Βρυξέλλες, του Θάνου Αθανασίου
Την ίδια ώρα παραμένουν σε τεχνικό επίπεδο και οι διαφωνίες για την μέθοδο και πολύ περισσότερο για την αιρεσιμότητα της 2ης φάσης ελάφρυνσης του χρέους, καθώς πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις φοβούνται υπαναχώρηση της Ελλάδας μετά την 20ή Αυγούστου.
Συγκεκριμένα, πέραν του ότι το ελληνικό αναπτυξιακό πλάνο δεν ήταν αρκούντως λεπτομερές στα δημόσια οικονομικά και δεν έδινε την απαραίτητη πολιτική προτεραιότητα στις εξαγωγές, οι κυβερνήσεις φοβούνται τον ελληνικό εκλογικό κύκλο και επιθυμούν να δώσουν στην ελληνική πλευρά κίνητρο να μην ξηλώσει τη δημοσιονομική προσαρμογή και τις μεταρρυθμίσεις.
Στην πράξη όλοι συμφωνούν ότι η πρώτη δόση, που θα εκτελεστεί πριν τις 20 Αυγούστου, με χρήματα του προγράμματος, θα έχει μόνο ένα όρο – την ολοκλήρωση της 4ης αξιολόγησης. Γερμανία, Αυστρία, Φιλανδία, Ολλανδία, Σλοβακία, Σλοβενία, Βέλγιο και Λουξεμβούργο επιθυμούν όρους (μη αναστροφής των μεταρρυθμίσεων και εκτέλεσης νέων) τόσο για τη 2η δόση (μεταφορές ANFAS και SMPs) αλλά και το “γαλλικό” μηχανισμό (που θεωρείται τρίτη δόση), ενώ θεωρητικά Πορτογαλία Γαλλία και Ιταλία θέλουν το γαλλικό μηχανισμό να είναι ανεξάρτητος όρων.
Το πρόβλημα έγκειται πάντα στην ελληνική πολιτική βούληση. Οι χώρες που θέλουν όρους σε όλα εκτιμούν ότι δεν είναι δυνατόν να επιβραβεύεται η ελληνική πλευρά σε περίπτωση που πετυχαίνει χαμηλότερη ανάπτυξη (με μέσο όρο ανάπτυξης 5ετίας κάτω του 3% μειώνονται ή παγώνουν οι πληρωμές χρέους), τη στιγμή που η ανάπτυξη εξαρτάται από τις ιδιωτικοποιήσεις, το επιχειρηματικό περιβάλλον, την ελληνική νομοθεσία, τη φορολογία, τις μεταρρυθμίσεις και γενικών τις ελληνικές πολιτικές επιλογές.
Το ΔΝΤ όμως δεν ενδιαφέρεται για τις διαφωνίες στο εσωτερικό της ΕΕ, ούτε για το αν υπάρχει εμπιστοσύνη στην ελληνική πλευρά. Θεωρεί ότι η 2η και 3η δόση της ελάφρυνσης πρέπει να είναι άνευ όρων, για λόγους δημοσιονομικής μηχανικής.
Για το ΔΝΤ ο γαλλικός μηχανισμός ταυτίζεται με τη μακροπρόθεσμη δέσμευση της ΕΕ (Μάιος -Ιούνιος 2016). Φυσικά με το ΔΝΤ παραμένουν και διαφωνίες και στο επίπεδο των άλλων δεικτών της οικονομίας, όπως το επίπεδο των επιτοκίων των αγορών και το επίπεδο της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης τη δεκαετία του 2030 και μετά.
Οι διαφωνίες δεν μειώθηκαν ούτε κατά την άτυπη συνεδρίαση του Washington Group, με τη συμμετοχή Τόμσεν, Ρέγκλιγκ, Μπούτι και των εκπροσώπων των Υπ.Οικ Γαλλίας, Γερμανίας και Ιταλίας. Η συνέχεια θα δοθεί τόσο στην εαρινή Σύνοδο του ΔΝΤ, όσο και στο ίδιο του eurogroup της 27ης Απριλίου.
Πηγή: Real.gr