη θα πρέπει να λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία για να υπάρχει δυναμική ανάκαμψη. Στη μελέτη διευκρινίζει πως ουδέποτε εφαρμόστηκε η εσωτερική υποτίμηση στα προγράμματα στήριξης έτσι όπως θεωρείται αποτελεσματική από τον ίδιο τον οργανισμό. Η συμβουλή του ΔΝΤ στα προγράμματα της Ευρωζώνης εστίαζε σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας με στόχο την αύξηση της απασχόλησης.
Πηγή: Καθημερινή