Σε χρονιές εκλογών ακόμα και πιο ιεροί όρκοι για δημοσιονομική πειθαρχία λησμονούνται γρήγορα, σημειώνει η Die Presse στο άρθρο της με τίτλο «Η Αθήνα μοιράζει δώρα».
Η αυστριακή εφημερίδα παρατηρεί ότι «Ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί του υποσχέθηκαν σειρά παροχών στον ελληνικό λαό, μια κίνηση που παρακολούθησαν με ανησυχία οι Βρυξέλλες. Φαίνεται όμως ότι η ελληνική κυβέρνηση έπεισε την Κομισιόν ότι θα πετύχει τον στόχο για πλεόνασμα 3,5%. Έτσι οι Βρυξέλλες διαπίστωσαν ότι το σχέδιο προϋπολογισμού είναι “ισοσκελισμένο”. Προφανώς η Αθήνα ανέκτησε εν μέρει την αξιοπιστία της.
Οι προεκλογικές υποσχέσεις είχαν ως αποτέλεσμα η κυβέρνηση να ακυρώσει προγραμματισμένες για τον Ιανουάριο περικοπές συντάξεων, να αυξηθεί ο κατώτατος μισθός και να προβλεφθεί πακέτο ενίσχυσης των οικονομικά ασθενέστερων ύψους 400 εκατομμυρίων ευρώ. Εκτός αυτού η Αθήνα προτίθεται να προσλάβει 20.000 άτομα στο δημόσιο, μεταξύ των οποίων 15.000 εκπαιδευτικοί. Τα τελευταία χρόνια οι προσλήψεις στο δημόσιο είχαν στην ουσία παγώσει. Από του χρόνου ωστόσο η κυβέρνηση επιστρέφει στο προηγούμενο καθεστώς, που προβλέπει μία πρόσληψη για κάθε συνταξιοδότηση.»
Θα περιοριστούν οι προεκλογικές παροχές στα 910 εκατομμύρια;
Ανοιχτό παραμένει αν οι βουλευτικές εκλογές γίνουν την άνοιξη ή το φθινόπωρο. Ο προεκλογικός αγώνας έχει πάντως ήδη ξεκινήσει. Ο πρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κυριάκος Μητσοτάκης κατηγορεί τον Αλέξη Τσίπρα ότι μοιράζει προεκλογικά δώρα. Την ίδια στιγμή όμως ζητά την αύξηση του κατώτατου μισθού “σε ποσοστό διπλάσιο της ανάπτυξης”, γεγονός που δεν θα χαροποιήσει τους εργοδότες. Παράλληλα ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατηγορεί την συγκυβέρνηση ότι πραγματοποιεί εκστρατεία εξόντωσης της μεσαίας τάξης. Στην Ελλάδα σήμερα το 20% των ψηφοφόρων επωμίζεται το 90% των φορολογικών βαρών.
Ο Αλέξης Τσίπρας δεν αρνείται τις κατηγορίες αυτές. Ισχυρίζεται ωστόσο ότι πρόκειται για “έχοντες”, ενώ εκείνος κάνει πολιτική για την “πλειοψηφία” συμπεριλαμβανομένης και της μεσαίας τάξης. Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος ορίζει ως “μεσαία τάξη” εκείνη στην οποία το οικογενειακό ετήσιο εισόδημα, μετά την καταβολή του φόρου εισοδήματος, φθάνει τα 22.000 ευρώ.
Πηγή: Deutsche Welle